Εξήντα ημέρες από την ανάληψη του υπουργικού θώκου από τη Λίνα Μενδώνη, η υπουργός Πολιτισμού παραχώρησε μαζί με τους Γενικούς Γραμματείς, Γιώργο Διδασκάλου και Νικόλα Γιατρομανωλάκη συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης. Κυριάρχησαν τα θέματα του Τατοΐου, της Εθνικής Πινακοθήκης, της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα, οι ποινές για την αρχαιοκαπηλία και η εκκαθάριση του Ταμείου Αλληλοβοήθειας.

Το Τατόι φαίνεται να αποτελεί προτεραιότητα για την Υπουργό. «Πρέπει να  διαχειριστούμε το Τατόι σαν ενιαία ιστορική ενότητα, ενιαία πολιτισμική οντότητα η οποία μπορεί να προσδώσει τεράστια προστιθέμενη αξία στην Αττική και όχι μόνο» τόνισε, δίνοντας ένα αυστηρό πλαίσιο των χρονοδιαγραμμάτων των έργων.

Την ίδια στιγμή, όπως επισήμανε, το Υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε στην αλλαγή των ελαφριών ποινών που προβλέπονταν για τους αρχαιοκάπηλους σύμφωνα με τον Νέο Ποινικό Κώδικα που εισήγαγε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι οι ποινές επανήρθαν σε όσα προέβλεπε ο νόμος 3023 του 2002.

Για το θέμα της Εθνικής Πινακοθήκης επανέλαβε ότι τα εγκαίνια της θα πραγματοποιηθούν στις 25 Μαρτίου του 2021. Τα έργα όπως είναι γνωστό έχουν καθυστερήσει μήνες. Ως βασική αιτία η ίδια διαβλέπει την έλλειψη ενός προσώπου που θα συντονίζει τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, την Πινακοθήκη και το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (υπενθυμίζεται ότι είχε προχωρήσει σε δωρεά 13 εκατ. ευρώ). Ετσι όπως ανακοίνωσε πλέον πρότζεκτ μάνατζερ του έργου αναλαμβάνει γενικός γραμματέας του ΥΠΠΟΑ, Γιώργος Διδασκάλου

Τέλος όπως είναι γνωστό το Ταμείο Αλληλοβοήθειας των Υπαλλήλων του ΥΠΠΟΑ μπήκε σε κατάσταση εκκαθάρισης από την αρχή της εβδομάδας. «Το Ταμείο Αλληλοβοήθειας τα τελευταία χρόνια αλλά και τώρα δημιουργεί μία πολύ μεγάλη ένταση στις σχέσεις του προσωπικού του Υπουργείου Πολιτισμού. Θέλω να επισημάνω ότι όλο το κεφάλαιο Ταμείο Αλληλοβοηθείας έχει παραπεμφθεί και όλοι όσοι έχουν εμπλακεί, έχουν παραπεμφθεί οι φάκελοι στη Δικαιοσύνη. Είναι προφανές ότι η Δικαιοσύνη θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της και όπως ήδη σας είπαμε και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία βρεθούν για το θέμα και πρέπει να παραπεμφθούν, είναι προφανές ότι θα παραπεμφθούν» ανέφερε η υπουργός.

«Ενας λόγος, λοιπόν, ήταν να σταματήσει όλη η συζήτηση και η ένταση ανάμεσα στους υπαλλήλους για το Ταμείο. Ο δεύτερος λόγος ήταν το κόστος του Ταμείου. Έτσι όπως διαμορφώθηκαν τα πράγματα, στην ουσία το κύριο έργο του Ταμείου Αλληλοβοηθείας αυτή τη στιγμή είναι η λειτουργία του παιδικού σταθμού. Στον παιδικό σταθμό απασχολούνται 22-23 εργαζόμενοι, οι οποίοι στοιχίζουν τον χρόνο περίπου 500.000€. Σε αυτό το κόστος θα πρέπει να προστεθούν τα αυτοκίνητα και η κίνησή τους, τα τροφεία και όλα τα άλλα έξοδα στα οποία είναι απαραίτητα για να μπορέσει ο σταθμός να ανταποκρίνεται στη φιλοξενία των παιδιών. Τα παιδιά που φιλοξενούνται σήμερα κυμαίνονται στα δύο χρόνια 65, 70. 72, κάπου εκεί. Το συνολικό, λοιπόν, κόστος, αυτό του σταθμού είναι 700.000,00€ περίπου. Ίσως και λίγο παραπάνω. Επίσης, το Ταμείο Αλληλοβοηθείας απασχολούνται άλλοι 12 εργαζόμενοι και το συνολικό κόστος είναι περίπου στο 1.000.000. Με το να τεθεί το Ταμείο σε εκκαθάριση όλα αυτά τακτοποιούνται και αποκαθίστανται.

