Το αρχιτεκτονικό γραφείο 3SK ιδρύθηκε το 1972 από τον Αντώνη Στυλιανίδη. Το 1976 ο σπουδασμένος στη Γερμανία αρχιτέκτων συναντήθηκε με τον εξάδελφό του Βαγγέλη που είχε μόλις ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Μετσόβιο και στη Γαλλία και ένωσαν τις δυνάμεις τους, τις γνώσεις τους και την αφοσίωσή τους στον κοινό σκοπό: την αρχιτεκτονική που λειτουργεί υπέρ του ευ ζην. Στην ομάδα συμμετέχουν επίσης ο Κώστας Σιώνης και η Βάσια Στυλιανίδη. Ο Βαγγέλης Στυλιανίδης (φωτογραφία) μίλησε στο «Βήμα» ως εκπρόσωπος του γραφείου.
Βλέποντας την έκθεσή σας παρατηρώ ότι έχετε επικεντρωθεί στον τουρισμό.
«Ηταν εντελώς τυχαίο. Δύο οικογένειες από το Ηράκλειο, ο Σμπώκος και ο Οικονόμου, μας ανέθεσαν τα ξενοδοχεία τους. Ετσι αρχίσαμε να χτίζουμε ξενοδοχεία, στην αρχή στην Κρήτη και μετά σε όλη την Ελλάδα. Το Φιξ είναι το πρώτο δημόσιο έργο που κάναμε».

Η δουλειά σας έχει κάποια χαρακτηριστικά;
«Υπηρετούμε μια αρχιτεκτονική χειρωνακτική. Ζούσαμε και ζούμε πολύ στο γιαπί. Τα σχέδιά μας έχουν μια αρχική ιδέα αλλά ποτέ δεν είναι ολοκληρωμένα».  
Στην Ελλάδα που επενδύει στον τουρισμό δεν θα μπορούσε να καλλιεργηθεί ένα αρχιτεκτονικό ιδίωμα;  
«Ο τουρισμός δεν είναι ένα ευχάριστο γεγονός. Είναι ένα μαζικό προϊόν, πολύ ρυπογόνο, που ή το θέλεις ή δεν το θέλεις. Αν πρόκειται να πουληθώ, πρέπει να πουληθώ με τον πιο επικερδή τρόπο. Καλή αρχιτεκτονική είναι αυτή που βγάζει λεφτά. Οταν φτιάχνεις ένα ξενοδοχείο, πρέπει να θυμάσαι ότι θα πουληθεί διεθνώς κατά 60% μέσα από μία εικόνα».  

Πιστεύετε στα ξενοδοχεία μαζικού τουρισμού;  
«Απολύτως. Είναι εγκληματικό να φτιάχνονται μικρές μονάδες. Η Ελλάδα έχει 3 εκατ. χλμ. παραλίες. Ας χαλάσουμε τα 100 χλμ. για να φτιάξουμε 10 μεγάλα ξενοδοχεία που θα τα πουλάμε πανάκριβα. Ο τουρισμός πρέπει να αναπτυχθεί σε ειδικές ζώνες και την υπόλοιπη Ελλάδα να μην την πειράξουμε».  

Δηλαδή να θυσιαστούν κάποιες περιοχές για καλό των υπολοίπων.
«Ενα ξενοδοχείο, από αυτά που δεν σας αρέσουν, έχει ζωή 30-35 χρόνια. Προτείνω λοιπόν μετά να αποσύρονται, να κατεδαφίζονται και να αποκαθίσταται η περιοχή. Εχει γεμίσει η Ελλάδα με σκελετούς ξενοδοχείων. Σημασία δεν έχει εάν είναι ωραίο ένα ξενοδοχείο αλλά πού πετάει τα απόβλητά του, πόσους εργαζομένους έχει, τι φόρους πληρώνει, τι ανταποδοτικά πράγματα δίνει στην τοπική κοινωνία, και αν όλα αυτά τα μετρήσουμε και είναι ΟΚ, τότε να χτιστεί».

Στην περίπτωση του Φιξ ήταν πρόκληση το ότι είχατε στα χέρια σας ένα εμβληματικό κτίριο του μοντέρνου κινήματος;

«Είχαμε το απομεινάρι ενός εμβληματικού κτιρίου. Το μισό είχε κατεδαφιστεί και από το άλλο μισό προβλεπόταν να διατηρηθούν δύο όψεις, προς Συγγρού και Φραντζή. Στην τρίτη όψη επιτρεπόταν να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Στην τέταρτη θα κολλήσει κάποια στιγμή ένα άλλο κτίριο, που θα αποκαθιστά το αρχικό, υποχρέωση που έχει αναλάβει το Αττικό Μετρό. Γι’ αυτό και δημιουργήσαμε μια αίσθηση τομής».
Από το κτίριο του Ζενέτου διατηρήσατε μόνο τις δύο όψεις;
«Και ένα μικρό εσωτερικό κομμάτι. Το Φιξ ήταν αποτέλεσμα διαδοχικών κατασκευών που έγιναν σε διαφορετικές εποχές. Ο Ζενέτος συμπλήρωσε το κτίριο εσωτερικά και του φόρεσε ένα παλτό. Η όψη ήταν το μεγάλο του εύρημα. Παρότι ήταν ένα τεράστιο κτίριο, είχε μια ελαφρότητα».
Ποια είναι η ιδέα πίσω από τη δική σας πρόταση;
«Φτιάξαμε ένα κουτί σε πολλά επίπεδα, το οποίο τροφοδοτείται από ένα σύστημα κυλιόμενων σκαλών που τρέχει παράλληλα με την οδό Συγγρού. Στο ισόγειο δημιουργήσαμε έναν γενναίο χώρο ο οποίος λειτουργεί ως σημείο συνάντησης των ανθρώπων. Οι τρεις όροφοι θα φιλοξενούν τη μόνιμη συλλογή και οι άλλοι δύο περιοδικές εκθέσεις. Οι αίθουσες είναι μονωμένες από το φυσικό φως. Στα επί μέρους στοιχεία είναι ένα εστιατόριο που βρίσκεται στην κορυφή με θέα την Ακρόπολη και μια υπαίθρια γλυπτοθήκη στην ταράτσα».
 
Λάβατε υπόψη σας την τέχνη που θα φιλοξενήσει;   
«Η σύγχρονη τέχνη απαιτεί ένα περιβάλλον ουδέτερο ώστε να μην εμποδίζει τα έργα να συνομιλούν με τον θεατή. Μουσεία-πριμαντόνες, όπως είναι το Guggenheim στο Μπιλμπάο, όπου η τέχνη ξεχνιέται, εμάς δεν μας βρίσκουν σύμφωνους».
Το κτίριο του Ζενέτου είχε μια ελαφρότητα.  Ωστόσο η νέα πρόσοψη της Καλλιρρόης χαρακτηρίζεται από βαρύτητα.  
«Η ιδέα ήταν να φτιάξουμε μια όψη που θα έχει μια διήγηση. Αν κάνουμε μια γεωδαιτική τομή στον Ιλισό, που περνάει από εκεί, θα δούμε ότι υπάρχει χώμα και από πάνω νεράκι. Αντιστρέψαμε αυτό το δεδομένο και βάλαμε από πάνω μια κατασκευή με πέτρες και από κάτω έναν καταρράκτη. Το κάναμε με μια σχεδιαστική γενναιότητα. Τώρα θα δούμε αν πέτυχε ή όχι».
Η προοπτική μιας όψης που θα συνομιλεί με τις διατηρηθείσες όψεις του Ζενέτου δεν ήταν για εσάς πρόκληση;
«Ηταν μια λύση το να επαναλάβουμε το λεξιλόγιο του Ζενέτου με σύγχρονο τρόπο. Σίγουρα δεν θα ήταν κάτι ευρηματικό. Μπορεί να λειτουργούσε και συγχυτικά σε σχέση με το υπόλοιπο κτίριο. Σε αυτή την περίπτωση θα μας κατηγορούσαν ότι κάναμε μια μαϊμού Ζενέτο. Προτιμήσαμε κάτι εντελώς καινούργιο. Αλλωστε και ο Ζενέτος ήταν ένας ευρηματικός αρχιτέκτονας, δεν θα έκανε ποτέ μια επανάληψη».
Υπάρχει όριο στο πόσο επεμβαίνουμε σε ένα διατηρητέο κτίριο;
«Οχι, είναι ανοιχτό. Κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Ελάχιστες επεμβάσεις  έχουν δώσει αριστουργήματα και μεγάλες επεμβάσεις έδωσαν επίσης αριστουργήματα. Δεν υπάρχει κανόνας».
Δεν οφείλουμε να σεβόμαστε την αισθητική ιστορία μιας πόλης;  
«Δεν οφείλουμε καθόλου, θέλουμε. Είναι η ταυτότητά μας. Πρέπει όμως να σκεφτούμε σοβαρά τι αξίζει πραγματικά να διατηρήσουμε. Αυτή η κλάψα ότι πρέπει να διατηρούνται όλα εμάς δεν μας αντιπροσωπεύει. Το τι γκρεμίζουμε και το τι διατηρούμε κάθε φορά δεν πρέπει να μπαίνει σε κανόνες, είναι η συνείδηση μιας κοινωνίας που το καθορίζει. Αν δεν υπάρχει αυτός ο διάλογος, καταλήγουμε σε παραδείγματα όπως η Αθήνα, μια πόλη μη αναγνωρίσιμη οικοδομικά, άναρχη και ψιλοδιαλυμένη».

Ποιο είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της Αθήνας;
«Η έλλειψη φροντίδας του δημόσιου χώρου: πεζοδρόμια, πλατείες, δημόσια κτίρια, πράγματα για τα οποία φρόντιζε η ελληνική κοινωνία μέχρι τη δεκαετία του ’30. Είμαστε μια κοινωνία που δεν έχει  άποψη για το δημόσιο πρόσωπό της».

Υπάρχει ελπίδα;
«Με ρωτάτε ως αρχιτέκτονα αλλά δεν παύω να είμαι και πολίτης, και βλέπω τη ζωή των Αθηναίων να καταβαραθρώνεται μέρα με τη μέρα. Η Αθήνα εξελίσσεται σε μια σκληρή πόλη. Δηλώνω περιδεής».

***Στην μελετητική αρχιτεκτονική ομάδα του ΕΜΣΤ εκτός από τα γραφείο 3SK Στυλιανίδης συμμετείχαν τα αρχιτεκτονικά γραφεία Ι. Μουζάκης, Tim Rona και η αρχιτέκτων Καλλιόπη Κοντόζογλου.

πότε & πού:
Η έκθεση 3SK (1972-2014) στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς συνεχίζεται ως τις 9 Νοεμβρίου

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