Μπορεί η Ελλάδα να βγήκε από το μνημόνιο ωστόσο ο οίκος αξιολόγησης DBRS σε ανάλυσή του σχετικά με τον κίνδυνο των μεμονωμένων χωρών για έξοδο από το ευρώ, σε περίπτωση  οικονομικής κρίσης τοποθετεί την χώρα μας στη ζώνη «μεσαίου κινδύνου» με τις υπόλοιπες 18 να αξιολογούνται ως «χαμηλού κινδύνου».

Σύμφωνα με τη μέθοδο της DBRS, οι χώρες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες : χαμηλού, μεσαίου και υψηλού κινδύνου, υποδεικνύοντας την εκτίμηση του καναδικού οίκου για την πιθανότητα που έχει μια χώρα για να αποχωρήσει από το ευρώ, εν μέσω κρίσης.

Ο οίκος εκτιμά ότι το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή εντάσεων μεταξύ Αθήνας και δανειστών, με τους δεύτερους να ξανασκέφτονται το ενδεχόμενο της ελάφρυνσης στην περίπτωση που δεν τηρηθούν οι ελληνικές δεσμεύσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Επίσης σημειώνει ότι εάν αντιμετωπίσει ταυτόχρονα και επίμονα χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μια μελλοντική κυβέρνηση θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χώρα έχει εξαντλήσει τις άλλες επιλογές και το κόστος παραμονής στη νομισματική περιοχή είναι πολύ υψηλό.

Παράλληλα, τονίζεται ότι 3 είναι οι κύριοι παράγοντες για τον προσδιορισμό του κινδύνου μιας εξόδου: οι πολιτικές ικανότητες, οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και τα τρωτά σημεία και η πολιτική προθυμία.

«Κάθε κυβέρνηση που σχεδιάζει να εγκαταλείψει το ευρώ κινδυνεύει από μια τραπεζική κρίση, με αποτέλεσμα οικονομικές και οικονομικές αναταράξεις που προκαλούν το αίτημα για ένα πρόγραμμα αντιστροφής και σταθεροποίησης στην Ευρώπη.

Ομοίως, η εισαγωγή ενός παράλληλου νομίσματος, ακόμη και σε σχετικά μικρή κλίμακα, πιθανώς θα υποχρέωνε την κυβέρνηση είτε να επιβάλει ελέγχους καταθέσεων και κεφαλαίου είτε αντίστροφη πορεία.

Ακόμα κι αν μια κυβέρνηση διατυπώσει ένα σχέδιο με αυστηρή μυστικότητα, αυτό θα μπορούσε να εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα των πράξεων της κυβέρνησης και δεν θα μείωνε αναγκαστικά τη σχετική οικονομική και χρηματοπιστωτική αναταραχή», συμπληρώνει ο οίκος.