Η μάχη για τη δημοκρατία είναι διαρκής και χρειάζεται να επιστρατευθούν και νομικά και πολιτικά μέσα κατά της φασιστικής Ακροδεξιάς, επισημαίνει στη συνέντευξή του ο κ. Αντόνιο Βιτορίνο, πρώην επίτροπος Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και σημερινός πρόεδρος του Notre Europe, της δεξαμενής σκέψης που ίδρυσε ο Ζακ Ντελόρ. Ο κ. Βιτορίνο, ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα για την εκδήλωση του think tank της κυρίας Αννας Διαμαντοπούλου «Το Δίκτυο», δεν κρύβει τον προβληματισμό του για το ενδεχόμενο να εκπροσωπηθούν ακραία κόμματα στο Ευρωκοινοβούλιο. Δηλώνει ωστόσο αισιόδοξος ότι οι ευρωπαίοι Σοσιαλιστές θα παρουσιάσουν ένα ανανεωμένο μανιφέστο στις ευρωεκλογές του 2014 το οποίο θα διαφοροποιείται από την πολιτική λιτότητας της συντηρητικής Ευρώπης.
Στη διάρκεια της κρίσης οι μετανάστες, είτε ως θύματα είτε ως θύτες, έχουν μετατραπεί σε παράγοντα που επηρεάζει σημαντικά την πολιτική ζωή. Ταυτοχρόνως επανεμφανίζονται ακροδεξιά κινήματα σε όλη την Ευρώπη. Πώς το σχολιάζετε;
«Δεν προκαλεί έκπληξη σε μια περίοδο κατά την οποία εφαρμόζονται σκληρά μέτρα λιτότητας οι μετανάστες να εμφανίζονται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Φυσικά οι Συντηρητικοί επιχειρούν να επωφεληθούν από τον στιγματισμό των μεταναστών, τους ρίχνουν το ανάθεμα, και αυτό μας δείχνει ότι πρέπει επειγόντως να βρούμε ξανά τις ανθρωπιστικές και δημοκρατικές αξίες μας, να μιλήσουμε πάλι για την αμοιβαία κατανόηση και την ανοχή. Συνήθως όταν ερωτώνται οι πολίτες «πόσοι μετανάστες πιστεύετε ότι ζουν στη χώρα σας;», λένε τον διπλάσιο ή τον τριπλάσιο αριθμό από τον πραγματικό. Υπολογίζεται ότι στην Ευρώπη ζουν κατά προσέγγιση 20 εκατομμύρια μετανάστες σε έναν πληθυσμό 500 εκατομμυρίων κατοίκων και στην Ελλάδα το ποσοστό τους πλησιάζει το 10%, το υψηλότερο σε όλη την Ευρώπη. Η λύση είναι να ξεκαθαρίσει το νομικό καθεστώς των μεταναστών, όσοι έχουν τις προϋποθέσεις να νομιμοποιούνται και οι υπόλοιποι να απελαύνονται».
Η κυβέρνηση συνεργασίας στη χώρα μας έχει διχαστεί για την αναγκαιότητα ενός πιο αυστηρού νομικού πλαισίου για τα εγκλήματα ρατσιστικής βίας. Εσείς πιστεύετε ότι η μάχη κατά του φασισμού είναι μόνο ιδεολογική ή και νομική;
«Δεν γνωρίζω το ελληνικό νομικό σύστημα. Στην Πορτογαλία όμως αξιοποιήσαμε την απαγόρευση του Συντάγματος για τις ακροδεξιές οργανώσεις και διαλύσαμε τη φασιστική οργάνωση προτού αποκτήσει άλλη υπόσταση. Εκείνη την εποχή ήμουν δικαστής στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο έχει την αρμοδιότητα να θέτει εκτός νόμου μια οργάνωση αν είναι φασιστική και οι αρχές που πρεσβεύει είναι αντιδημοκρατικές».
