Ασυμβιβαστη
«Είμαι Βολιώτισσα, είμαι Eλληνίς, είμαι συγγραφέας, είμαι καθηγήτρια Ιστορίας Εξωτερικής Πολιτικής στη Νομική Σχολή Αθηνών, είμαι σινεφίλ, είμαι θεατροφίλ, είμαι ταξιδιώτισσα, είμαι περίεργη, αλλά όχι κίτρινη και ενίοτε είμαι kinder έκπληξη». Με αυτά ακριβώς τα λόγια περιγράφει στο βιογραφικό της τον εαυτό της η Λένα Διβάνη.
Πράγματι, η κοντοκουρεμένη 57χρονη συγγραφέας είναι μια γυναίκα kinder έκπληξη. Από τη δεκαετία του ’90 που έκανε την εμφάνισή της στα ελληνικά γράμματα επέβαλε το στυλ της και μπόρεσε να εκφράσει εκείνο το σπάνιο, αλλά όχι αμελητέο είδος Ελληνίδων που δεν θέλουν να εγκλωβιστούν σε έναν νεροχύτη νταντεύοντας στρουμπουλά μωρά, γράφοντας κείμενα που θα έκαναν τη συνονόματή της Λένα Μαντά να πιστέψει ότι την έχει κυριεύσει ο εξαποδώς.
Και όπως πλήθαιναν τα βιβλία της, μαζί πλήθαιναν και οι δημοσιεύσεις στα περιοδικά και τα άρθρα στις εφημερίδες, ώστε η Διβάνη να καταφέρει τελικά να κερδίσει τη θέση της στον δημόσιο λόγο. Σήμερα διατηρεί πλέον τη δημοφιλή στήλη της στο protagon.gr, αλλά εμφανίζεται και σε πάνελ εκπομπών, με τις τοποθετήσεις της να φέρουν πάντα μια εσάνς προοδευτισμού.
Οι φίλοι της λένε ότι η δημόσια εικόνα της ταυτίζεται με την ιδιωτική. Καπνίζει πολύ, κατεβάζει πάνω από δέκα καφέδες την ημέρα και χρησιμοποιεί συχνά την έκφραση «γαμώ το». Οταν γράφει, κλείνει κινητά και ακίνητα και θωρακίζεται στο βασίλειό της στο Μαρούσι. Μεγάλη αδυναμία της υπήρξε ο λευκός γάτος της Ζάχος, τον οποίο ονόμασε έτσι γιατί ήταν τόσο κοινωνικός όσο και ο Zάχος Χατζηφωτίου. Μάλιστα, έγραψε ένα ολόκληρο βιβλίο για αυτόν.
Η Διβάνη είναι γενικά ακομπλεξάριστη. Οι απόψεις της είναι καθαρές, νεανικές. Οι παρέες της το ίδιο. Θεωρεί πως το μυστικό δεν κρύβεται πάντα στην εμπειρία, αλλά και στη φρεσκάδα της νεότητας. Και το κάνει πράξη προσελκύοντας νεανικές παρέες χωρίς να νοιάζεται για το τι λένε οι μεγαλύτεροί της.
Ως δημόσιο πρόσωπο έλαβε το λάιφσταϊλ παράσημό της όταν η Μιμή Ντενίση τής έστειλε εξώδικο για το βιβλίο της «Προφανώς η Πηνελόπη ήταν ηλίθια», καθώς κατά τη γνώμη της ηθοποιού υπήρχε απαξιωτική αναφορά στο όνομά της. «Πού ’σαι, Λαζόπουλε!!! Πού ’σαι, συνάδελφε Πανούση» σχολίασε στο Facebook η Διβάνη. Εχει χιούμορ, είναι το Prozac της, όπως λέει.
Επιφανειακη
«Η Διβάνη είναι καλή. Αλλά αυτή η λάιφσταϊλ γλώσσα, αυτή η προφορικότητα, βρε παιδί μου… Τα βιβλία της έχουν μια λογική free press. Εκτός από το βιβλίο “Ενα πεινασμένο στόμα”, δεν έχει κάνει το μεγάλο άλμα» σχολίαζε σε λογοτεχνική παρέα γνωστός κριτικός. Η αλήθεια είναι ότι κοινό και κριτική τής έχουν φερθεί καλά, ωστόσο πάντα αιωρούνταν στο βάθος ένα «ναι μεν, αλλά…».
Το 2005 η Μάρη Θεοδοσοπούλου γράφει χαρακτηριστικά στο «Βήμα»: «Δείχνει και η ίδια σαν εγκλωβισμένη στις φροϊδικές ερμηνείες και στη φεμινιστική οπτική». Αυτός ο εγκλωβισμός σε έναν ακραίο φεμινισμό είναι κάτι που πολλοί τής καταλογίζουν. Γιατί μπορεί να είναι γούστο της και καπέλο της να μισεί τις ξανθές μπούκλες της και να τις πετσοκόβει, αλλά το μόνιμο τσιτάτο της «Ηome is the most dangerous place» και δηλώσεις του τύπου «συνιστώ να προβάλλεται καθημερινώς στα μαιευτήρια όλης της χώρας η ταινία “Κυνόδοντας”» δείχνουν για πολλούς μια πρόκληση απλά για την πρόκληση που δεν εκνευρίζει μόνο τα μέλη των χριστιανικών οργανώσεων. Ισως αυτό που σχολιάστηκε περισσότερο από όλα ήταν ο διορισμός της στο ΔΣ της ΕΡΤ. «Τι το θες, ρε Λένα» λέγεται ότι της είπε ένας καλός της φίλος. Πράγματι, η θητεία της κράτησε μόλις ενάμιση χρόνο, ο Ψινάκης πρόλαβε να την πει «μια τύπου συγγραφέα», γιατί, σύμφωνα με τον ίδιο, απέκλεισε το τότε πουλέν του από τη Eurovision και, τέλος, η ίδια παραιτήθηκε γράφοντας στο Facebook «εγώ και η ΕΡΤ πήραμε διαζύγιο αφού ποτέ δεν καταφέραμε να εκπέμψουμε στην ίδια συχνότητα…».
Η Διβάνη δεν είναι αυτό που λέμε αποστειρωμένη συγγραφέας. Κυκλοφορεί έξω, «τουιτάρει» μανιωδώς, είναι δεινή ορειβάτισσα
– έφτασε μέχρι και την Παταγονία – και είναι φιλική με όλους χωρίς ίχνος τουπέ. Μπορεί με έναν άνθρωπο που γνωρίζει για πρώτη φορά να πιάσει κουβέντα για ώρες. Οσοι την ξέρουν καλά λένε ότι πίσω από αυτό δεν κρύβεται μόνο το πραγματικό ενδιαφέρον, αλλά και η επαγγελματική διαστροφή του συγγραφέα να συλλέξει ιστορίες.
Πριν από μερικά χρόνια, όταν ρωτήθηκε σε συνέντευξη τι θα γίνει όταν μεγαλώσει, δήλωσε αφοπλιστικά: «Φοβερή συγγραφέας». Η Διβάνη αυτοσαρκάζεται με αυτογνωσία, ξέροντας ότι, μολονότι είναι καλή, έχει πολλά σκαλοπάτια για να φθάσει σε αυτό το «φοβερή».