Αρκετοί από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και στις ΗΠΑ πιστεύουν ότι ο πρόσφατος μεγάλος σεισμός που έπληξε την Τουρκία σε συνδυασμό με τη στάση που κράτησε και κρατάει η επίσημη Ελλάδα μπορεί να βελτιώσει το κλίμα των ελληνοτουρκικών πολιτικών σχέσεων. Ουσιαστικά το συμπέρασμα αυτό πιθανολογείται από ειδικούς και μη, επειδή βασίζονται κυρίως στη στάση, πρώτον, των επισήμων αρχών της χώρας μας, δεύτερον, στη σχεδόν συνολική έμπρακτη συμπαράσταση του ελληνικού λαού και, τρίτον, στην ανεπιτήδευτη αποδοχή της στάσης αυτής από τον τουρκικό λαό. Θα ήταν όμως πιστεύω περισσότερο ακριβές και κοντά στην αλήθεια το συμπέρασμα αυτό, αν είχαμε και μια καθαρή στάση ανταπόδοσης και ανταπόκρισης από την πολιτικοστρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας απέναντι στην ψυχική και υλική συμπαράσταση του ελληνικού λαού και της κυβέρνησής του. Ενώ το σύνολο σχεδόν των τουρκικών ΜΜΕ σπεύδουν να ευθυγραμμισθούν με τον βαθμό αποδοχής της ελληνικής βοήθειας από τον απλό και πονεμένο τούρκο πολίτη που επλήγη από τον σεισμό, η επίσημη στρατιωτική και πολιτική Τουρκία μασάει τα λόγια της και μάλιστα με διάφορα όργανά της προσπαθεί να μειώσει ή να υποβαθμίσει την ελληνική προσφορά και στάση. Στην καλύτερη περίπτωση να μην τη σχολιάσει.



Μετά από αυτά τα γενικά δεδομένα και διαπιστώσεις, φαίνεται ότι πραγματικά υπάρχει ένα, έστω και θεωρητικό, ερώτημα, αν οι επιπτώσεις από τον μεγάλο σεισμό στην Τουρκία θα οδηγήσουν το στρατιωτικό και πολιτικό κατεστημένο αυτής να μεταβάλει την πολιτική του απέναντι στη χώρα μας. Και φυσικά το ερώτημα γεννιέται γιατί σκεπτόμαστε ευρωπαϊκά, ελληνικά, χριστιανικά, γιατί σκεπτόμαστε και λειτουργούμε με βάση, με κέντρο την ανθρώπινη ζωή και τις ανθρώπινες αξίες.


Πρώτα τοποθετούμε αυτές εμείς οι Ελληνες (στις κρατικές σχέσεις φαίνεται ότι δεν είναι πάντα σωστό) και μετά το πρέπει ή δεν πρέπει, λόγω Ιστορίας και κρατικών σχέσεων.


Ο σεισμός επέφερε ένα τεράστιο κόστος στην Τουρκία. Η μία όψη του κόστους αυτού είναι η τραγική και έχει σχέση με τον τεράστιο αριθμό των ανθρωπίνων υπάρξεων που χάθηκαν. Των οικογενειών που αποδεκατίστηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη. Η ίδια πλευρά, η ανθρώπινη, περιλαμβάνει και το ψυχολογικό σοκ που έχει υποστεί το σύνολο του πληθυσμού της περιοχής (αν όχι όλης της Τουρκίας) και το οποίο έχει σχέση με τον φόβο ενός παρόμοιου σεισμού στην ίδια ή και σε άλλη περιοχή της Τουρκίας. Ο πληθυσμός της περιοχής είναι αναγκασμένος να βρει την ψυχική δύναμη να ξεπεράσει ατομική, οικογενειακή και οικονομική καταστροφή και να αρχίσει να δημιουργεί σχεδόν εκ του μηδενός.


* Το οικονομικό κόστος


Η άλλη όψη του κόστους για την Τουρκία είναι καθαρά οικονομική.


