Διάβαζα χτες ένα άρθρο στο περιοδικό Time που ενώ στην αρχή προσπέρασα, λίγο αργότερα άρχισε να με απασχολεί περισσότερο.

Με λίγα λόγια: Η νέα βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Drexel έχει χρωματιστές υπεραναπαυτικές πολυθρόνες, ολοκαίνουργιους υπολογιστές και άπλετο χώρο. Αυτό που δεν έχει είναι βιβλία. Η νέα βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Drexel έχει αποθηκευμένα στους υπολογιστές της περίπου 170.000 ψηφιοποιημένα βιβλία του Πανεπιστημίου της Φιλαδέλφιας. Αλλά ούτε μία αναλογική σελίδα. Ούτε ένα ράφι.

Και βέβαια, η νέα βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Drexel δεν είναι η μόνη. Οι βιβλιοθήκες τριών ακόμα αμερικανικών πανεπιστημιακών τμημάτων μηχανολογίας έχουν ήδη εγκαταλείψει τα πατροπαράδοτα βιβλία και αντ’ αυτών προσφέρουν ηλεκτρονικά τους υποκατάστατα (σημειώνω ότι ο ακριβής αγγλικός όρος είναι digital surrogates και όχι substitutes – εδώ δε μιλάμε για ζάχαρη και ζαχαρίνη).

Παραδόξως έπιασα τον εαυτό μου να δυσκολεύεται να το αποδεχτεί. Βιβλιοθήκη χωρίς βιβλία. Όχι βιβλιοθήκη με μερικά βιβλία και κάποιους ψηφιοποιημένους τόμους. Βιβλιοθήκη χωρίς ούτε ένα βιβλίο. Τότε πώς είναι θήκη βιβλίων; Ακόμα και η λατινική ετυμολογία της αγγλικής λέξης το ίδιο σημαίνει.

Με απασχόλησε αρκετά μες στη μέρα, ίσως και λόγω μικρής θεωρητικής διαστροφής. Αν αυτό είναι το τέλος της βιβλιοθήκης με την έννοια που την ξέραμε. Αν ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσουμε την έννοιά της. Αν θα έπρεπε να βρούμε μία άλλη λέξη που να περιγράφει αυτή την αίθουσα στην οποία οι σκαναρισμένοι, τεκμηριωμένοι και καταλογογραφημένοι τόμοι βρίσκονται μέσα στους state-of-the-art υπολογιστές.

Αποφάσισα πως όχι. Ήρθε η ώρα να το αποδεχτώ κι εγώ, κι εσύ και όλοι: έτσι είναι και έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα. Είναι αλήθεια ότι πολλές λέξεις έχουν υποστεί τεράστια εννοιολογική μεταβολή με την εισαγωγή της τεχνολογίας και των νέων μέσων στις ζωές μας. “Ιστός”. “Ιός”. “Πλήκτρο”. “Δίσκος”. Άλλες έχουν επηρεαστεί αλλά φέρουν την ίδια σημασία. “Μήνυμα”. “Αποθετήριο”. “Δεδομένο”.

Η βιβλιοθήκη ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Γιατί το ζήτημα, τελικά, δεν είναι γλωσσικό. Το ζήτημα έγκειται στη λειτουργία του χώρου και στις υπηρεσίες που αυτός προσφέρει. Η βιβλιοθήκη είναι χώρος πρόσβασης σε αρχειοθετημένα κείμενα, χώρος ανάγνωσης και εν γένει μελέτης. Πουθενά, σε αυτό το συλλογισμό, η τεχνολογία δεν παραλλάσσει την έννοια. Δεν μετατρέπει τη διαδικασία.

Δεν έχω πάει στη νέα βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Drexel. Για την ακρίβεια, δεν είχα πάει ούτε στην παλιά. Είμαι, όμως, σίγουρη ότι για να μπει κανείς πρέπει να αποκτήσει άδεια πρόσβασης, ότι οι αναγνώστες έχουν ειδική κάρτα, μπαίνουν, κάθονται μπροστά σε έναν υπολογιστή, ψάχνουν τον online κατάλογο με συγκεκριμένα keywords και entry points, βρίσκουν το κείμενο που τους ενδιαφέρει, το κατεβάζουν (όχι από το ράφι αλλά από τη βάση) και το διαβάζουν. Κρατούν και σημειώσεις (ενδιαφέρον, όχι notes αλλά annotations), συγκρίνουν, αναζητούν (επίσης ενδιαφέρον, η λέξη search δε λέει τίποτα πια. Υπάρχουν άλλες, λεπτομερέστερες και πιο ακριβείς: browsing, chaining, και η αγαπημένη μου, berry-picking), ταξινομούν την πληροφορία, και φτου κι από την αρχή.

Τελικά δε βλέπω τίποτα διαφορετικό. Η βιβλιοθήκη ήταν, είναι και θα είναι οργανωμένος χώρος πρόσβασης σε καταλογογραφημένα κείμενα και ανάγνωσής τους. Και κάτι ακόμα. Ας υποθέσουμε ότι συμβατικά εφευρίσκουμε μία νέα λέξη για αυτή τη νέα βιβλιοθήκη. Όποια κι αν είναι αυτή. Τι θα γίνει η παλιά; Θα μουσειοποιηθεί. Θα ιεροποιηθεί. Και θα μείνει να σκονίζεται στα ίδια της τα ράφια.