Τη βρήκαμε σε ανασκαφές βυζαντινών αρχαιοτήτων στα Κύθηρα. Τι ήθελε μια φωτογράφος μέσα στο λιοπύρι του Ιουλίου να παρακολουθεί τη δουλειά της σκαπάνης τριγυρισμένη από μάρμαρα και κεραμικά; «Είναι το μικρόβιο της τρέλας» απαντά γελώντας η Ναταλία Τσουκαλά. Το μικρόβιο που σαν από αόρατο νήμα την ενώνει με τη μητέρα της, τη γνωστή interior designer Αλεξάνδρα Τσουκαλά, και φυσικά με τη γιαγιά της, μια από τις μεγαλύτερες εν ζωή ελληνίδες γλύπτριες, τη Ναταλία Μελά, σύζυγο του αρχιτέκτονα Αρη Κωνσταντινίδη και εγγονή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά.

«Αυτή τη στιγμή η μητέρα μου βρίσκεται σε ένα φουσκωτό γυρίζοντας την Ελλάδα.Εγώ,πάλι,τα τελευταία καλοκαίρια έχω επιλέξει να δουλεύω με ομάδες διάσωσης θαλάσσιων δελφινιών.Και επειδή φέτος δεν υπάρχουν χρήματα για να οργανωθεί η εκστρατεία,αποφάσισα να παρακολουθήσω τις ανασκαφές στα Κύθηρα. Οσο για τη γιαγιά μου,κάνει στις Σπέτσες μπάνιο κάθε μέρα στα 88 της χρόνια» μας λέει η Ναταλία Τσουκαλά. Η συμμετοχή της στην ομαδική έκθεση φωτογραφίας «Γεύση από αλμύρα», που εγκαινιάστηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στις Σπέτσες, έφερε τη Ναταλία Τσουκαλά στο νησί των παιδικών της χρόνων και στο εξοχικό όπου τρεις γενιές πέρασαν τα πιο όμορφα καλοκαίρια τους.

Ενα σπίτι με μπόλικη τρέλα

Η 31χρονη φωτογράφος μεγάλωσε σε ένα μεγαλοαστικό περιβάλλον με έντονες καλλιτεχνικές επιρροές. Η μητέρα της και η γιαγιά της ζούσαν σε ένα σπίτι πλημμυρισμένο από καλλιτέχνες και πνευματικούς ανθρώπους: Γιάννης Τσαρούχης,Γιάννης Μόραλης,Βάσος και Ισμήνη Καπάνταη, Μάνος Χατζιδάκις,Γιώργος Σεφέρης,Δημήτρης Χορν. Η μικρή Ναταλία δεν είχε άμεσες επιρροές, αλλά μπορεί να λέει ότι ζούσε σε ένα σπίτι με μεγάλη φαντασία, έντονη ενέργεια και μπόλικη… τρέλα.

Σε μια συνέντευξή της είχε πει ότι εκείνη είναι πιο σοβαρή από τη γιαγιά της. «Εννοούσα ότι θα περίμενε κανείς σε ηλικία 88 χρόνων να έχει σοβαρέψει. Εκείνη όμως λειτουργεί σαν 20 χρονών κοριτσάκι. Από το 1948 μέχρι σήμερα η γιαγιά μου δεν έχει πάψει να δουλεύει καθημερινά στο εργαστήρι της.

Αυτό νομίζω είναι που την κάνει να είναι τόσο κεφάτη» εξηγεί. Τον εαυτό της τον θυμάται εκτός νόρμας ήδη από τη Στ΄ Δημοτικού. Τότε που στην αποκριάτικη γιορτή του σχολείου η μητέρα της αποφάσισε να την ντύσει αμπαζούρ με κρόσσια στο κεφάλι. «Φορούσα ένα μαύρο κορμάκι χορού και στο κεφάλι μου η μητέρα μου είχε προσαρμόσει μια λάμπα με καλώδιο και μπαταρία,η οποία άναβε.Βρέθηκαλοιπόνμε αυτή τη “στολή”, περιτριγυρισμένη από νεράιδες και βασίλισσες της νύχτας,ως το μαύρο πρόβατο του χορού. Ημουν αλλιώτικη από όλους και αυτό δεν μου άρεσε καθόλου σε αυτή την ηλικία.».

Κάπου εκεί, στα χρόνια του Γυμνασίου, ανακάλυψε τη φωτογραφική μηχανή, η οποία τής προσέφερε τη δυνατότητα να διοχετεύσει τις ανησυχίες και τις ευαισθησίες της. «Φωτογράφιζα πιο πολύ τους φίλους μου και σε ό,τι ταξίδι ή εκδρομή γινόταν εγώ ήμουν πάντα αγκαζέ με τη μηχανή. Στο σχολείο,θυμάμαι,είχαμε έναν σκοτεινό θάλαμο. Πού με έχανες, πού με έβρισκες, ήμουν εκεί μέσα για να τυπώνω».