Κατ’ αρχήν σε μια τεράστια περιοχή, μεγαλύτερη σε έκταση από την Κύπρο, έχει καταστραφεί σχεδόν πλήρως η υποδομή. Και αν σε ορισμένα μέρη φαίνεται ότι μπορεί να γίνει χρήση, π.χ., της ηλεκτρικής εγκατάστασης ή των εγκαταστάσεων αποχέτευσης και νερού, αυτό για να συμβεί θα απαιτήσει ελέγχους, αποκατάσταση ζημιών και συμπλήρωση με νέες εγκαταστάσεις, αφού πρέπει να ξαναλειτουργήσουν ως ολοκληρωμένα δίκτυα περιοχής.


Από ό,τι έχει λεχθεί, σε μια ακτίνα 80-90 χλμ. από το επίκεντρο του σεισμού το σύνολο των επιφανειακών κτιριακών εγκαταστάσεων έχει αχρηστευθεί. Η περιοχή αυτή είναι μια μεικτή περιοχή όσον αφορά την οικονομική της δραστηριότητα. Υπήρχε μεγάλος αριθμός βιομηχανικών εγκαταστάσεων, αλλά και τουριστική υποδομή και δραστηριότητα.


Σύμφωνα με στοιχεία που έγραψε ο Τύπος, η περιοχή αυτή παρήγε το 30% με 35% του ΑΕΠ της Τουρκίας. Κατά τη δήλωση δε του τούρκου πρωθυπουργού, το κόστος αποκατάστασης των ζημιών θα ξεπεράσει τα 7 δισ δολάρια.


Πραγματικά και οι καθαρά οικονομικές επιπτώσεις του σεισμού είναι πολύ μεγάλες και φαίνεται ότι είναι δύσκολο ως ακατόρθωτο να τις ξεπεράσει η Τουρκία μόνη της, χωρίς εξωτερική βοήθεια.


Υπάρχει επίσης και μια συνιστώσα της οικονομικής πλευράς του σεισμού που δεν έχει παρουσιασθεί εκτενώς και είναι αυτή των καταστροφών που έπληξαν καθαρά στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Είναι γεγονός ότι οι πληροφορίες δεν είναι πολλές και η προσπάθεια των στρατιωτικών αρχών αρκετά έντονη να μη βγει προς τα έξω τίποτε που να αφορά επιπτώσεις του σεισμού επί των τουρκικών ένοπλων δυνάμεων και ιδιαίτερα επί του ηθικού των.


Στην ευρύτερη περιοχή του σεισμού οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν έναν σημαντικό αριθμό στρατιωτικών εγκαταστάσεων, σημαντικότερη των οποίων είναι ο ναύσταθμος του Γκολτσούκ. Υπάρχουν αεροδρόμια, μονάδες ραντάρ, μονάδες βλημάτων εδάφους-αέρος, εγκαταστάσεις του ναυτικού εκτός του ναυστάθμου και τα εργοστάσια, αρμάτων στο Αριφιέ και κινητήρων των F-16 στο Εσκισεχίρ.


Από ό,τι έχει γραφεί στον Τύπο, ελληνικό και ξένο, φαίνεται ότι οι μεγαλύτερες καταστροφές έγιναν στον ναύσταθμο του Γκολτσούκ. Εχουν καταρρεύσει τα διοικητήρια του αρχηγείου στόλου και ναυστάθμου, τέσσερα οικήματα διαμονής προσωπικού (δύο στον ναύσταθμο και δύο στο διπλανό θέρετρο αξιωματικών), το κτίριο ναυτικής τακτικής, κάποια υπόστεγα και άλλα διάφορα μικρότερα κτίρια. Εχουν υποστεί σοβαρές ζημιές το σύστημα ανεφοδιασμού των πλοίων με καύσιμα, προβλήτες και δεξαμενές επισκευών.


