Μια εκδρομή λίγων ωρών στην Πάρνηθα και λίγη τύχη μπορούν να αποφέρουν κέρδη μερικών εκατοντάδων ευρώ. Δεν αναφερόμαστε σε επίσκεψη στο καζίνο και στη σωστή «μαντεψιά» για τα προαιώνια ερωτήματα που αυτή συνοδεύει, όπως μαύρο ή κόκκινο, σεβάλ ή νούμερο. Το… τερέν γίνεται χωμάτινο, η μπίλια αντικαθίσταται από έναν ειδικά εκπαιδευμένο… σκύλο και ο στόχος είναι συνήθως μαύρος, αν και όχι ορατός! « Η Πάρνηθα,όπως και πολλά άλλα μέρη στη χώρα μας, είναι ιδανικός βιότοπος για την τρούφα, τον υπόγειο μαύρο μύκητα που αναπτύσσεται στα ριζικά συστήματα διαφόρων φυτών.Ακόμη και για τις πιο φθηνές ποικιλίες, η τιμή ξεπερνά τα 300 ευρώ το κιλό » λέει ο κ. Παναγιώτης Παναγιωτίδης, ένας από τους πλέον έμπειρους Ελληνες όσον αφορά τα μυστικά του υπόγειου αυτού μύκητα, ο οποίος ως μπαχαρικό – και σύμφωνα με τους ειδικούς ως… αφροδισιακό έχει κατακτήσει τα μενού των μεγάλων εστιατορίων και τις συνταγές των διάσημων σεφ παγκοσμίως. « Το 2005 πραγματοποίησα τις πρώτες καταγραφές τρούφας επί ελληνικού εδάφους. Με βοήθησε πάρα πολύ ένας ιταλός ειδικός από το φυτώριο Ράτζι, με το οποίο ακόμη συνεργάζομαι. Ο συγκεκριμένος μπορούσε να καταλάβει αν υπάρχει τρούφα σε ένα μέρος, κοιτώντας απλώς το χώμα από απόσταση! Πλέον μπορώ να κάνω και εγώ το ίδιο » συμπληρώνει ο κ. Παναγιωτίδης.

Φυτεύοντας πουρνάρια
Η συντριπτική πλειονότητα της εγχώριας παραγωγής προέρχεται από τους κυνηγούς άγριας τρούφας, αφού οι περισσότερες οργανωμένες καλλιέργειες ξεκίνησαν πριν από λίγα χρόνια και δεν έχουν αποδώσει ακόμη καρπό- ή μάλλον… μύκητα. « Είμαι πάντως πολύ αισιόδοξος. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ιταλοί, νούμερο ένα στη συγκεκριμένη αγορά παγκοσμίως,έχουν εντυπωσιαστεί με την ποιότητα των ελληνικών ευρημάτων » λέει ο κ. Παναγιωτίδης που ως τεχνικός σύμβουλος σε θέματα καλλιέργειας διαθέτει περίπου 80 πελάτες. « Από αυτούς μόνο δύο είναι αγρότες. Οι παραδοσιακοί έλληνες αγρότες δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στην ιδέα ότι καλλιεργούμε τον μύκητα καιόχι το φυτό στις ρίζες του οποίου θα αναπτυχθεί. Πολλούς τούς ξένιζε η ιδέα.Ελεγαν απορημένοι “πουρνάρια θα φυτέψουμε;”.Μάλιστα σε μια περίπτωσηένας καλλιεργητής έριξε κοπριά στο έδαφος, κάτι καταστροφικό για την ανάπτυξη της τρούφας » συμπληρώνει. « Ο μύκητας χρειάζεται όσο το δυνατόν μικρότερη ανθρώπινη παρέμβαση για να αναπτυχθεί. Αρκεί το έδαφος να είναι πλούσιο σε ασβεστολιθικά πετρώματακαι “καθαρό”, δηλαδή να μην έχουν καλλιεργηθεί εκεί προηγουμένως φυτά που ραντίζονταν με λιπάσματα και φυτοφάρμακα» καταλήγει η κυρία Κλαδοπούλου.

