Τον κίνδυνο να χάσει τον υψηλότερο βαθμό πιστοληπτικής ικανότητας (ΑΑΑ) αντιμετωπίζει η Μεγάλη Βρετανία, μετά την ανακοίνωση του ενδιάμεσου προϋπολογισμού από τον υπουργό Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν.

Στην παρουσίασή του την Τετάρτη ο Οσμπορν εξήγγειλε μέτρα λιτότητας μέχρι το 2018, αφού δεν μπορούν να καλυφθούν άμεσα όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα βγάλουν τη βρετανική οικονομία από την ύφεση.

Το γεγονός της καθυστέρησης της κυβέρνησης του Ντέιβιντ Κάμερον να βάλει σε τάξη τα δημοσιονομικά της χώρας σταθεροποιώντας την αναλογία του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ θέτει σε κίνδυνο την πιστοληπτική αξιοπιστία της δεύτερης μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας.

Ο οίκος Moody’s, που είχε εκφράσει «αρνητικές προοπτικές» για την πιστοληπτική ικανότητα της Μεγάλης Βρετανίας, δήλωσε πρόσφατα ότι αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι «μετρήσεις χρέους» της χώρας θα πρέπει να «σταθεροποιηθούν μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια».

Ο βρετανός αξιωματούχος αναγκάστηκε να παραδεχτεί μια απότομη επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών και νέες τρύπες στα δημόσια οικονομικά. Μετέφερε ακόμα τις αναθεωρημένες προς τα κάτω προβλέψεις του ανεξάρτητου Γραφείου Ευθύνης Προϋπολογισμού για τον ρυθμό ανάπτυξης της βρετανικής οικονομίας από το 2% στο 1,2%.

Η ασθενέστερη ανάπτυξη θα αναγκάσει την κυβέρνηση να δανειστεί περισσότερο κάθε χρόνο και θα αυξήσει το δημόσιο χρέος κατά 105 δισ. στερλίνες μέχρι 2016-2017, καθιστώντας αδύνατο να πετύχει τους πρότερους στόχους της, που προέβλεπαν μείωση του χρέους μέχρι το 2015-2016.

Εκπρόσωποι του οίκου αξιολόγησης Fitch, που είχε ήδη από τον Μάρτιο προειδοποιήσει για την υποβάθμιση της χώρας, δήλωσαν ότι «η απώλεια του στόχου αποδυναμώνει την αξιοπιστία του δημοσιονομικού πλαισίου της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία είναι ένας από τους παράγοντες που στηρίζουν την παραμονή της στην κορυφή της αξιολόγησης».