Στην Ελλάδα όμως η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα εκλεγμένο στο Κοινοβούλιο και υπάρχει ο προβληματισμός μήπως τέτοιες ενέργειες την ενδυναμώσουν.
«Πρέπει να διακρίνουμε την περίπτωση των οργανώσεων από τους ιδιώτες και τα κόμματα. Στην Ευρώπη υπάρχει αυστηρή νομοθεσία για τους αρνητές του Ολοκαυτώματος, για τους νεοναζί, τους φασίστες και όσους υποκινούν ρατσιστική και ξενοφοβική βία. Θέλω όμως να είμαι σαφής. Χρειάζεται να αξιοποιούμε και τα νομικά εργαλεία για την επιβολή του νόμου και την πολιτική δράση. Πρόκειται για μια διαρκή μάχη για τη δημοκρατία και την προάσπιση βασικών αρχών και αξιών».
Ο ευρωσκεπτικισμός αυξάνεται σε όλη την Ευρώπη. Θεωρείτε ότι υπάρχει κίνδυνος να αναδειχθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δυνάμεις οι οποίες ενδεχομένως να οδηγήσουν στη διάλυση της ΕΕ;
«Οχι, δεν προβλέπω τη διάλυση της ΕΕ. Υπάρχει όμως πράγματι αύξηση του ευρωσκεπτικισμού σε όλα τα κράτη-μέλη, όχι μόνο σε αυτά που υποφέρουν από την κρίση όπως η Ελλάδα ή η Πορτογαλία αλλά και στην ίδια τη Γερμανία. Κατά τη γνώμη μου, αυτό συμβαίνει επειδή ιστορικά η ύπαρξη της ΕΕ νομιμοποιείται από τα αποτελέσματα και τώρα απλώς δεν υπάρχουν αποτελέσματα. Είναι λοιπόν αναμενόμενο να αναρωτιούνται οι πολίτες «για ποιον λόγο μάς συμβαίνουν όλα αυτά;». Σε έναν κόσμο που είναι απολύτως παγκοσμιοποιημένος και οι αναδυόμενες οικονομίες είναι πανίσχυρες και ηπειρωτικής κλίμακας, όπως π.χ. η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία, το κάθε ευρωπαϊκό κράτος μόνο του –ακόμη και η Γερμανία –δεν έχει επαρκή ισχύ για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω της Ενωσης. Βεβαίως θα πρέπει να αλλάξουμε το προφίλ και τις πολιτικές της ΕΕ. Οι ευρωεκλογές με προβληματίζουν επειδή η ψήφος είναι χαλαρή και συνεπώς ενισχύονται τα μικρότερα κόμματα, τα ακραία κόμματα, το χαμηλό επίπεδο πολιτικής. Οσοι πιστεύουν στην Ευρώπη θα πρέπει να ενεργοποιήσουν το εκλογικό σώμα ώστε να ψηφίσει αυτούς που θα αποτρέψουν τη μετατροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ένα θέατρο ακραίων και γραφικών εκπροσώπων από κόμματα που δεν έχουν κανένα σχέδιο για την Ευρώπη εκτός από το να καταστρέψουν την ενότητά της».
