Όταν πιάνεις στα χέρια σου το στυλό, για να γράψεις για την Ελλάδα, νιώθεις το φόβο της μύτης του, η οποία όντας υποτελής στη δική σου έκφραση αποτυπώνει στο χαρτί σκληρές αλήθειες.Αφορμή για συγγραφή μού δόθηκε από τον παρακάτω διάλογο που άκουσα σε συρμό του προαστιακού σιδηροδρόμου μεταξύ δύο νέων, ηλικίας περίπου 27 ετών.Ο ένας βλέπει το ημερολόγιο στο κινητό: «- Πότε πέφτουν τα Χριστούγεννα; -Τρίτη. – Άρα και Πρωτοχρονιά.

Για κοίτα. 25η πότε πέφτει; – Δευτέρα. Τέλειο τριήμερο. – Πρωτομαγιά; – Μην πας τόσο μακριά. Κάποιος από τους δύο μέχρι τότε θα έχει φύγει.» Και εδώ έρχομαι να παραβώ μία υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου: ότι από εδώ και στο εξής δεν πρόκειται να παραπονεθώ για την πανέμορφη χώρα μου, που τη λάτρεψα και στη συνέχεια, ύστερα από 26 χρόνια σχέσης, αποφάσισε να μου ζητήσει διαζύγιο για λόγους που την αφορούν.Μιας, όμως, που πλέον η υπαιτιότητα έχει αποσχιστεί από το δίκαιο της διατροφής, δεν υποχρεούται και να με διατρέφει.

Η ανατροφή και η διατροφή μπορεί μεν να έχουν κοινή ρίζα, αλλά τους ξεχωρίζει η διαφορετική τους πρόθεση. Και σημασιολογικά και γραμματολογικά. Η ανατροφή αφορά την περίοδο της ανηλικότητας και υπεύθυνοι για αυτή είναι οι κηδεμόνες. Ορισμένες φορές συνοδεύεται και με τρόπους. Από την άλλη, η διατροφή, ακολουθεί χρονικά την ανατροφή και αφορά την περίοδο της ενηλικότητας: όσο σε τάισε το φιλεύσπλαχνο κράτος, σε τάισε. Ήρθε τώρα η ώρα της ανάληψης εξ ολοκλήρου της δική σου διατροφής και των τυχόν παιδιών σου. «Με τι χρήματα όμως;», έρχεται η αυθόρμητη ερώτηση. Δεν είναι τραγικό, με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου, η χώρα του Ευκλείδη και του Πυθαγόρα, που θεμελίωσαν τις θετικές επιστήμες και να μην γνωρίζουμε ότι από τα 5 δεν μπορούν να αφαιρεθούν 7; Και όμως. «Τους αρνητικούς αριθμούς γιατί τους έχουμε;», θα έρθει η απάντηση. «-2».

Τώρα πρακτικά τι σημαίνει αυτό; Ότι έχω πέντε αυγά και θα δώσω επτά, διότι κανονικά θα έδινα τρία αλλά με τους (σ)τόκους των συμφωνιών των νυν και πρώην (και πολύ πρώην) κυβερνώντων σε συνδυασμό με μία μανιώδη υπερκατανάλωση του δηθενισμού (λέξη δική μου) του νεοέλληνα οδηγηθήκαμε στην ομηρική τύφλωση και συνάμα στην υπερχρέωση του κουμπαρά μας και του μετώπου μας.

Το καλοκαίρι πάντοτε αποτελούσε μία περίοδο αναδιοργάνωσης και ετήσιου προϋπολογισμού. Αποτελούσε μία περίοδο εξοικονόμησης ενέργειας για το κρύο του χειμώνα. Αποτελούσε ένα ευχάριστο διάλειμμα για βουτιές. Συνεχίζει να αποτελεί; Απλώς αναρωτιέμαι. Μπορεί να γίνει μία δημοσκόπηση με αυτό το ερώτημα; Όχι «τι θα ψηφίζατε αύριο;», αλλά «τι θα διαλέγατε; Καύσωνα χωρίς κλιματισμό ή παγετό χωρίς πετρέλαιο;» Το δικηγορικό επάγγελμα, που θα με διαθρέψει, (και όχι αναθρέψει) σου δίνει τη δυνατότητα να εισχωρήσεις μέσα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και να πάρεις μια γερή δόση από την τρέχουσα πραγματικότητα. Αυτές οι έγνοιες των διαφόρων οικογενειών σου δίνουν μία πλήρη εικόνα για το ποια κατάσταση επικρατεί στην χώρα.

Συμπερασματικά: Υπάρχει μία μικρή διαρροή αέρα στο επάνω (κοινωνικό) στρώμα χωρίς να εμπνέει κάποια ανησυχία. Το μεσαίο κοινωνικό στρώμα βρίσκεται συνεχώς με κουβάδες στα χέρια μήπως και καταφέρουν κάποιοι με τα χέρια τους (τα κουπιά τα έχει κατασχέσει η εφορία, είναι οι αντίστοιχες πινακίδες αυτοκινήτων) και βγάλουν τα νερά προσαράζοντας σε κάποια στεριά. Και τέλος το τελευταίο κοινωνικό στρώμα.

Ποιό να ’ταν άραγε; Όποιο και να ’ταν, δεν υπάρχει πια. Ή τουλάχιστον μόνο στα χαρτιά, όπου ένας άνεργος υποχρεούται να πληρώσει κάποιες χιλιάδες ευρώ. Όχι, όχι, άκυρο. Δεν υποχρεούται πλέον. Το στρώμα δεν υπάρχει πια και δεν βγαίνουν μπουρμπουλήθρες από το νερό. Γλίτωσε. Ο Καβάφης είχε γράψει ότι σημασία δεν έχει ο προορισμός αλλά το ταξίδι για την Ιθάκη. Αν γνώριζε σε τι κατάσταση θα βρισκόταν η Ελλάδα ύστερα από τόσα χρόνια, ίσως να μην είχε γράψει για την Ιθάκη, αλλά για τη Λευκάδα, μιας που δεν απαιτούνται και ακτοπλοϊκά. Εκτός αν είχε προνοήσει ότι ούτως ή άλλως δεν θα έβγαινε η βενζίνη, εξ ου και το ότι μετράει το ταξίδι και όχι ο προορισμός (σύγχρονη ερμηνεία: μέχρι όπου σε βγάλει).