Φωτογραφίζοντας τη σαγήνη της φύσης

Δοκίμασε λοιπόν να σπουδάσει φωτογραφία στην Ελλάδα. Αργότερα, στην Αγγλία, άρχισε να εργάζεται σε μια εταιρεία κινηματογραφικής παραγωγής. Ηταν κάτι που δεν ταίριαζε στον ανεξάρτητο χαρακτήρα της. Δούλεψε έναν χρόνο και μετά παραιτήθηκε. Από τότε δουλεύει μόνη της, ως ελεύθερη επαγγελματίας. Και λόγω των δυσκολιών της εποχής, φωτογραφίζει τα πάντα: πορτρέτα, εξώφυλλα βιβλίων, κοσμήματα… Στη δημιουργία εξωφύλλων συνδυάζει φωτογραφική και γραφιστική δουλειά, ενώ φωτογραφίζει επίσης σπίτια για περιοδικά. Η μεγάλη αγάπη της όμως είναι το να φωτογραφίζει τη σαγήνη της φύσης.

Την πρώτη ατομική της έκθεση την έκανε το 2010 με τίτλο «Ανιχνεύσεις» στην Γκαλερί Σκουφά, ενώ μέρος της – μια επιλογή φωτογραφιών που έχουν θέμα τη θάλασσα- φιλοξενείται στους χώρους της καλοκαιρινής έκθεσης των Σπετσών, «ώστε να συνδυαστώ και με τις άλλες φωτογράφους,τη Λίζη Καλλιγά , την Κατερίνα Καλούδη και τη Ματίλντα Μπεράχα ».

Εχει συνεργαστεί ποτέ με τη διάσημη γιαγιά της; «Μία φορά μόνο με βοήθησε, όταν έφτιαξα μια αγελάδα για την έκθεση “Cow parade”,και με συμβούλευσε πώς να χρησιμοποιήσω τον πολυεστέρα.Η επαγγελματική μας συνεργασία είναι ότι φωτογραφίζω τα έργα της.Επίσης της δείχνω ό,τι καινούργιο κάνω και εκείνη μου δείχνει τη δουλειά της.Πιο πολύ όμωςσυζητώ καλλιτεχνικά με τη μητέρα μου,που είμαστε πιο κοντά στην ηλικία». Ποιος είναι ο πιο αυστηρός κριτής, η μητέρα ή η γιαγιά της; «Κάποτε η γιαγιά μου ήταν πάρα πολύ αυστηρή.Την έτρεμα.Πιο αυστηρή κριτική στη δουλειά μουωστόσοσήμερα κάνει η μητέρα μου».

«Ακόμη και στο σουπερμάρκετ τα λαχανικά κοιτάζω»

«Με γοητεύει τόσο πολύ η τέχνη της φύσης, όλα αυτά που υπάρχουν από μόνα τους και δεν είναι τεχνητά:τα σχήματα της πέτρας,της άμμου ή οι κυψέλες των κοραλλιών και οι πτυχώσεις των μανιταριών.Ακόμη και όταν πηγαίνω στο σουπερμάρκετ κοιτάζω τα λαχανικά.Ολον τον ελεύθερο χρόνο μου προσπαθώ να τον περνώ στη φύση»λέει η Ναταλία Τσουκαλά.

Και στην πόλη ακόμη,τη φύση ψάχνει να φωτογραφίσει. «Ξεκίνησα,ας πούμε,τους περιπάτους στον Εθνικό Κήπο.Εβρισκα κάποια φύλλα στον κήπο και μετά άρχισα να τα παίρνω σπίτι,να τα φωτογραφίζω σε στούντιο».

Ασκήσεις πάνω στο σύνολο των σημείων του φυσικού χώρου λοιπόν,χωρίς φωτογραφική επεξεργασία.Κάπως έτσι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η προσωπική δουλειά της φωτογράφου που χειρίζεται τον ψηφιακό φακό σαν αναλογικό και εξυμνεί τη δύναμη της μη σκηνοθετημένης στιγμής.Οι νευρώσεις των φύλλων,τα σχήματα της άμμου,η διάβρωση των μετάλλων.Ολα περνούν από τον φακό της.

ΠΟΤΕ & ΠΟΥ

«Γεύση από αλμύρα», 22/7-11/8 Ρoseidonion Grand Ηotel, Ντάπια, Σπέτσες, τηλ. 2298074.553


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