Ηταν κάποιοι φοιτητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, νέοι, ανέμελοι και με όνειρα για το μέλλον. Ηταν, μεταξύ άλλων, ο Αλέκος Φασιανός, ο Σωτήρης Σόρογκας, ο Δημοσθένης Κοκκινίδης, ο Γιάννης Βαλαβανίδης, η Μαρία Καραβέλα. Και βρίσκονταν σε εντεταλμένη αποστολή από τη διοίκηση της σχολής τους. Θα ταξίδευαν για να διασώσουν την αφανή πολιτιστική τους κληρονομιά, την παραγνωρισμένη λαϊκή τέχνη. Μπήκαν λοιπόν με όλη την καλλιτεχνική τους ορμή σε καφενεία, αρχοντικά, εκκλησιές στη Βόρεια Ηπειρο, στην Κρήτη, στο Πήλιο και στη Λέσβο και υπηρέτησαν τον προορισμό τους: αντέγραψαν βυζαντινές τοιχογραφίες, διακοσμητικές παραστάσεις και φορητά έργα λαϊκών καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένου του Θεόφιλου.

Αλέκος Φασιανός, «Εσωτερικό», Οικία Σκεπάρη, Αγιάσος (1958)

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε –οι εν λόγω αποστολές έγιναν την περίοδο 1958-59. Πολλά άλλαξαν. Τα αρχοντικά γκρεμίστηκαν, οι εκκλησιές κατέρρευσαν, οι φοιτητές έγιναν καταξιωμένοι καλλιτέχνες. Τα σωστικά μέτρα που είχαν λάβει, ωστόσο, αυτές οι πολύτιμες ζωγραφικές «μεταγραφές», μετουσιώθηκαν σε μία από τις συλλογές της σχολής τους. Σε μια συλλογή εξίσου αφανή με τις ταυτότητες των τεχνιτών και καλλιτεχνών το έργο των οποίων είχε διασωθεί από τη λήθη.

Ελάχιστα από αυτά είχαν δει το φως της δημοσιότητας. Τώρα όμως μέσα από την έκθεση «Αγνωστος Καλλιτέχνης», ένα εικαστικό αφιέρωμα που συνδιαμορφώθηκε και συνδιοργανώθηκε από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και τον πολιτιστικό οργανισμό Στέγη Σ. Τρύφων, όπου και θα φιλοξενηθεί στον Μόλυβο της Λέσβου, περίπου 40 έργα-αντίγραφα θα συναντήσουν το κοινό μαζί με 11 έργα σύγχρονων καλλιτεχνών, όπως οι Πάνος Χαραλάμπους, Δημήτρης Φουτρής, Ειρήνη Μπαχλιτζανάκη κ.ά.

Σωτήρης Σόρογκας, «Σπίτι», Οικία Τριανταφύλλου, Δράκεια Πηλίου (1959)

Με έναυσμα τη συζήτηση που γίνεται σήμερα στη σύγχρονη τέχνη για τη λεγόμενη «μαύρη ύλη», «τους καλλιτέχνες οι οποίοι δεν κινούν τις δημοπρασίες, δεν είναι ο Ντέμιαν Χερστ, αλλά εν τούτοις έχει αποδειχθεί ότι είναι αυτοί οι οποίοι κινούν τον κόσμο της τέχνης παραμένοντας ανώνυμοι», όπως εξηγεί η επιμελήτρια της έκθεσης και εικαστικός Χριστίνα Σγουρομύτη, ενορχηστρώθηκε η συνύπαρξη έργων τα οποία χαρτογραφούν στην ουσία τρεις γενιές καλλιτεχνών και τη συνδιαλλαγή τους με την ανωνυμία στην τέχνη.


«Από τον άγνωστο τεχνίτη που δεν είχε την ανάγκη να βάλει την υπογραφή του βλέπει κανείς τους φοιτητές όπως ο Αλέκος Φασιανός, ο οποίος δουλεύει τα έργα αυτά με αποτέλεσμα να αποποιείται ως ένα σημείο την ταυτότητά του και να γίνεται και αυτός άγνωστος. Τέλος, υπάρχει και μια «τρίτη» γενιά καλλιτεχνών οι οποίοι επιλέγονται για να συνδιαλλαγούν είτε με τα παλιά έργα είτε ευρύτερα με την έννοια της νεοελληνικής –σε πολλά εισαγωγικά –ταυτότητας και παράδοσης είτε επειδή παίζουν οι ίδιοι με τις θεματικές της οικειοποίησης και της αντιγραφής. Μέσα από αυτά τα έργα και σε συνεργασία με τους θεωρητικούς της έκθεσης Νικόλα Κολώνια, Πάνο Κομπατσιάρη και Γιώργο Παπαδόπουλο δημιουργείται το πλαίσιο της ιδέας του αέναου αντιγράφου το οποίο αμφισβητεί με έναν τρόπο την υπογραφή, την αυθεντία του καλλιτέχνη και στην ουσία αυτονομείται στη διάρκεια των ετών».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