Οσον αφορά τους νεκρούς στον ναύσταθμο, αυτοί ξεπερνούν τους 600, μεταξύ των οποίων είναι ο υποναύαρχος διοικητής της Σχολής Δοκίμων Αϊντίν Ορχάν και ο πρώην Αρχηγός Ναυτικού ναύαρχος Βουράλ Μπεγιαζίτ.


Ο ναύσταθμος για να επανέλθει σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία θα απαιτηθούν μεγάλα χρηματικά ποσά (αυτά είναι βέβαιο ότι θα βρεθούν) και ένα χρονικό διάστημα κατ’ ελάχιστον έξι μηνών. Τα πλοία ήδη βρίσκονται στους άλλους δύο ναυστάθμους Σμύρνης και Ακσάζ ή στις περιοχές αυτών, διότι υπάρχει και θέμα χωρητικότητας.


Τα αεροδρόμια Γιάλοβα και Τοπέλ (το πρώτο είναι η σχολή της τουρκικής αεροπορίας και το δεύτερο ανήκει στο τουρκικό ναυτικό) έπαθαν αρκετές ζημιές στις κτιριακές τους εγκαταστάσεις και υπάρχει μια σχετική αναστολή των δραστηριοτήτων τους, αλλά όχι κάτι ιδιαίτερα σοβαρό.


Αλλες μονάδες των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που φαίνεται ότι έχουν υποστεί ζημιές είναι το ραντάρ του Ιζμίτ και το εργοστάσιο αρμάτων. Το ραντάρ λειτουργεί αλλά διάφορες εγκαταστάσεις του έχουν υποστεί ζημιές και διάφορα μέσα του υπολειτουργούν (ενσύρματες επικοινωνίες). Το εργοστάσιο αρμάτων έχει σημαντικές ζημιές αλλά δεν είναι βέβαιο αν έχει ανασταλεί η λειτουργία του και για πόσο χρόνο.


Από πλευράς στρατηγικής υποδομής πρέπει να επισημανθούν οι σοβαρές ζημιές στο διυλιστήριο Τουρπάς του Ιζμίτ, οι επίσης σοβαρές ζημιές στο εργοστάσιο πετροχημικών και γκαζιού που είναι στην ίδια περιοχή. Ακόμη οι ζημιές στα δίκτυα επικοινωνιών, ρεύματος, γκαζιού, νερού και αποχετεύσεως είναι πολύ μεγάλης έκτασης και σοβαρότητας.


Παρατηρώντας ένας τρίτος αντικειμενικός παρατηρητής την τουρκική κοινωνία, από τον λαό ως την ηγεσία της, προκειμένου να καταγράψει τον τρόπο που αντέδρασε στην τραγικότητα και τις ανάγκες τους γεγονότος του σεισμού θα διαπιστώσει, κατά την άποψή μας, ενδιαφέροντα στοιχεία και θα κάνει χρήσιμες καταγραφές οι οποίες μπορούν να τον οδηγήσουν σε κάποια συμπεράσματα. Κατ’ αρχήν θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο σεισμός αυτού του μεγέθους είναι μια θεομηνία της οποίας τα καταστροφικά αποτελέσματα πολλαπλασιάζονται αν συμβεί νύχτα. Ο συγκεκριμένος σεισμός είχε τα δύο αυτά στοιχεία (μέγεθος – χρόνος) αλλά είχε και άλλα άκρως επιβαρυντικά. Συνέβη στην Τουρκία όπου, όπως φαίνεται, ο αντισεισμικός σχεδιασμός και η ανάλογη εκτέλεση των κατασκευών είναι άγνωστες έννοιες για τον κρατικό μηχανισμό, όπου η προπαρασκευή του κράτους να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες καταστροφές αποδείχθηκε περίπου ανύπαρκτη. Συνέβη σε μια χώρα όπου, από ό,τι φαίνεται, ο περιορισμός του αριθμού των ανθρωπίνων απωλειών δεν είναι το πρώτο μέλημα και φροντίδα και κατ’ επέκταση σχεδιασμός. Αυτά τα «τουρκικά ιδιαίτερα δεδομένα» αύξησαν, κατά την άποψή μας, τα καταστροφικά αποτελέσματα του εν λόγω σεισμού.