Πιστεύετε ότι ένα κοινό μέτωπο των χωρών του Νότου θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά στις πολιτικές της σκληρής λιτότητας;
«Πάντα υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο –γεωγραφικές, πολιτικές, πολιτιστικές. Εχουμε πρόβλημα διαφορετικών αντιλήψεων. Οι Νότιοι πιστεύουν ότι τιμωρούνται υπερβολικά και οι Βόρειοι ότι πληρώνουν για τα λάθη του Νότου. Κάνουν και οι δύο λάθος. Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι απαραίτητη και οι νότιες χώρες θα πρέπει να κατανοήσουν ότι έκαναν λάθη στο παρελθόν και δεν μπορούν να διατηρούν μη βιώσιμα χρέη. Επίσης στον Βορρά θα πρέπει να καταλάβουν ότι η προσπάθεια σύγκλισης χρειάζεται χρόνο και στήριξη, όχι τιμωρία. Θα χρειαστεί να απαιτήσουμε όλοι από τους ηγέτες μας να οικοδομήσουν σε νέες βάσεις τη συμβίωση, να επεξεργαστούμε ξανά τα προγράμματα προσαρμογής, τα οποία έχουν καταστρεπτικές συνέπειες σε ό,τι αφορά την ύφεση και την ανεργία, να στηρίξουμε την ανάπτυξη για να επέλθει ισορροπία. Δεν είμαι όμως υπέρ της ιδέας των δύο κλαμπ, των Βορείων και των Νοτίων. Αυτή είναι η άρνηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ιδέα να φτιαχτεί ένα κλαμπ ή μια οικονομική συμμαχία δεν προωθεί καθόλου την αλληλεγγύη».
Αισιοδοξία
«Ανάπτυξη για κοινωνική συνοχή»
«Ανάπτυξη για κοινωνική συνοχή»
Εκτιμάτε ότι θα πάψει η πολιτική της λιτότητας και ότι θα ενισχυθούν τα προγράμματα για την ανάπτυξη; Θα επιβεβαιωθούν τα success stories της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας ή ακόμη και της Ελλάδας;
«Ορισμένες δηλώσεις που γίνονται στη Γερμανία θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κομμάτι του εσωτερικού προεκλογικού διαλόγου. Ωστόσο, τις τελευταίες εβδομάδες έρχονται κάποια σημάδια από τη Γερμανία και από τη Γαλλία ότι υπάρχει περιθώριο να επανεξεταστούν τα μέτρα λιτότητας που έχουν επιβληθεί στον Νότο, και στην Ιρλανδία, και να ενισχυθεί η ανάπτυξη γιατί είναι απολύτως απαραίτητο να διαφυλαχθεί η κοινωνική συνοχή».
Στην Πορτογαλία το πολιτικό σύστημα συναίνεσε στο μνημόνιο, στην Ελλάδα όχι. Η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία μπορεί να διατυπώσει μια εναλλακτική πρόταση για την κρίση;
«Δύο χρόνια μετά την εφαρμογή του μνημονίου, η συναίνεση στην Πορτογαλία είναι πολύ μικρότερη και στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία. Η προσπάθεια έφτασε στα όριά της, κάποια αποτελέσματα επιτεύχθηκαν, με δυσανάλογο όμως κόστος στην ύφεση και στην ανεργία. Οι Σοσιαλιστές πράγματι ηττήθηκαν στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, αλλά όχι στη Γαλλία ή στην Ιταλία. Νομίζω ότι το κυρίαρχο για τους ψηφοφόρους ήταν να τιμωρήσουν αυτούς που βρίσκονταν στην εξουσία και όχι ειδικά τους Σοσιαλδημοκράτες. Είναι αλήθεια πάντως ότι τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα περνούν δύσκολες ώρες. Χρειάζεται να δημιουργήσουν ένα νέο αφήγημα, ικανό να κινητοποιήσει τους πολίτες, και να ανανεώσουν τις προτάσεις τους δίνοντας έμφαση στην αντιμετώπιση της ανεργίας και των κοινωνικών ανισοτήτων. Οι ευρωεκλογές είναι μια σημαντική ευκαιρία για να αναζητήσουμε ευθύνες από τις κεντροδεξιές δυνάμεις που κυβερνούν αυτή τη στιγμή την Ευρώπη και είναι υπεύθυνες για τη σκληρή λιτότητα. Ο διάλογος που ξεκίνησε, και μέσω της Προοδευτικής Συμμαχίας, είναι σημαντικός για να έρθουν οι ιδέες στο προσκήνιο και να συνταχθεί το μανιφέστο των Σοσιαλδημοκρατών για τις ευρωεκλογές. Είμαι αισιόδοξος».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