Καταρχήν, στον παιδικό σταθμό φιλοξενούνται παιδάκια υπαλλήλων από την Αθήνα. Με το δικό μας σχέδιο  τα χρήματα αυτά θα διατεθούν για την υποστήριξη των παιδιών, των εργαζομένων, σε όλη την επικράτεια, τα οποία πρέπει να πάνε σε έναν παιδικό σταθμό και των οποίων οι γονείς δεν έχουν εξασφαλίσει κρατικό ή δημοτικό σταθμό. Τι σημαίνει αυτό με δύο λόγια; Ότι αυτό το ίδιο το ποσό το οποίο δινόταν στους εργαζόμενους για την υποστήριξη των παιδιών της Αθήνας, θα διανεμηθεί ισόνομα σε υπαλλήλους σε όλη τη χώρα. Ναι, θα καλύψει αυτήν την ανάγκη. Από εκεί και πέρα, με τη διάλυση είναι προφανές ότι οι εργαζόμενοι δεν θα απολυθούν, άλλωστε υπάρχει τέτοια ρύθμιση η οποία είχε προβλεφθεί σε νόμο του Μαρτίου του 2019, θα μεταφερθούν στο Υπουργείο Πολιτισμού, επομένως, θέμα απώλειας εργασίας των εργαζομένων δεν τίθεται».

Η συζήτηση για την επιστροφή των κλεμμένων Γλυπτών του Παρθενώνα βρίσκεται για ακόμη μία φορά στο επίκεντρο. Υπενθυμίζεται ότι όλα άρχισαν από τη συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στον «Observer». Ο έλληνας πρωθυπουργός γνωστοποίησε την πρόθεσή του να ζητήσει από τον ομόλογό του Μπόρις Τζόνσον την έκθεση των Γλυπτών στην Αθήνα το 2021, επ’ ευκαιρία των εορτασμών για τα 200 χρόνια από την εθνική μας παλιγγενεσία, ως ένα πρώτο βήμα για την οριστική επιστροφή τους.

Η πρόταση αυτή πέρα από την ευρεία πολιτική αντιπαράθεση που προκάλεσε με τον ΣΥΡΙΖΑ, έγινε η αφορμή δυστυχώς να επαναλάβει το Βρετανικό Μουσείο για άλλη μια φορά την άτεγκτη στάση του πάνω στο θέμα, με τους εκπροσώπους του να δηλώνουν ότι «προϋπόθεση για οποιονδήποτε δανεισμό είναι η αποδοχή ότι η ιδιοκτησία των αντικειμένων ανήκει στους επιτρόπους και στο μουσείο».

Η κυρία Μενδώνη επανέλαβε στην ενημέρωση προς τους δημοσιογράφους – η οποία θα γίνεται πλέον ανά τακτά χρονικά διαστήματα – ότι τα γλυπτά εκλάπησαν και ότι σε καμία περίπτωση δεν τίθεται θέμα κυριότητάς τους, αφού η Ελλάδα διαχρονικά εμμένει ότι είναι ελληνικά, αναζητώντας μια διπλωματική λύση.

Πρόσθεσε ότι το υπουργείο Πολιτισμού σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών και υπό την απόλυτη εποπτεία του πρωθυπουργικού γραφείου θα ετοιμάσει ένα σχετικό αίτημα με όλες τις απαράβατες αρχές της ελληνικής πλευράς, προκειμένου να υπάρχει, εάν και εφόσον, αποφασισθεί να γίνει επίσημη κατάθεσή του στη βρετανική πλευρά.