Η αντίδραση του τουρκικού λαού στο μεγάλο κακό που ξαφνικά τον βρήκε, ήταν η αναμενόμενη. Η θλίψη, η οδύνη, η απελπισία και ο θρήνος, που φέρνουν ο θάνατος, η απώλεια περιουσιών, η απώλεια προσφιλών προσώπων, ήταν έκδηλα και σε σημείο τραγικότητας, παρά την καρτερία και την αντοχή που η μουσουλμανική θρησκεία οπλίζει τους πιστούς της. Στην εικόνα αυτή και μετά την πρώτη ημέρα προστίθενται τα συναισθήματα της αγανάκτησης, της οργής και της έκπληξης. Αγανάκτηση και οργή κατά παντός υπευθύνου για τις απαράδεκτες κατασκευές. Εκπληξη για την αδυναμία του «μεγάλου και δυνατού» τουρκικού κράτους να προστατεύσει τη ζωή του πολίτη του, να επέμβει άμεσα με τις δυνάμεις του για τη διάσωση των επιζώντων, να συντονίσει την προσφερόμενη ειδική βοήθεια από άλλες χώρες. Ο τουρκικός λαός αισθάνεται ιδιαίτερη έκπληξη για την αδυναμία και την απουσία του «πανίσχυρου» τουρκικού στρατού να τον βοηθήσει τις ώρες που έχει ανάγκη.


Η αντίδραση ενός άλλου φορέα της τουρκικής κοινωνίας και συγκεκριμένα του Τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού, είναι σχεδόν ταυτόσημη με αυτήν του τουρκικού λαού. Ο τουρκικός Τύπος, που δεν μας έχει συνηθίσει ούτε στον αντικειμενικό έλεγχο της εξουσίας, ιδιαίτερα της στρατιωτικής, ήταν άκρως επικριτικός για όλους και για όλα. Φαίνεται ότι οι ελλείψεις, η αδιαφορία, η αδράνεια και η ανικανότητα των αρμοδίων της κρατικής μηχανής ήταν τόσο έντονες που, αφού έκαναν τον τουρκικό λαό να αγανακτήσει με αυτούς, δεν άφησαν περιθώρια στον Τύπο παρά να ταυτισθεί πλήρως με το λαϊκό αίσθημα. Η ανικανότητα της τουρκικής κρατικής μηχανής εξόργισε τους πάντες και δεν επέτρεψε στα τουρκικά ΜΜΕ να ασκήσουν τη γνωστή προπαγάνδα τους για το «ισχυρό κράτος», για το «καλά οργανωμένο», για τη «μεγάλη Τουρκία» που προστατεύει τους πολίτες της.


* Η κρατική εξουσία


Το ερώτημα που προκύπτει για τον τουρκικό Τύπο είναι αν γνώριζε αυτή την κατάσταση των κατασκευών και αυτή την ανοργανωσιά του κράτους για αντιμετώπιση μεγάλων καταστροφών ή αν τώρα την ανακάλυψε.


Πιστεύουμε ότι όλα ήταν γνωστά με κάθε λεπτομέρεια. Το γενικό πνεύμα όμως ταύτισης του Τύπου με την εξουσία δεν επέτρεπε ή δεν ευνοούσε την άσκηση κριτικής. Εξάλλου δεν υπήρχε το αίτιον, η απόδειξη της αντικειμενικής κριτικής, γεγονός που θα έδινε το δικαίωμα στην εξουσία να ισχυρισθεί ότι ο Τύπος διασπείρει ψευδείς ειδήσεις και τρομοκρατεί τον λαό και κατ’ ακολουθία θα εφαρμοζόταν ο σχετικός νόμος.


