ΚΑΜΙΑ ΧΑΛΑΡΩΣΗ των όρων δεν θα πρέπει να συνοδεύσει την πιθανή επιμήκυνση του ελληνικού δανείου των 110 δισ. ευρώ, επιμένει ο Γιούργκεν Σταρκ. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα της Κυριακής», που τον συνάντησε
το απόγευμα της περασμένης Τρίτης στο γραφείο του στον 34ο όροφο του κτιρίου της τράπεζας στη Φραγκφούρτη, ζητεί από την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε σαρωτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να ευθυγραμμίσει τους μισθούς με την παραγωγικότητα «σε επίπεδο επιχείρησης», αν θέλει να τονώσει την ανταγωνιστικότητα, να τονώσει την παραγωγή και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Θεωρεί
«ανεπαρκείς» τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο αν γινόταν αυστηρότερο ίσως να μη χρειαζόταν καν μόνιμος μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων. Παραμένει τέλος αμετακίνητος στην άποψη ότι η ΕΚΤ δεν πρέπει να ασκεί δημοσιονομική πολιτική, τασσόμενος παράλληλα κατά της έκδοσης ευρωομολόγου διότι αυτό θα ευνοούσε κάποιες χώρες αλλά θα ήταν άδικο για άλλες.

– Είστε ευχαριστημένος από την πορεία του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής;

«Σε γενικές γραμμές το πρόγραμμα κινείται σε σωστή κατεύθυνση. Ολα όσα έχουν γίνει ως τώρα είναι κρίσιμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα δημόσια οικονομικά. Η Ελλάδα πρέπει όμως να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα αποτελέσουν σταθερή βάση για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Δεν πρόκειται για εύκολο έργο. Το αναγνωρίζουμε πλήρως αυτό. Δεν είναι επίσης ένα βραχυπρόθεσμο έργο. Δεν είναι αγώνας 100 μέτρων. Είναι ένας μαραθώνιος και η Ελλάδα μόλις άρχισε τη διαδικασία αυτή. Τα ποσοτικά κριτήρια για το τέλος Σεπτεμβρίου εκπληρώθηκαν όλα. Τώρα είναι σημαντικό ορισμένες καθυστερήσεις στην προετοιμασία σημαντικών διαρθρωτικών αλλαγών- και ιδιαίτερα με το δεύτερο κύμα μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας- να αντιμετωπιστούν άμεσα».

Πρόσφατα, το Εurogroup εισηγήθηκε να ευθυγραμμιστούν οι όροι του ελληνικού δανείου με αυτούς του δανείου προς την Ιρλανδία. Πιστεύετε ότι πρέπει να επιμηκυνθεί η διάρκεια αποπληρωμής του ελληνικού δανείου; Πρέπει αυτό να συνδεθεί με την επιτάχυνση υλοποίησης του προγράμματος προσαρμογής;

«Το πρόγραμμα πρέπει να παραμείνει σε σωστό δρόμο διότι αυτό είναι το κλειδί ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη απέναντι στα κράτη-πιστωτές της Ελλάδας. Αυτό που συζητήθηκε στις 28 Νοεμβρίου στο Εurogroup ήταν διάφορες επιλογές για να μετριαστεί η χρονική συγκέντρωση των αποπληρωμών. Κατ΄ αρχάς, αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί επιμηκύνοντας τη διάρκεια αποπληρωμής για τα τρέχοντα δάνεια ή κάνοντας μια νέα συμφωνία. Αυτές οι επιλογές δεν σημαίνουν όμως χαλάρωση των όρων. Η επιμήκυνση της ωρίμασης του δανείου δεν σημαίνει αναβολή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, αλλά το αντίθετο». – Στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναμένεται μάχη επί του μόνιμου μηχανισμού στήριξης. Πώς πρέπει να λειτουργεί ένας τέτοιος μηχανισμός; Πρέπει να συμμετέχουν οι ιδιώτες επενδυτές σε αυτόν;

«Πρόκειται για πολύ ευαίσθητο ζήτημα. Και δυστυχώς υπάρχει μεγάλη αντιπαράθεση στη συζήτηση επ΄ αυτού στην Ευρώπη. Πρώτον, χρειαζόμαστε ενισχυμένη οικονομική διακυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ενισχυμένο ΣΣΑ και ενισχυμένη μακροοικονομική επιτήρηση. Αν αυτά τα δύο εφαρμοστούν και γίνουν πλήρως σεβαστά δεν είναι απαραίτητος κατά την άποψή μου ένας μηχανισμός διαχείρισης κρίσεων. Ωστόσο, στο Εurogroup της 28ης Νοεμβρίου αποφασίστηκε να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που θα αντικαταστήσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ΕFSF). Το Εurogroup αποφάσισε επίσης τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών». – Πιστεύετε ότι η ΕΚΤ πρέπει να αναλάβει έναν πιο «επεμβατικό» ρόλο, να λειτουργήσει πιο πολιτικά και να ενισχύσει την ανάπτυξη με όσα μέσα διαθέτει;

«Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, υπάρχει ξεκάθαρος διαχωρισμός αρμοδιοτήτων. Αυτό που ζητάτε σημαίνει κατ΄ αρχάς υψηλότερο πληθωρισμό. Ο υψηλότερος πληθωρισμός σημαίνει όμως ότι θα πληγούν τα εισοδήματα των φτωχότερων. Εχουμε καθαρή εντολή να διατηρήσουμε τη σταθερότητα των τιμών. Το να ζητάμε περισσότερα θα υπερφόρτωνε την ΕΚΤ. Αυτό που έχει σημασία στη σημερινή κρίση είναι ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να δράσουν στον τομέα ευθύνης τους και να λάβουν τα σωστά μέτρα. Δεν είμαστε αρμόδιοι για τη δημοσιονομική πολιτική. Η εντολή μας δεν είναι να διευκολύνουμε τις κυβερνήσεις να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους». – Υπάρχει μεγάλη συζήτηση για την πιθανή έκδοση ευρωομολόγων. Ποια θα ήταν τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά της;

«Εχει ανανεωθεί η συζήτηση για τα ευρωομόλογα, σαν να ήταν ένα όργανο για να ξεπεραστεί η κρίση. Θεωρώ ότι δεν ισχύει αυτό. Οι χώρες είναι υπεύθυνες για το δικό τους δημόσιο χρέος, όχι για τις δεσμεύσεις άλλων κυβερνήσεων. Ορισμένες χώρες θα αποκόμιζαν πλεονέκτημα από ένα ευρωομόλογο επειδή θα πλήρωναν χαμηλότερο επιτόκιο. Κάποιες άλλες όμως δεν θα είχαν όφελος διότι θα πλήρωναν περισσότερο. Η τεχνητή μείωση των επιτοκίων θα δημιουργούσε ένα αντικίνητρο και θα έπρεπε να αποφευχθεί. Τα ευρωομόλογα δεν θα λύσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν ορισμένες χώρες». «OΙ ΜΙΣΘΟΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ»
Κατά την τελευταία της επίσκεψη, η τρόικα είπε ότι οι 100 ημέρες μέχρι την επόμενη επίσκεψή της, τον Φεβρουάριο, είναι εξαιρετικά σημαντικές. Υπάρχει κίνδυνος, αν η Αθήνα δεν «πιάσει» τους στόχους, να μη δοθεί η επόμενη δόση του δανείου;

«Οι διαρθρωτικές αλλαγές είναι απαραίτητες για να διασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα και να τονωθεί η παραγωγή και η απασχόληση. Η Ελλάδα έχασε ανταγωνιστικότητα τιμών τα τελευταία χρόνια επειδή οι μισθολογικές αυξήσεις δεν ήσαν ευθυγραμμισμένες με την άνοδο της παραγωγικότητας και διάβρωσαν την ανταγωνιστικότητα των τιμών. Αυτό πρέπει να διορθωθεί. Εχει όμως ξεκινήσει μια αξιόπιστη διαδικασία και οι επισημάνσεις της τρόικας είναι πολύ σημαντικές. Οι μισθοί πρέπει να ακολουθούν την παραγωγικότητα σε επίπεδο επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης του θεσμού της διαιτησίας, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, του ανοίγματος υπηρεσιών, επαγγελμάτων και του εμπορίου. Νομίζω ότι η κυβέρνηση έχει ήδη κάνει ένα σημαντικό βήμα στον τομέα αυτό. Χρειάζονται όμως περισσότερα για να απελευθερωθεί το δυναμικό των ελληνικών επιχειρήσεων, όπως ο περιορισμός της γραφειοκρατίας και η ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων». Πρώτη η Γερμανία παραβίασε τους κανόνες
– Θεωρείστε ένας από τους αρχιτέκτονες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Πρόσφατα ελήφθησαν αποφάσεις για τη μεταρρύθμισή του. Συμφωνείτε με αυτές ή πιστεύετε ότι θα έπρεπε να είναι αυστηρότερες;

«Στην ΟΝΕ χρειαζόμαστε αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες. Αυτοί εμπεριέχονται κατ΄ αρχάς στη Συνθήκη του Μάαστριχ και εξειδικεύτηκαν με το ΣΣΑ το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ΄90. Υπήρχε μια προσδοκία ότι οι κυβερνήσεις θα ακολουθούσαν αυτούς τους κανόνες. Το 2003 όμως δύο κυβερνήσεις (σ.σ.: εννοεί τη Γαλλία και τη Γερμανία) είχαν υπερβολικά ελλείμματα και αρνήθηκαν οποιαδήποτε περαιτέρω βήματα προέβλεπαν οι διαδικασίες. Τ0 2005, οι κανόνες του Συμφώνου αποδυναμώθηκαν σημαντικά. Οι κυβερνήσεις πρέπει επειγόντως να πάρουν τα μαθήματά τους από την κρίση. Οι ενδείξεις που έδωσαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων τον Νοέμβριο ήταν, κατά την άποψή μου, ανεπαρκείς».ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