Ω του θαύματος η πλειονότητα των δημοσιογράφων μας θυμήθηκαν και πάλι την αποστολή τους , κατά την περίοδο πριν από τις εκλογές .Άφησαν στην άκρη τις κομψές οχλήσεις και την ήπια κριτική που ασκούσαν στα στελέχη της μέχρι πρότινος κυβερνητικής παράταξης ,κι αποφάσισαν να στριμώξουν στον τοίχο κάποιους νεόκοπους διεκδικητές της πολύτιμης πίτας που λέγεται εξουσία . Φορτωμένοι με τα βέλη της ρητορικής τους δεινότητας βγήκαν για κυνήγι εντυπώσεων , στοχεύοντας στην απογύμνωση της επιχειρηματολογίας προσκεκλημένων τους που προέρχονταν από συγκεκριμένο πολιτικό χώρο .

Και η αλήθεια είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις πέτυχαν κατ’ ευθείαν στο ψαχνό . Έφεραν σε πολύ δύσκολη θέση αρκετά στελέχη της συγκεκριμένης παράταξης , αναδεικνύοντας τη διγλωσσία , τις αντιφάσεις και το κατά την κυρίαρχη άποψη ανέφικτο των προτάσεών της . Στριφογύρισαν με επιμονή τις ερωτήσεις γύρω από τους καλεσμένους τους ,αναγκάζοντάς τους αρκετές φορές να χάσουν την ψυχραιμία τους και να υποπέσουν σε λογικά άλματα και ανακρίβειες . Όρθωσαν ένα ύφος ανακριτικό ,ζητώντας από αυτούς το αυτονόητο : την πειστική απάντηση στη δεδομένη ερώτηση .

Κι επιπλέον, αξιοποίησαν τις δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων καθώς και τα δόγματα του διεθνούς πολιτικού δικαίου [που ορίζει την αρχή «του ενιαίου της πολιτείας» ως απαράβατο όρο για την αξιόπιστη παρουσία ενός κράτους στη διεθνή πολιτική σκηνή ] ως δυναμικά εργαλεία στον αγώνα της ανασκευής των πολιτικών προτάσεων του κόμματος αυτού .

Ως εδώ λοιπόν καμία αντίρρηση .Άλλωστε οι μάχιμοι και ικανοί δημοσιογράφοι τάσσονται πάντοτε απέναντι από τους πολιτικούς και επιδιώκουν να ελέγξουν το βάθος των προθέσεών τους . Όχι όμως επιλεκτικά ,ανάλογα με τα συμφέροντα του εκδοτικού συγκροτήματος ή του τηλεοπτικού –ραδιοφωνικού μέσου που υπηρετούν . Κάθε εχέφρων άνθρωπος , που δεν παρασύρεται από τα ιδεολογικά του ελατήρια αλλά στέκεται με μετριοπάθεια απέναντι σε όσα τον περιβάλλουν , μπορεί να διαγνώσει ότι σ’ αυτή την περίπτωση το λειτούργημα της δημοσιογραφίας νοσεί βαρύτατα ∙ ότι ο δημοσιογράφος χάνει την ανεκτίμητη ικανότητα της αποστασιοποίησης , που τόσο πολύ θαυμάζουμε σε ανθρώπους που τρίβονται με τα κοινά αλλά δε φθείρονται ∙ ότι η ιδεολογική στράτευση θολώνει την καθαρότητα των εκτιμήσεων για τον δημόσιο βίο ∙ ότι ο τηλεθεατής , τέλος , δε χρειάζεται σταυροφόρους της αλήθειας , παρά μόνο ατάραχους παρατηρητές των διαφορετικών ρευμάτων και παραγωγούς σκέψης .

Γιατί έτσι μόνο υπηρετείται η αλήθεια . Αλλά ποια αλήθεια μπορεί να σκιρτήσει στα μάτια δημοσιογράφων που εκτίθενται στο κοινό καλωδιωμένοι ,έχοντας ως πυξίδα τους ένα ακουστικό ή ένα μόνιτορ , για να κατευθύνει το παραμικρό σχόλιο , την επόμενη αναφορά , τον υποτιθέμενα αυθόρμητο διάλογο ; Πόση περιφρόνηση μπορεί να κρατηθεί κλειδωμένη στα σωθικά μας και να μη χυθεί έξω ανεπίσχετη ,όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα εκλεπτυσμένο τηλεοπτικό καφενείο , όπου η μικρόνοια , η περιχαρακωμένη στα όρια ενός βολικού τρόπου σκέψης ερμηνεία , η πάλη να ξεσκεπαστεί ο λαϊκισμός με καθαρά λαϊκίστικα μέσα ,η αγωνία του δημοσιογράφου να προλειάνει με επικοινωνιακούς όρους την επικείμενη βουλευτική του υποψηφιότητα , η βελούδινη επίθεση στους κυβερνητικούς αξιωματούχους , αφθονούν;

Κάτι τέτοιο , φυσικά , ήταν επόμενο ,αφότου η είδηση άρχισε να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα , ως καίριο εργαλείο για την ύφανση της πολιτικής , και τέθηκε υπό την κηδεμονία πολυεθνικών κολοσσών που ελέγχουν απόλυτα τον τρόπο, τον όγκο και το χρόνο ροής των γεγονότων . Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πολλοί δημοσιογράφοι αποξενώθηκαν από την πηγή του γεγονότος . Βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα ήδη διαμορφωμένο προϊόν το οποίο κλήθηκαν απλώς να μεταφέρουν στο κοινό με τον πλέον ελκυστικό τρόπο , αγνοώντας τα αίτια και τον τρόπο της διαμόρφωσής του . Με άλλα λόγια , μεταβλήθηκαν σε απλούς πωλητές του προϊόντος της είδησης , κι αφού συμβιβάστηκαν με τα νέα δεδομένα , αποφάσισαν να καταθέσουν οριστικά την ταυτότητα του δημοσιογράφου και να υιοθετήσουν κραυγαλέα εκείνη του διαμορφωτή της κοινής γνώμης ……….