Τώρα όμως υπήρξαν οι αποδείξεις, τα τεκμήρια της αληθινής αντικειμενικής κριτικής. Υπάρχει, θα λέγαμε, η ευκαιρία για όσους ήθελαν να ασκήσουν κριτική σε ένα κράτος που έντονα και συνεχώς κομπάζει για την ισχύ, την ικανότητά του και τους μακρόπνοους σχεδιασμούς τους.


Πιστεύουμε ότι είναι άξια παρατήρησης ακόμη δύο στοιχεία της κριτικής στάσης του τουρκικού Τύπου απέναντι στην τουρκική εξουσία. Το πρώτο είναι ότι τον έλεγχο και τα δυσμενή σχόλια δεν απέφυγαν και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Ο Τύπος εντοπίζει τη χαρακτηριστική απουσία του στρατού από τις επιχειρήσεις διάσωσης και καυτηριάζει τη στάση αυτή έντονα. Διαπιστώνει ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας τους δεν είναι κοντά στον λαό που πάσχει από την καταστροφή, δεν είναι εκεί που πρέπει, δεν είναι εκεί που πίστευαν ότι θα είναι, διότι έτσι τους είχαν πει και τους είχαν πείσει οι στρατηγοί του.


Το δεύτερο άξιο παρατήρησης στοιχείο είναι η στάση του τουρκικού Τύπου απέναντι στην ελληνική προσφορά και γενικά στην ελληνική αντίδραση προς τον πάσχοντα τουρκικό λαό. Επαινετικά σχόλια από το σύνολο του Τύπου για τη στάση του ελληνικού λαού και της κυβέρνησής του. Δεν έβρισκαν λόγια να τονίσουν και να ευχαριστήσουν για την προσφορά αυτή. Κατέκριναν έντονα τη στάση ορισμένων υπουργών (Υγείας) για τις διαδικασίες αποδοχής της ελληνικής βοήθειας.


Τέλος, πώς βλέπει ο αντικειμενικός παρατηρητής τη στάση της πολιτικοστρατιωτικής εξουσίας της Τουρκίας απέναντι στα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα μετά τον σεισμό;


Οπως ήδη ελέχθη η απουσία του οργανωμένου κράτους ήταν έντονη. Η άμεση εκτίμηση της κατάστασης και η κινητοποίηση των αρμόδιων φορέων για παροχή βοήθειας, όπου έπρεπε, δεν έγινε ποτέ. Και δεν έγινε διότι δεν μπορεί να γίνει κάτι αν δεν υπάρχει κατάλληλος σχεδιασμός. Αν δεν υπάρχει κεντρικός μηχανισμός διαχείρισης μεγάλων καταστροφών ή γενικότερα κρίσεων, είναι αδύνατον το κράτος να ανταποκριθεί όταν αυτές θα συμβούν. Η Τουρκία όμως έχει κατ’ επανάληψη δοκιμαστεί από μεγάλους σεισμούς και επομένως η εικόνα των απαράδεκτων κατασκευών και η εικόνα του τρόπου αντίδρασης και ανταπόκρισης της κρατικής μηχανής δεν δικαιολογούνται. Για όσους όμως γνωρίζουν από κοντά τα πράγματα δεν είναι έκπληξη η εικόνα αυτή της τουρκικής κρατικής μηχανής. Αυτή είναι η κατάσταση. Λόγια πολλά και φουσκωμένα, με ελάχιστο προγραμματισμό, σχεδιασμό για τα θέματα τουλάχιστον που έχουν σχέση με τη φροντίδα και την αναβάθμιση του τουρκικού λαού.


