Διαχώρισε για ακόμη μία φορά τη θέση του χθες ο κ. Θ. Ρουσόπουλος από τη διαδικασία των «ιερών» ανταλλαγών ακινήτων μεταξύ Δημοσίου και Μονής Βατοπαιδίου, αποστέλλοντας οκτασέλιδη επιστολή στην Προανακριτική Επιτροπή. Ο πρώην υπουργός ακολούθησε τη στρατηγική Καραμανλή και δεν προσήλθε να καταθέσει στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής, αφού όπως τόνισε στην επιστολή του «ουδόλως προκύπτει ο λόγος πρόσκλησης και εμφάνισής μου».

Με ένα «σφιχτό» νομικό κείμενο οκτώ σελίδων, το οποίο επεξεργάστηκαν δικηγόροι, ο πρώην στενός συνεργάτης του κ. Κ. Καραμανλή εμφανίζεται ως πολιτικά διωκόμενος, αφού όπως επισημαίνει όλες οι εναντίον του αιτιάσεις «επ΄ ουδενί λόγω συγκροτούν τη γενική ειδική υπόσταση της αποδιδόμενη σε εμένα ηθικής αυτουργίας σε απιστία ή οποιαδήποτε άλλη μορφή συμμετοχής σε αυτή την πράξη, πολλώ δε μάλλον δεν στοιχειοθετούν την ηθική αυτουργία στην ηθική αυτουργία των προειρημένων υπουργών και υφυπουργών στις αποδιδόμενες σε υπηρεσιακούς παράγοντες αξιόποινες πράξεις, ακόμη και αν οι αιτιάσεις αυτές ήθελε θεωρηθούν αληθείς και βάσιμες». Κάτι ωστόσο που αμφισβητεί, αφού όπως υποστηρίζει «ουδόλως προκύπτει από τα συλλεγέντα αποδεικτικά στοιχεία».

Ο κ. Ρουσόπουλος επισημαίνει στο υπόμνημά του ότι «ουδεμία ένδειξη, ούτε καν υπόνοια αξιόποινης συμμετοχής μου στη διερευνώμενη υπόθεση προκύπτει», αφού όπως αναφέρει «από ουδέν αποδεικτικό στοιχείο,ήτοι έγγραφο, μαρτυρία,απολογία κτλ.συνάγεται η καθ΄ οιονδήποτε τρόπο πρόκληση απόφασης σε άλλον, είτε γνωστό είτε άγνωστο σε εμένα, για τέλεση απιστίας εις βάρος του Δημοσίου» .

Οσον αφορά την εμπλοκή του ονόματός του στην υπόθεση, ο πρώην υπουργός Επικρατείας την αποδίδει σε «ακριτομυθίες, διαδόσεις, φήμες και άλλα παρόμοια φληναφήματα» που κατά την υπερασπιστική θέση του «ουδεμία σχέση έχουν με την αλήθεια και την πραγματικότητα».

Σύμφωνα με τον κ. Ρουσόπουλο δεν έχουν προκύψει ούτε οι ενδείξεις ούτε οι αποδείξεις που απαιτούνται «για τη στοιχειοθέτηση ποινικώς αξιόλογων και ερευνητέων ποινικών κατηγοριών».

Οπως ο κ. Καραμανλής στην επιστολή του, έτσι και ο κ. Ρουσόπουλος αμφισβητεί ότι υπήρξε περιουσιακή ζημιά εις βάρος του Δημοσίου, ενώ κατηγορεί την κυβερνητική πλειοψηφία ότι οι ως τώρα κοινοβουλευτικές διαδικασίες διερεύνησης «εμφανίζουν όλα τα χαρακτηριστικά πολιτικής δίωξης» και κάνει λόγο για «υποταγή της έννομης τάξης στις πολιτικές, μάλλον μικροκομματικές, σκοπιμότητες».

Το επιχείρημα των κκ. Καραμανλή και Ρουσόπουλου περί μη ύπαρξης ζημιάς του Δημοσίου από τις ανταλλαγές των ακινήτων με τη Μονή Βατοπαιδίου έχει πυροδοτήσει την αντίδραση του ΠαΣοΚ, το οποίο διά του προέδρου της Προανακριτικής Επιτροπής κ. Δ.Τσιρώνη τονίζει ότι «η ζημιά είναι δεδομένη» και ότι σύμφωνα με τις (συντηρητικές) εκτιμήσεις του ΣΟΕ το ύψος της υπολογίζεται σε 110 εκατ. ευρώ, αν και είναι πολλαπλάσιο.

Καρφί Λιάπη στον εξάδελφο
Με μια φράση η οποία εξελήφθη ως αιχμή κατά του πρώην πρωθυπουργού και εξαδέλφου του κ. Κ. Καραμανλή, απάντησε χθες ο πρώην υπουργός Πολιτισμού κ. Μ. Λιάπης προσερχόμενος στην Προανακριτική Επιτροπή, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους πώς σχολιάζει την επιστολή Καραμανλή: «Θέλετε να είμαι αύριο πρώτο θέμα στις εφημερίδες;» είπε, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι αν μιλούσε θα προκαλούσε πολιτικό ζήτημα. Καταθέτοντας για το θέμα του αποχαρακτηρισμού αρχαιολογικού χώρου στο δάσος της Ουρανούπολης, είπε ότι το ΥΠΠΟ δεν είχε τη δυνατότητα να ανακαλέσει το συμβόλαιο ανταλλαγής που υπεγράφη τότε, ούτε να δώσει προηγουμένως την έγκρισή του.

Ο νυν υπουργός Πολιτισμού κ. Π. Γερουλάνος κατέθεσε ότι θα έπρεπε να έχει ζητηθεί η γνώμη της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας.