Εν μέσω προεκλογικού χάους στην Αθήνα και συνθήκες διεθνούς οικονομικού ελέγχου τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, προωθείται ξαφνικά και με πολύ υψηλές ταχύτητες μια πορεία επίλυσης του Κυπριακού που περίπου ήρθε από το πουθενά. Στην Κύπρο το θέμα συζητείται πολύ σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου έχει περάσει σε εντελώς και απολύτως δυσανάλογη της σημασίας του δεύτερη μοίρα.

Σήμερα το Κυπριακό είναι πολύ πιο σύνθετο από ότι ήταν τα προηγούμενα χρόνια και πιθανότατα είναι και διαφορετικό πια ζήτημα σε ουσιώδεις διαστάσεις του, για δύο τουλάχιστον λόγους: πρώτον επειδή υπάρχουν τα ενεργειακά ζητήματα σε καθοριστικό οικονομικό και ενεργειακό ρόλο για την πορεία της Κύπρου, ζητήματα που ουδέποτε ήταν τόσο σημαντικά στο παρελθόν σε καμία άλλη στιγμή της μακράς πορείας του προβλήματος. Χωρίς να προσμετρηθούν και να “μπουν μπροστά” οι εξελίξεις γύρω από αυτά τα ζητήματα, όπως η στενότατη συνεργασία της Κύπρου με το Ισραήλ και με σημαντικές αμερικανικές εταιρίες που ήδη ενεργούν στην Κύπρο, είναι αδιανόητη η λύση του προβλήματος. Είναι αδιανόητο η Κύπρος και η Ελλάδα να μην κάνουν χρήση αυτών των νέων δεδομένων στη διαδικασία διαπραγμάτευσης.

Το δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχείο, είναι η πληθυσμιακή ισορροπία: με τους εποίκους να έρχονται κάθε χρόνο στην Κύπρο εδώ και δεκαετίες, το Κυπριακό κάθε άλλο παρά ίδιο είναι για τους Ελληνοκυπρίους με αυτό που ήταν το 1974 ή και πολύ πιο πρόσφατα. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι πληθυσμιακοί συσχετισμοί είναι σήμερα εκείνοι που ήταν πριν και από λίγο ακόμα καιρό, ενώ είναι περίπου σίγουρο ότι σε λίγα χρόνια θα έχουν επέλθει ουσιώδεις ανατροπές. Κι αυτό, σημαίνει ότι στη διαδικασία επίλυσης δεν μπορούν να πρυτανεύσουν πεπαλαιωμένα πληθυσμιακά κριτήρια.

Τέλος, υπάρχει το διεθνές περιβάλλον: θα είναι έγκλημα για την Ελλάδα και την Κύπρο να συζητήσει μία λύση η ουσία της οποίας διαμορφώθηκε, όπως το Σχέδιο Ανάν, σε μία εποχή κατά την οποία η Τουρκία του Ερντογάν ήταν “το αγαπημένο παιδί” της Δύσης. Τώρα τα πράγματα δεν είναι πλέον έτσι και αυτό δεν αναμένεται να ανατραπεί. Η σημερινή Τουρκία έχει μείζονα προβλήματα στις σχέσεις της με τη Δύση και ούτε αυτά είναι δυνατόν να μείνουν έξω από την εξίσωση.

Με λίγα λόγια, το Κυπριακό έχει αλλάξει. Αν η Ελλάδα και η Κύπρος είναι σε θέση να το κατανοήσουν αυτό επαρκώς και να το αξιοποιήσουν στη διεθνή διαδικασία, εξηγώντας επαρκώς και ότι είναι αναγκαίο να εξηγηθεί και στους συμμάχους μας, έχει καλώς. Αν όχι, καλύτερα να το αφήσουν και να μην βιαστούν γιατί θα κάνουν λάθος. Και θα είναι μεγάλο λάθος.