* Οι ένοπλες δυνάμεις


Εκείνο όμως που εντυπωσιάζει είναι η στάση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Παντελής απουσία στη διάσωση εγκλωβισμένων και ελάχιστη στον συντονισμό ενεργειών για έλεγχο της κατάστασης και παροχή κάθε είδους αναγκαίας βοήθειας. Πολύ σωστά παρατηρεί ο κ. Κούρκουλας στο «Βήμα» της 24.8.99: «Ο στρατός, προβλέποντας ίσως την απογοήτευση και την κατακραυγή που θα ακολουθήσουν τον σεισμό, κράτησε περίεργες αποστάσεις. Ενώ διεκδικεί έντονη παρουσία στα πάντα, δεν κινητοποιήθηκε από την αρχή ­ όπως ήταν φυσικό ­ για να βοηθήσει στις επιχειρήσεις διάσωσης. Δεν είχε τα αντανακλαστικά που θα είχε ένας άλλος οποιοσδήποτε στρατός. Τραυματισμένος ο ίδιος από την κατάρρευση των κτιρίων του ναυστάθμου, κλείστηκε στον εαυτό του και θέλησε να περισώσει ό,τι μπορούσε από την εικόνα του ακατάβλητου και ακατανίκητου στρατού που προβάλλει η επίσημη μυθολογία».


Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις με τη λογική που έχουν αναπτύξει, όπως αυτή προκύπτει από την πρακτική της παράδοσης του κεμαλισμού, έκαναν ανάλυση της κατάστασης που δημιούργησε ο σεισμός και σχεδίασαν τη στάση τους απέναντι σε λαό, σε ανάγκες, σε εξωτερική βοήθεια και γενικά καθόρισαν τον βαθμό και τον τρόπο εμπλοκής τους στα γεγονότα που ακολουθούν έναν σεισμό αυτού του μεγέθους. Γνωρίζοντας οι στρατηγοί τις δυνατότητες της τουρκικής κρατικής μηχανής να αντιμετωπίσει καταστροφές αυτού του μεγέθους αποφάσισαν ότι η εμπλοκή τους θα είναι ως εκεί όπου δεν θα υπάρχουν επιπτώσεις στο κύρος και στην αξιοπιστία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Το κύρος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων προηγείται από την ανάγκη διάσωσης 10, 100 ή 1.000 εγκλωβισμένων. Με άλλα λόγια, για τους τούρκους στρατηγούς ο αριθμός των νεκρών δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού συνέβη ένα τέτοιο φυσικό φαινόμενο. Το σημαντικό είναι να διαφυλαχθεί το κύρος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων προς τον λαό που τις στηρίζει και τις θρέφει, έχοντας πεισθεί για το μέγεθος και την αναγκαιότητά τους από τους ίδιους.


Με τη σπάνια ως καθόλου παρουσία της τουρκικής στρατιωτικής ηγεσίας στους τόπους της καταστροφής θα «επιτρέψουν» στους πολιτικούς να πάρουν όλες τις ευθύνες και να εισπράξουν όλη τη δικαιολογημένη αγανάκτηση του λαού για τον τρόπο που το κράτος του συμπαραστάθηκε. Είναι δε χαρακτηριστική η αντίδραση του τούρκου αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας, που διαμαρτυρήθηκε προς τον Τύπο διότι δεν κάλυψε ικανοποιητικά την προσφορά και την παρουσία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Δεν τον ενδιαφέρει τι κάνει συνολικά το κράτος, αλλά πώς θα περάσει η καλλίστη εικόνα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων προς τον λαό. Δεν επέτρεψαν στα μέσα ενημέρωσης να δείξουν προς τα έξω εικόνες από τον ναύσταθμο και τις καταστροφές που εκεί συνέβησαν και ο λόγος δεν είναι το απόρρητο φυσικά, αλλά οι ερωτήσεις που θα γεννούσε η εικόνα. Ερωτήσεις που έχουν να κάνουν με την ποιότητα κατασκευής και των κτιρίων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Δηλαδή θα έβγαινε ότι δεν φταίνε μόνο οι εργολάβοι που κλέβουν για τις σαθρές κατασκευές, αλλά φταίει κάτι βαθύτερο που έχει να κάνει με νόμους, ποιότητα υλικών, ποιότητα σχεδίων, εγκρίσεις σχεδίων κτλ. Εκτός αν δεχθούν ότι κλέβουν στις κατασκευές και μέσα στις «περήφανες και αψεγάδιαστες τουρκικές ένοπλες δυνάμεις». Οσον αφορά τη στάση των τουρκικών αρχών απέναντι στη βοήθεια που άμεσα και απλόχερα διάφορες χώρες παρείχαν, είναι χαρακτηριστικό αυτό που γράφει ο κ. Κούρκουλας στο «Βήμα» της περασμένης Δευτέρας: «Οι επίσημες αρχές έδιναν την εντύπωση ότι ενοχλούντο από την παρουσία των ξένων συνεργείων διάσωσης, όπως προκύπτει από τις αναφορές όλων των ξένων ομάδων. Η βοήθεια των ξένων έμοιαζε να πλήττει την υπερηφάνεια των επισήμων…».


