Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ δεν μπορούσε να ήταν πιο ξεκάθαρος για την επόμενη ημέρα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος. Οπως δήλωσε, παρουσία του Ευκλείδη Τσακαλώτου στο υπουργείο Οικονομικών την περασμένη Παρασκευή, η χώρα θα παραμείνει υπό επιτήρηση, η οποία θα είναι μάλιστα αυστηρότερη. «Κάθε χώρα που παίρνει δάνειο από τον ESM», εξήγησε, «τίθεται σε πρόγραμμα μεταμνημονιακής επιτήρησης, η οποία για την Ελλάδα θα είναι πιο αυστηρή γιατί έχει δανειστεί περισσότερα κεφάλαια και αναμένεται να λάβει και καινούργια ελάφρυνση».
Πρόσθεσε δε ότι δεν θα τεθούν νέοι όροι και ότι η επιτήρηση θα αφορά κυρίως το εάν υλοποιούνται τα προσυμφωνηθέντα, όπως είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα, οι μεταρρυθμίσεις και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται να υπογραφεί καινούργιο μνημόνιο με τη μορφή που το ξέραμε μέχρι σήμερα, καθώς οι δημοσιονομικοί στόχοι της επόμενης πενταετίας και οι περικοπές στις συντάξεις μόλις ψηφίστηκαν την περασμένη Πέμπτη, ενώ έχουν θεσμοθετηθεί τα εργαλεία (αυτόματος «κόφτης») για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων καθώς και οι μεταρρυθμίσεις.
Ολα λοιπόν είναι στη θέση τους, και το μόνο που απομένει είναι να διασφαλιστεί η τήρηση και υλοποίησή τους. Και αυτό, όπως ξεκαθάρισε ο Κλάους Ρέγκλινγκ, θα το αναλάβουν οι εταίροι με την αυστηρή εποπτεία, δηλαδή τακτικές αξιολογήσεις τέσσερις φορές τον χρόνο. Και αυτό διότι, όπως ανάφερε ο Κλάους Ρέγκλινγκ, υπάρχει ανησυχία από τις αγορές και από κάποια ευρωπαϊκά κοινοβούλια για πισωγύρισμα.
Σε ό,τι αφορά το χρέος, όλα δείχνουν ότι η οριστική λύση μπορεί να περιμένει. Για ακόμη μία φορά η εταίροι, κατά πάγια τακτική τους, θα προχωρήσουν σε κάποια ελάφρυνση που θα δώσει ανάσα στην εξυπηρέτηση του χρέους τα επόμενα χρόνια και μετά… βλέπουμε. Η ελάφρυνση εκτιμάται ότι θα περιλαμβάνει παράταση των δανείων του EFSF, πιθανή μετατροπή των επιτοκίων σε σταθερά ή/και παράταση των περιόδων χάριτος για την πληρωμή των τόκων και μερική επαναγορά των δανείων του ΔΝΤ και των ομολόγων της ΕΚΤ. Η οποιαδήποτε ελάφρυνση θα είναι συνάρτηση της ολοκλήρωσης των συμφωνηθέντων. Δηλαδή, τα επιτόκια θα μειωθούν μόνο αν υλοποιηθεί η τάδε ή η δείνα μεταρρύθμιση, η λήξη των δανείων να παραταθεί υπό την προϋπόθεση ότι θα ικανοποιηθεί ο άλφα ή ο βήτα στόχος κ.ο.κ.
Ολα αυτά σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν επιστροφή στην κανονικότητα. Οσο και αν όλοι επιθυμούμε την έξοδο από τα μνημόνια και την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές, που θα σημάνει την απεξάρτησή μας από τους θεσμούς, ακόμη απέχουμε πολύ από αυτό. Οπως σημειώνει σε ανάλυσή της η JP Μorgan, «εξακολουθεί να υπάρχει έλλειψη σταθερής βάσης επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα», κατάσταση που θα μπορούσε να αλλάξει μόνο ύστερα από μια «παρατεταμένη σταθερή μακροοικονομική και δημοσιονομική βελτίωση», η οποία «θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αξιολογηθεί με υψηλό επενδυτικό βαθμό από τους οίκους αξιολόγησης που αποτελεί προϋπόθεση για την απρόσκοπτη πρόσβαση στις αγορές».
Είναι προφανές ότι η επόμενη ημέρα δεν θα διαφέρει πολύ από το σήμερα. Χωρίς αμφιβολία, θα έχουμε κάνει ένα ακόμη βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ομως τίποτε παραπάνω. Και αυτό θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο από όλες τις πλευρές. Δεν υπάρχουν περιθώρια για αυταπάτες και υπερβολές που θα οδηγούσαν σε πισωγύρισμα, μόνο και μόνο για να εξυπηρετηθούν κοντόφθαλμα μικροπολιτικά οφέλη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