Οι περισσότεροι αναλυτές, στην Δύση τουλάχιστον, εκτιμούν πως η πτώση του καθεστώτος Ασαντ είναι δεδομένη, ζήτημα χρόνου και μόνον.

Όμως μια νέα ανάλυση που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του βρετανικού BBC δείχνει ότι πολλές από τις προβλέψεις γύρω από τις εξελίξεις στη Σύρια είναι αποτέλεσμα στρεβλών αντιλήψεων

Όπως σωστά αναφέρει ο Μαγκντί Αμπντελαντί, ανεξάρτητος αναλυτής μεσανατολικών θεμάτων και επί χρόνια συνεργάτης του BBC αλλα και της Guardian, το βέτο της Ρωσίας και της Κίνας δεν είναι το μόνο εμπόδια σε μία αποτελεσματική επέμβαση της διεθνούς κοινότητας στα τεκταινόμενα στη Σύρια: εξίσου σημαντικό αντικίνητρο για μια επέμβαση είναι και οι πολλαπλοί κίνδυνοι που συνοδεύουν την πιθανότητα ανατροπής του Μπασάρ αλ Άσαντ, οι οποίοι όπως γράφει «καθιστούσαν πάντα τρομαχτικό και «δυσκολοχώνευτο» το σενάριο επέμβασης».

Στη χειρότερη περίπτωση, όταν το καθεστώς νοιώσει ότι «στριμώχνεται», μπορεί να παραδοθεί. Ένα είναι το σίγουρο όμως, θα πάρει μαζί του όσο το δυνατόν περισσότερους εχθρούς του μπορεί. Αυτό βέβαια σημαίνει και μεγιστοποίηση της ζημίας και όλων των αντιπάλων της χώρας, εντός ή εκτός συνόρων της.

Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας έκβασης θα είχε επιπτώσεις ανάλογες μιας πυρηνικής καταστροφής, αφήνοντας πίσω πληγές αλλά και δεκάδες χιλιάδες νεκρών και εκτοπισμένων. Πιθανή απόρροια της ίσως να είναι και η αποσταθεροποίηση όχι μόνο της Συρίας αλλά και της ευρύτερης περιοχής δημιουργώντας τριγμούς στις ασταθείς πολιτικές και κοινωνικές δομές της, γράφει ο αιγυπτιακής καταγωγής αναλυτής.

Οι λόγοι για τους οποίους η μοίρα της Συρίας είναι τόσο άρρηκτα συνυφασμένη με αυτή των γειτόνων της μπορούν να εντοπιστούν τόσο στην παλαιότερη όσο και στην πρόσφατη ιστορία της. Η Συρία βρίσκεται στην καρδιά της Μέσης Ανατολής, και συγκεκριμένα αυτής που επί Οθωμανικής κυριαρχίας ονόμαζαν «Λεβάντε» και η οποία περιελάμβανε το Λίβανο, το Ισραήλ, την Ιορδανία, το Ιράκ και τα Παλαιστινιακά εδάφη. Η περιοχή, ψηφιδωτό σεκταριστικών και εθνοθρησκευτικών θυλάκων, έχει εδώ και χρόνια συστηθεί με τις θρησκευτικές εντάσεις και συγκρούσεις.

Η έννοια του έθνους κράτους αποτελεί ένα σχετικά πρόσφατο κατασκεύασμα σε αυτή τη μεριά της γης ενώ η αφοσίωση στη σέκτα ή τη φυλή σίγουρα δεν περιορίζεται από σύνορα ή το φόβο του κράτους.

Πόλεμοι δια αντιπροσώπων

Στην Τρίπολη, πόλη του βόρειου Λιβάνου, μέσα σε ένα χρόνο πάνω από 20 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια βίαιων συγκρούσεων, ανάμεσα στην αλεβιτική μειονότητα -στην οποία ανήκει και ο Πρόεδρος Άσαντ στη Συρία- και στη σουνιτική πλειοψηφία.

Πράγματι, ο Λίβανος υφίσταται τον ισχυρότερο αντίκτυπο των γεγονότων στη Συρία. Ο πόλεμος στη Συρία έχει επιδεινώσει το ήδη πολωμένο κλίμα που επικρατεί στη χώρα, διχάζοντας το λαό σε υποστηρικτές των σύριων επαναστατών και φίλους του καθεστώτος Άσαντ.

Ανάμεσα στους τελευταίους και η σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ με τις ισχυρότατες ένοπλες δυνάμεις, της οποίας η ανάδυση και η επί δεκαετίες επιβίωση οφείλεται, στους ζωτικούς δεσμούς που διατηρεί με τη Δαμασκό και τους εταίρους της στο Ιράν.

Το τέλος του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία δεν προμηνύει καλά για καμία από τις δύο πλευρές και κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει πώς θα αντιδράσουν.

Όσοι αισιόδοξοι, πιστεύουν ότι η Χεζμπολάχ δε θα προβεί σε επίδειξη ισχύος βυθίζοντας τη χώρα σε ένα εμφύλιο πόλεμο, και ότι θα παραιτηθεί της προσπάθειας επανεδραίωσής της ως εγχώριος παράγοντας -υπερασπιστής των σιιτικών συμφερόντων εντός Λιβάνου.

Πέραν της παραδοσιακής αφοσίωσης στη φατρία ή το έθνος, το καθεστώς Άσαντ έχει, πρωτοφανώς, στηρίξει το μέλλον του σε ένα δίκτυο μη – κρατικών παραγόντων. Κάποιοι εξ αυτών είναι και η φονταμενταλιστική σιιτική οργάνωση του Λιβάνου, Χεζμπολάχ, οι παλαιστινιακές στρατιωτικές οργανώσεις στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, οι Κούρδοι αυτονομιστές της Τουρκίας και οι Σουνίτες μέλη της οργάνωσης Τζιχάντ στο Ιράκ.

Εδώ και δεκαετίες, οι προαναφερθέντες σύμμαχοι αναλάμβαναν, ως αντιπρόσωποι, τη διεξαγωγή πολέμων στα πλαίσια της γεωπολιτικής μάχης για επικράτηση στην περιοχή.

Παρόμοια περίπτωση και το Ιράκ. Ορισμένοι αναλυτές συνδέουν την αύξηση των εντάσεων στη χώρα με τα γεγονότα στη Συρία. Μπορεί οι σουνίτες εξτρεμιστές του Ιράκ να υποκινήθηκαν από την σιιτοκρατούμενη κυβέρνηση της Βαγδάτης, κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο πίσω από όλα αυτά να βρίσκεται η Δαμασκός.

Συγκεκαλυμμένη απειλή

Δε θα ήταν άλλωστε πρώτη φορά.

Κατά την υποκινούμενη από τους Σουνίτες επανάσταση στο Ιράκ πριν έξι χρόνια, η Συρία ήταν το καταφύγιο των ηγετών της επανάστασης και το έδαφος της χρησιμοποιήθηκε ως βάση για το συντονισμό των επιθέσεων ενάντια στους Αμερικανούς στρατιώτες που βρίσκονταν στο Ιράκ.

Ο στόχος τότε ήταν να εξοντωθεί μία αναδυόμενη, εχθρική προς τη Δαμασκό και τους συμμάχους της στην Τεχεράνη πολιτική τάξη.

Η εξαγωγή χάους στις γειτονικές χώρες προκειμένου να σώσει τον εαυτό της είναι μία χιλιοειδωμένη τακτική η οποία έχει χρησιμοποιηθεί και από τους προκατόχους του Άσαντ.

Όπως έχει ήδη επισημανθεί από πολλούς, η Συρία με γοργούς ρυθμούς εξελίσσεται στο πεδίο μάχης της ευρύτερης μάχης για την κυριαρχία που μαίνεται ανάμεσα στο σιιτικό Ιράν από τη μια και τα ισχυρά σουνιτικά Αραβικά Εμιράτα από την άλλη, τα οποία εφοδιάζουν τους εξεγερμένους με όπλα και χρήματα.

Βέβαια ίσως δε θα έπρεπε να αποδίδονται όλα στο σεκταριστικό στοιχείο, πόσο μάλλον όταν αναφερόμαστε σε μια περιοχή που φημίζεται για το ευμετάβλητο των συμμαχιών της και στις οποίες έχουμε και παλαιότερα δει, αντίπαλες θρησκευτικές γραμμές να τέμνονται σε κάποια σημεία.

Ο Λίβανος και η Συρία χαρακτηριστικά παραδείγματα, αφού πολλές φορές έχουμε δει Χριστιανούς και Σιίτες στο ίδιο στρατόπεδο όπως όμως και Σουνίτες εθνικιστές ενάντια σε Σουνίτες φονταμενταλιστές.

Όμως ο αριθμός των παικτών και η διαρκής εναλλαγή συμμαχιών καθιστά τις προβλέψεις αρκετά δύσκολες.

Εξίσου σημαντικό, όχι μόνο για τη Συρία αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο, είναι το τί μπορεί να γίνει με τα χημικά όπλα που έχει στις αποθήκες της.

Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τους φόβους, η κυβέρνηση της Συρίας διαβεβαίωσε ότι δε σκοπεύει να τα χρησιμοποιήσει παρά μόνο σε περίπτωση «εξωτερικής εισβολής».

Δεδομένου όμως ότι η Δαμασκός έχει βαφτίσει τους εξεγερμένους πράκτορες των ξένων δυνάμεων και Άραβες μισθοφόρους, πολλοί είναι αυτοί που ευλόγως αναρωτιούνται αν η συγκεκριμένη δήλωση ήταν μια παροχή εγγυήσεων ή μια συγκεκαλυμμένη απειλή.