Πράγματι είναι πολύ χαρακτηριστική, ουσιαστική και πολύ πραγματική η παραπάνω διαπίστωση. Ο τούρκος «επίσημος», ένστολος ή μη, θα προτιμούσε αν ήταν δυνατόν να εξαφανίζοντο ως διά μαγείας τα τεκμήρια της ανικανότητάς του ως κράτους, έστω και αν αυτό θα κόστιζε στον τουρκικό λαό 100.000 νεκρούς. Κατά τη γνώμη του, το κύρος της χώρας απαιτεί να μη δείχνει ότι έχει ανάγκη εξωτερικής βοήθειας, αλλά ότι η χώρα του τα καταφέρνει μόνη της με τις δυνάμεις της και με τις ικανότητες της πολιτικοστρατιωτικής ηγεσίας της. Αυτό να δείχνει. Ανεξάρτητα ποια είναι η αλήθεια.


Οι Τούρκοι τη βοήθεια τη θέλουν και την απαιτούν, φτάνει στις περιπτώσεις όπως του σεισμού αυτή να δίνεται χωρίς θόρυβο, να δίνεται σε αυτούς για να τη διανείμουν με τον τρόπο τους στον λαό· και το «ευχαριστώ» μέσα από τα δόντια, διότι μια μεγάλη χώρα δεν μπορεί να λέει «ευχαριστώ» δυνατά. Σε περιπτώσεις όπως στρατιωτικής βοήθειας κτλ. αυτή να δίνεται, διότι η Τουρκία έχει «τόσα πολλά προσφέρει» ώστε αυτά που τις δίνουν ουσιαστικά της τα χρωστούν.


*Η απογοήτευση του λαού


Από τις παρατηρήσεις αυτές φαίνεται ότι αυτός ο σεισμός ίσως να μην είναι σαν τους προηγούμενους που έχουν συμβεί στην Τουρκία. Η απογοήτευση του τουρκικού λαού είναι τόσο μεγάλη, που μπορεί να οδηγήσει σε ευθεία αμφισβήτηση των βασικών δομών της εξουσίας και κυρίως του στρατιωτικού κατεστημένου. Ο σεισμός ήταν η αφορμή για να αποδειχθούν οι πραγματικές ικανότητες του σύγχρονου τουρκικού κράτους όσον αφορά την προστασία και τη φροντίδα του πολίτη.


Αν η αγανάκτηση δεν είναι παροδική, τότε θα μπορούσε να λεχθεί ότι ο σεισμός αυτός μπορεί να ήταν η αρχή του ρήγματος της τουρκικής κοινωνίας και της κεμαλικής δομημένης κρατικής εξουσίας. Αν οι πολιτικοί με τους στρατιωτικούς καταφέρουν να κάνουν τον λαό να ξεχάσει τον σεισμό και τη δική τους στάση, τότε τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα θα συνεχίσουν τον δρόμο τους όπως ως σήμερα. Ηδη ο τούρκος πρόεδρος και ο πρωθυπουργός έχουν κάνει επίκληση του Κισμέτ προκειμένου να καταλαγιάσουν την εναντίον τους αγανάκτηση του λαού.