Τετράποδοι τρουφοκυνηγοί με τη μύτη στο… χώμα

Μπος και Κίκα εν δράσει

Τ ην ώρα που ο κ. Παναγιωτίδης εξηγεί τα μυστικά του κυνηγιού του «μαύρου διαμαντιού», όπως αποκαλούν οι Ιταλοί την τρούφα, οι… εξειδικευμένοι συνεργάτες του κ. Παναγιωτίδη φαίνονται ανυπόμονοι και κουνάνε συνεχώς την ουρά τους. Πρόκειται για δύο πανέμορφα μαύρα σκυλιά, τον Μπος, ηλικίας έξι ετών, και την πολύ νεότερή του Κίκα. Ο Μπος είναι διασταύρωση λαμπραντόρ με γκριφόν και ήρθε από την Ιταλία για να εξασκήσει την τέχνη του… τρουφοανιχνευτή, ενώ η Κίκα είναι λαμπραντόρ που βρίσκεται ακόμη στη φάση της εκπαίδευσης.

« Το θέμα είναι να αφήσεις στα σκυλιά τον χρόνο που χρειάζεται για να κάνουν το παιχνίδι τους και να μυρίσουν το χώμα.Ακόμη και αν γυρίσεις σπίτι με χέρια άδεια από τρούφα, μια βόλτα στο βουνό παραμένει απολαυστική » λέει η κυρία Παυλίνα Κλαδοπούλου, χημικός που διατηρεί τον ιστότοπο troufaplus.gr, στον οποίο εμπορεύεται διάφορα προϊόντα με συστατικό τον πολύτιμο αυτόν μαύρο μύκητα, ενώ πριν από δύο χρόνια ξεκίνησε τη δική της καλλιέργεια στην ορεινή Κορινθία. « Είναι ένα προϊόν με εξασφαλισμένες αποδόσεις.Η παγκόσμια προσφορά υπολείπεται κατά πολύ της ζήτησης. Αρκεί να έχεις υπομονή, προκειμένου να εκπαιδεύσεις τον σκύλο, και φυσικά γνώση » συμπληρώνει. Ενας έμπειρος σκύλος… τρουφοκυνηγός μπορεί να κοστίζει περισσότερα από 6.000 ευρώ. « Υπάρχει και η επιλογή ενός μικρού κουταβιού κατάλληλου για εκπαίδευση » λέει ο κ. Παναγιωτίδης- εκπαιδευτής και ο ίδιος επίσης. « Πέρα από τον εκπαιδευτή όμως απαιτεί και την ενεργή ενασχόληση του ιδιοκτήτη του σκύλου, προκειμένου να εξοικειωθεί με τα διάφορα είδη της τρούφαςανάλογα με την εποχή».

Επειτα από λίγη ώρα αναζήτησης, τα δύο λαμπραντόρ εντοπίζουν τα «θηράματα» που οι ιδιοκτήτες τους έθαψαν κάτω από το χώμα προκειμένου τα δύο σκυλιά να διατηρήσουν τη φόρμα τους. Πέρα από την ικανότητα, ο εντοπισμός της τρούφας απαιτεί και τύχη, αφού στοιχεία όπως η κατεύθυνση στην οποία φυσάει ο άνεμος μπορούν να διευκολύνουν ή να δυσκολέψουν την όσφρηση του σκύλου. Πάντως η διαφορά κλάσης και εμπειρίας ανάμεσα στους δύο τετράποδους ανιχνευτές είναι φανερή. Ο Μπος σκαλίζει με προσοχή το έδαφος προκειμένου να μην καταστρέψει τον πολύτιμο μύκητα, ενώ η Κίκα εμφανίζεται κάπως… τσαπατσούλα. Εκτός από σκυλιά, για την αναζήτηση τρούφας έχουν χρησιμοποιηθεί γουρούνια, ηλεκτρονικοί ανιχνευτές οσμής αλλά ακόμη και… μύγες. « Για τα γουρούνια η τρούφα είναι εξαιρετική τροφή, δεν χρειάζονται εκπαίδευση καιτους αρκεί το ένστικτό τους.Είναι όμως δύσκολο να πάρεις την μπουκιά από το στόμα ενός γουρουνιού,το βάρος του οποίου ξεπερνά τα 200 κιλά. Εχουν συμβεί διάφορα ατυχήματα» λέει η κυρία Κλαδοπούλου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