Συναντήσαμε έξι από τους πιο έμπειρους έλληνες ορειβάτες, οι οποίοι μας μίλησαν για τις εμπειρίες, τους φόβους και την αγάπη τους
για τις ορεσίβιες δραστηριότητες και μας εξήγησαν γιατί τελικά αξίζει να βλέπουμε τον κόσμο… αφ’ υψηλού.

Γιάννης Κωνσταντάκης

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ανέβαινα στα βουνά, επειδή οι γονείς μου ήταν ορειβάτες. Αυτό που με γοητεύει περισσότερο στην ορειβασία είναι τελικά η περιπέτεια, το άγνωστο. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη φορά που πήγα στις Αλπεις, το 1995. Θυμάμαι είχαμε ξεκινήσει με το αυτοκίνητο από την Ελλάδα. Οδηγώντας μπήκαμε σε ένα μακρύ τούνελ και με το που βγήκαμε από αυτό βρεθήκαμε στην καρδιά των Αλπεων. Επαθα σοκ, το θέαμα ήταν μαγικό. Εχω λάβει μέρος σε αποστολές. Πλέον οι γονείς μου το έχουν κάπως συνηθίσει. Κάθε φορά, όμως, που είναι να πάω κάπου έξω κουβαλάω και το βάρος τους, αυτό το “πρόσεχε, παιδί μου”. Το 2004, στην αποστολή στα Ιμαλάια έχασα έναν φίλο. Οταν συμβεί αυτό, τα μετράς όλα από την αρχή, αναλογίζεσαι αν αξίζει. Το ίδιο δύσκολο, ίσως και δυσκολότερο, είναι όταν βρίσκεσαι με κάποιον που είναι τραυματίας. Η διάσωση στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί καθόλου. Στις Αλπεις χρειάζεται μόλις ένα τέταρτο για να σηκωθεί ένα ελικόπτερο. Πριν από μερικά χρόνια, μάλιστα, μια κοπέλα υπέκυψε στα τραύματά της γιατί δεν σηκωνόταν το ελικόπτερο εδώ. Στη χώρα μας γενικά δεν έχει αναπτυχθεί ο ορειβατικός τουρισμός, εκτός ίσως από την Κάλυμνο, που σήμερα αποτελεί το Νο 1 αναρριχητικό πεδίο στον κόσμο. Θεωρώ ότι θα μπορούσαν να γίνουν βήματα σε αυτόν τον τομέα, καθώς τα βουνά μας είναι παρθένα».

Πέτρος Δαγδιλέλλης

«Οταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με το βουνό βρισκόμουν στην περίοδο των φοιτητικών μου χρόνων. Οι σπουδές μου αφορούσαν τον τομέα της διαφήμισης, τον οποίο δεν ακολούθησα ποτέ, διότι συνειδητοποίησα ότι είχα ένα τόσο μεγάλο πάθος, που δεν θα με άφηνε να εξελιχθώ σε αυτόν τον χώρο. Ετσι, έπειτα από κάποια χρόνια έκανα σπουδές στο κομμάτι του τουρισμού περιπέτειας στη Βρετανία, με εξειδίκευση στις αποστολές. Η θεωρία των Βρετανών είναι ότι μια αποστολή είναι καταδικασμένη να αποτύχει πριν καν ξεκινήσει, αν δεν οργανωθεί σωστά. Η δράση μου στον τομέα των αποστολών είναι κάπως περιορισμένη. Είχα την “ατυχία” να είμαι στον χώρο και να αναπτύσσομαι ως νέος ορειβάτης όταν είχαν σταματήσει οι ομοσπονδιακές αποστολές. Νομίζω ότι οι Ελληνες, ως λαός, είναι περισσότερο επικεντρωμένοι στη θάλασσα. Αν, για παράδειγμα, συμβεί κάποιο ατύχημα με ένα ιστιοπλοϊκό, δεν θα αναρωτηθεί κανείς τι δουλειά είχε αυτός ο άνθρωπος να πάει εκεί, σε αντίθεση με ό,τι θα έλεγαν για έναν ορειβάτη. Εργάζομαι στο “Τhe Wall” στην Παλλήνη. Τα άτομα που το δημιούργησαν είναι αυτά που με έβαλαν και στον χώρο του βουνού. Παρά την κρίση, εξακολουθεί να είναι ένας τόπος δημοφιλής για τα νέα παιδιά. Η πρώτη επαφή είναι πολύ σημαντική, επειδή ο κόσμος έρχεται σε αυτή την κλειστή πίστα αναρρίχησης να πάρει μια πολύ μικρή ιδέα για ένα κομμάτι που δεν έχει να κάνει με τη φύση, αποτελεί ωστόσο το πρώτο σκαλοπάτι προκειμένου να περάσει στο επόμενο βήμα».

Αλέξανδρος Ασημακόπουλος

«Η ορειβασία είναι μια εσωτερική πάλη με τον εαυτό σου. Αντιμετωπίζεις τους φόβους σου και μέσα από αυτή τη διαδικασία βελτιώνεσαι. Εργάζομαι ως εκπαιδευτής ορειβασίας και αναρρίχησης σε σχολές της ελληνικής ομοσπονδίας. Οι σχολές, μιλώντας με βάση την εμπειρία μου, εξακολουθούν σήμερα να έχουν κόσμο παρά την κρίση. Αυτό συμβαίνει διότι σιγά σιγά αρχίζουν να αλλάζουν οι προτεραιότητες. Εν μέσω δύσκολων συνθηκών οι άνθρωποι θέλουν να κάνουν πράγματα που ωφελούν την ψυχή τους. Τα βουνά είναι ένα σχολείο, είναι μουγγοί δάσκαλοι για σιωπηλούς μαθητές. Το 2004 πήγαμε στα Ιμαλάια δίνοντας μάχη να ανέβουμε μία κορυφή χαμηλότερου υψομέτρου σε σύγκριση με το Εβερεστ. Ηταν μια δύσκολη ορθοπλαγιά και δοκιμάσαμε να τη σκαρφαλώσουμε σε ένα γρήγορο και ελαφρύ στυλ, όπως συνηθίζουν οι δυνατές ομάδες του εξωτερικού. Αποδείχτηκε ότι δεν είχαμε την απαιτούμενη εμπειρία να τα καταφέρουμε με αυτόν τον τρόπο και, δυστυχώς, στην προσπάθεια αυτή χάσαμε έναν σύντροφο. Η απόφαση να προχωρήσουμε μερικά μεγάλα βήματα μπροστά στοίχισε στο παρελθόν την απώλεια πολλών και ικανών ορειβατών. Εκείνη τη στιγμή συντρίβεσαι, πονάς και σκέφτεσαι αν τελικά όλο αυτό αξίζει. Οταν όμως έχεις μια υγιή βάση, όταν ξέρεις ότι δεν πρόκειται απλώς για ένα χόμπι, αλλά για έναν τρόπο ζωής, με τον καιρό θα ξαναδείς τα πράγματα με αισιοδοξία. Στην Ελλάδα είναι αρκετοί εκείνοι οι οποίοι βλέπουν την ορειβασία σαν μια άσκοπη κούραση. Είναι σίγουρα δύσκολο να εξηγήσεις σε έναν άνθρωπο που δεν έχει σχέση με τη φύση γιατί κάποιος την απολαμβάνει τόσο. Ισως τελικά να μείνει για πάντα με την απορία».

Παναγιώτης Κοτρωνάρος

«Για εμένα η ανθρώπινη ζωή είναι πάνω από οποιοδήποτε βουνό, ακόμη και αν αυτό ονομάζεται Εβερεστ. Η κορυφή δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτό που μετράει είναι η πορεία προς αυτήν, το ταξίδι στην Ιθάκη. Ημουν αρχηγός της πρώτης πετυχημένης ελληνικής αποστολής που κατέκτησε την κορυφή του Εβερεστ το 2004. Ηταν ένα παιδικό όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι ότι όταν φθάνεις στην κορυφή δεν μπορείς να χαρείς και τόσο, επειδή η προσπάθεια δεν έχει ολοκληρωθεί. Η κορυφή είναι προαιρετική, η κατάβαση όμως υποχρεωτική. Μας βοήθησαν πολύ οι ντόπιοι οδηγοί, οι οποίοι ανήκουν στη φυλή Σέρπα. Ηθελα να δημιουργήσουμε μια πολύ δεμένη σχέση ως ομάδα. Σεβόμενοι λοιπόν τα ήθη και τα έθιμά τους, πριν από την τελική προσπάθεια φέραμε από το τοπικό μοναστήρι τον λάμα, ο οποίος πραγματοποίησε την τελετή εξαγνισμού των πνευμάτων. Είμαι εκπαιδευτής ορειβασίας, αναρρίχησης και οδηγός βουνού. Η εκπαίδευση χωρίζεται σε τέσσερις κύριες κατηγορίες, με τμήματα αρχαρίων και προχωρημένων. Εχουμε τη σχολή ορειβασίας σε ξερό και σε χιονισμένο έδαφος, τη σχολή αναρρίχησης, τη διάσχιση φαραγγιών, καθώς και το ορειβατικό σκι. Το βουνό απευθύνεται σε όλους, αρκεί να βάζουν το σωστό όριο σύμφωνα με το επίπεδο που κατέχουν. Το κόστος του εξοπλισμού για κάποιον που θέλει να μάθει ορειβασία δεν ξεπερνά τα 500 ευρώ. Βέβαια, για την απλή πεζοπορία χρειάζεται μόνο ένα ζευγάρι παπούτσια και μερικά άλλα βασικά υλικά. Το βουνό σε αναζωογονεί ψυχικά και σωματικά, κατηφορίζοντας είσαι έτοιμος να κατακτήσεις το προσωπικό σου Εβερεστ».