Οι οικονομικές επιπτώσεις του σεισμού, όπως ήδη είπαμε, θα είναι πολύ μεγάλες. Εχει πληγεί βαρύτατα ο βιομηχανικός πνεύμονας της Τουρκίας και έτσι ο οικονομικός σχεδιασμός των κομμάτων της κυβέρνησης μάλλον θα αλλάξει χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Οπως είναι φυσικό και λογικό, κάποιες επιπτώσεις από την οικονομική αυτή επιβάρυνση θα υπάρξουν και στα εξοπλιστικά προγράμματα που ήδη έχουν εξαγγελθεί. Κάποια προγράμματα έχουν περιθώρια χρονικής καθυστέρησης και φυσικό είναι να μετατοπισθούν για αργότερα. Δεν φαίνεται να γίνεται ματαίωση προγράμματος, τουλάχιστον φανερά, κυρίως λόγω της αντίληψης περί κύρους της χώρας.


*Τι πρέπει να κάνουμε


Με βάση τη λογική αυτή του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου της Τουρκίας, η στάση του προς τη χώρα μας δεν αναμένεται, κατά την άποψή μας, να μεταβληθεί ουσιαστικά, τουλάχιστον φανερά. Η στάση τους, ιδιαίτερα των στρατιωτικών, θα εξαρτηθεί από τα περιθώρια που η τουρκική κοινή γνώμη τούς δίνει μετά την «επίθεση» φιλίας που δέχθηκε και συνεχίζει να δέχεται από τον ελληνικό λαό και την ελληνική κυβέρνηση. Δεν αποκλείεται, αν τα περιθώρια αυτά είναι στενά, να οργανώσουν επιχείρηση μεταστροφής της τουρκικής κοινής γνώμης, αν το έχουν ανάγκη. Από την άποψη αυτή, φαίνεται ότι μια «επιθετική» πολιτική, μια πολιτική πρωτοβουλιών εκ μέρους μας, μας συμφέρει την περίοδο αυτή, διότι θα αφαιρεί συνεχώς από το τουρκικό κατεστημένο τα περιθώρια ελιγμών που συνήθως βασίζονται σε δικές μας αρνητικές θέσεις.


Φυσικά και η μορφή αυτή της εξωτερικής μας πολιτικής στοχεύει να υπηρετήσει τα εθνικά μας συμφέροντα και είναι σε όλους κατανοητό ότι όταν τροποποιούνται οι μέθοδοι ή οι μορφές έκφρασης της εξωτερικής πολιτικής μιας χώρας, αυτό δεν σημαίνει ότι αλλάζουν και οι στόχοι της εθνικής πολιτικής μας.


Η Τουρκία και το πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο (θα πρόσθετα και διπλωματικό) που την κυβερνά, με τις πολιτικές παρακαταθήκες του Κεμάλ και τις ιστορικές καταβολές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, δεν πρόκειται να αλλάξει στρατηγικό σχεδιασμό έναντι της χώρας μας λόγω ενός, έστω και μεγάλου, σεισμού και μιας δικής μας φιλικής στάσης. Μια αλλαγή στάσης των τούρκων επισήμων δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως αλλαγή εθνικής πολιτικής.


Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η Τουρκία για να αλλάξει πολιτική σημαίνει ότι δεν έχει άλλη επιλογή και άλλο χρόνο για να περιμένει να την υλοποιήσει.


Τα δικά μας όργανα άσκησης της εθνικής πολιτικής πρέπει να σχεδιάζουν ενέργειες και θέσεις, έτσι ώστε να μειώνουν συνεχώς τις επιλογές της τουρκικής πολιτικής έναντι της χώρας μας, αφήνοντας τελικά μόνο αυτές που εξυπηρετούν τους εθνικούς μας στόχους.


Ο Ειδικός Συνεργάτης είναι ανώτατος αξιωματικός εν ενεργεία.