Αντώνης Αντωνόπουλος

«Ξεκίνησα από τα εφηβικά μου χρόνια να πηγαίνω στο βουνό. Τότε υπήρχαν πολύ λίγοι ορειβάτες και δεν είχαμε ένα δεδομένο σύστημα εκπαίδευσης. Ημασταν αυτοδίδακτοι ή μαθαίναμε κάποια πράγματα από τους παλαιότερους. Σήμερα πηγαίνω κάθε Σαββατοκύριακο στο βουνό, φεύγω Παρασκευή βράδυ και γυρίζω Κυριακή. Ανήκω στην ελληνική αποστολή που ανέβηκε πρώτη στο Εβερεστ το 2004. Η πιο έντονη ανάμνησή μου από τότε είναι η διαδικασία της τελικής προσπάθειας πριν από την κορυφή. Οταν τελικά φθάνεις εκεί, τα συναισθήματα δεν είναι ξεκάθαρα. Οι άνθρωποι εκτός ορειβασίας νομίζουν ότι ανεβαίνουμε, καρφώνουμε τη σημαία, πανηγυρίζουμε, βγάζουμε φωτογραφίες και έπειτα το θέμα έχει τελειώσει. Το σημαντικό, όμως, είναι τα συναισθήματα που σου δημιουργούνται μετά. Για εμένα ο μεγάλος χρόνος παραμονής στις αποστολές είναι το δύσκολο κομμάτι. Η τελική απόπειρα για την κορυφή έγινε στις 16 Μαΐου, ωστόσο εμείς είχαμε πάει δύο μήνες νωρίτερα. Οι συνθήκες είναι δύσκολες, αλλά και ευχάριστες συνάμα. Ξυπνάς με τους ίδιους ανθρώπους, κοιμάσαι με τους ίδιους ανθρώπους, οι στόχοι είναι κοινοί, αλλά παρ’ όλα αυτά η ψυχολογική κούραση από ένα σημείο και μετά είναι αυτονόητη. Πέρα από τη μόνιμη επαγγελματική μου απασχόληση, είμαι εκπαιδευτής ορειβασίας και αναρρίχησης σε σχολές της ελληνικής ομοσπονδίας. Εκτός από τα ελληνικά βουνά πηγαίνουμε και στις Αλπεις, ενώ κάνουμε και εκπαιδευτικές αποστολές στα Ιμαλάια. Η αλήθεια είναι ότι στο κομμάτι της ορειβατικής εκπαίδευσης και κουλτούρας η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με άλλες χώρες, αλλά αυτό τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει».

Γιώργος Βουτυρόπουλος

«Στο βουνό με γοήτευσε η περιπέτεια και τελικά ο κόσμος που συνάντησα εκεί με κατέκτησε. Μια βασική έννοια είναι η φιλία. Ο συνορειβάτης είναι ο σύντροφός σου, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις κρατά τη ζωή σου στα χέρια του. Η δική μου γενιά σημαδεύτηκε από την πρώτη ελληνική ανάβαση αποστολής στο Εβερεστ. Ηταν μια εθνική προσπάθεια έπειτα από δέκα χρόνια ζυμώσεων, η οποία άργησε να έρθει επειδή δεν υπήρχαν τα χρήματα. Η κατάκτηση τέτοιων κορυφών απαιτεί πολύ χρόνο, καθώς ο ανθρώπινος οργανισμός πρέπει να εγκλιματιστεί. Αν πάρουμε έναν άνθρωπο και τον βάλουμε ξαφνικά στην κορυφή του Εβερεστ, θα πεθάνει. Για αυτόν τον λόγο χρειάζεται να γίνει προετοιμασία με αργή και σταδιακή έκθεση σε όλο και μεγαλύτερο υψόμετρο. Πάτησα πρώτος το πόδι μου στην κορυφή του Εβερεστ. Ηταν μεγάλη η συγκίνηση, μια δικαίωση των κόπων μου. Για εμένα, ωστόσο, η μεγαλύτερη επιτυχία δεν ήταν τελικά αυτό. Το 2007, στο πλαίσιο μιας αποστολής της ομοσπονδίας, μαζί με έναν άλλο συνάδελφο αναρριχηθήκαμε σε μια παρθένα κορυφή στο Πακιστάν. Δεν ήταν τόσο ψηλή, αλλά δεν είχε πατήσει ποτέ άνθρωπος το πόδι του εκεί. Αυτό το νόημα έχει και ο αλπινισμός, να εξερευνάς το άγνωστο περιβάλλον. Εχω παντρευτεί ορειβάτισσα. Δεν θα μπορούσα να είμαι με έναν άνθρωπο που δεν έχει αποδεχτεί την ενασχόλησή μου αυτή, η οποία είναι η μισή μου ζωή. Βέβαια, το γεγονός ότι έγινα πατέρας επηρέασε τη στάση μου, γιατί οι συνέπειες βαραίνουν περισσότερο τώρα, και ειδικά μετά και το δεύτερο παιδί η δράση μου έχει λίγο περιοριστεί».

* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜagazino στις 22 Ιανουαρίου 2012