Αν αισθάνεστε ότι έχετε χάσει συνέχειες από το μυθιστόρημα του ΠαΣοΚ, μην ανησυχείτε. Μπορείτε να αρχίσετε την ανάγνωσή του και από σήμερα. Αλλωστε, η επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα μετά την πτώση της δικτατορίας, η υποδοχή του, η απόφαση για την ίδρυση του Κινήματος, η θυελλώδης και πολυκύμαντη σχέση του με την κυρία Βάσω Παπανδρέου και οι συγκρούσεις μαζί της που κράτησαν ως το τέλος της ζωής του παρέχουν πλούσιο υλικό, που ξεπερνά τη φαντασία ακόμη και του πλέον ευφάνταστου μυθιστοριογράφου. Η εκρηκτική προσωπικότητα του ιστορικού ηγέτη του ΠαΣοΚ σκιαγραφείται από τις μαρτυρίες εκείνων που τον έζησαν από κοντά, τις ίντριγκες, τα πάθη και τα μίση που έδιναν και έπαιρναν κάτω από την ήρεμη επιφάνεια των κομματικών ισορροπιών. Η διάλυση του ΠΑΚ και η ίδρυση του ΠαΣοΚ, οι συγκρούσεις του με τους κεντρώους, τα πρώτα βήματα του νεογέννητου κόμματος που έμελλε να αλλάξει τον πολιτικό χάρτη της Ελλάδας. Οι συνωμοσίες στους διαδρόμους του Χέρφιλντ, η ρήξη με τον Αλευρά και οι πρώτες διαγραφές ξεδιπλώνονται σε ένα περιπετειώδες, γεμάτο εκπλήξεις ανάγνωσμα. Το μυθιστόρημα του ΠαΣοΚ Πολιτική και ίντριγκες, έρωτες και μίση στις αυλές της εξουσίας Μέρος 15ον
Οταν ο Α. Παπανδρέου εκκαθάρισε το ΠαΣοΚ από όσους τον αμφισβητούσαν και από τις εστίες που απειλούσαν να το καθηλώσουν σε περιθωριακή οργάνωση διαμαρτυρίας, αποφασίζει να οργανώσει σε νέα βάση τα πράγματα και να πάρει μέρος στις επόμενες εκλογές με καλύτερες προϋποθέσεις.
Στις 8-10 Ιουλίου του 1977 και με 42 βαθμούς Κελσίου οργανώνεται στην Αθήνα η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη που είναι κατά κάποιον τρόπο η πρώτη επανίδρυση του ΠαΣοΚ. Πήραν μέρος 936 σύνεδροι και η Συνδιάσκεψη εξελίχθηκε στον πρώτο κατ’ ουσίαν προσωπικό του θρίαμβο. Η νέα Κεντρική Επιτροπή είναι η πρώτη που ελέγχεται αποκλειστικά από τον ίδιο.
Μετέχουν οι: Π. Αυγερινός, Α. Τσοχατζόπουλος, Κ. Σημίτης, Κ. Λαλιώτης, Α. Χριστοδουλίδης, Β. Παυλίδης, Ν. Χρας, Στ. Τζουμάκας, Σ. Κωστόπουλος, Ν. Μιχαλόπουλος, Δ. Γαϊτανίδης, Π. Μόραλης, Ευ. Γιαννόπουλος, Ι. Εξάρχου, Ελ. Τζιόλας, Λ. Λυμπεράκης, Μ. Φαφούτη, Α. Ουζουνίδης, Αντ. Παπαθανασίου, Γ. Δασκαλάκης, Π. Νικολαΐδης, Κ. Κουλούρης, Γ. Παπαδόπουλος, Τζ. Καραβέλη, Δ. Ρόκος, Θ. Γκολφινόπουλος, Μ. Δωρής, Β. Ζαχαρόπουλος, Φ. Χατζής, Αθ. Αθανασούλης, Θ. Φωτόπουλος, Ι. Σουλαδάκης, Κ. Πολιτόπουλος, Γ. Λασκαράκης, Θ. Μπαλής, Κ. Μπάκας, Χρ. Πέτσας, Χρ. Μαρκόπουλος, Θ. Καπετανόπουλος, Γ. Ζαφειρίδης, Αλ. Παπάς, Μιχ. Σακελλάρης, Δ. Σωτηρλής, Μιχ. Χαραλαμπίδης, Χρ. Παπουτσής, Θ. Ράλλης, Ι. Μόρτζος, Ν. Καργόπουλος, Λ. Κυριακού, Τ. Νίκαινας, Αθ. Τσούρας, Κ. Χονδροκούκης, Λ. Ζάρας, Α. Καραμάνου, Ι. Παιδακάκης, Γ. Γιόκας.
Αναπληρωματικά μέλη είναι οι: Α. Φούρας, Κ. Σκανδαλίδης, Δ. Μαυρόπουλος, Α. Ντούπας, Μ. Γαργαλάκος, Ι. Παπαδάτος, Ειρ. Λαμπράκη, Μ. Παπαϊωάννου, Τ. Καραμίχας, Φ. Χατζής, Δ. Στριμμένος, Ι. Κουλαξής, Μ. Ταυλαρίδης, Τ. Μπερέτας, Μ. Μωραΐτου, Μ. Λογαριαστάκης, Γ. Ασημακόπουλος, Π. Ζυγούρης, Κ. Αλεξίου και Ν. Μαυρομάτης.
Η ψηφοφορία δεν έγινε χωρίς απρόοπτα. Ο Κ. Σημίτης είχε την έμπνευση να εκδοθούν τα αποτελέσματα με μηχανογραφικό τρόπο και προσέλαβε τους αδελφούς Γεωργιάδη για να φτιάξουν το πρόγραμμα. Ο Α. Παπανδρέου έχει ενθουσιαστεί και περιμένει στον ημιώροφο του ξενοδοχείου «Παρκ» να δει τη σειρά εκλογής. Ο Κ. Σημίτης τού φέρνει τη λίστα και γίνεται κατακόκκινος:
Δεν είναι δυνατόν, φωνάζει και φεύγει αμέσως.
Πρώτος κατά σειρά εκλογής ήταν ο Μπ. Αγάθος, δεύτερος ο Ν. Λαγκαδινός, τρίτος κάποιος άγνωστος. Πουθενά τα στελέχη του κόμματος και αυτοί που είχε προτείνει ο ίδιος. Τι είχε συμβεί; Το πρόγραμμα καταμέτρησης από λάθος προσέθεσε στον κωδικό τις ψήφους που έπαιρνε ο καθένας, με αποτέλεσμα να προηγούνται όσοι είχαν… μεγάλο κωδικό! Ο Κ. Σημίτης απέσυρε τους προγραμματιστές του και τα αποτελέσματα βγήκαν με το χέρι.
Δεν θα είναι η τελευταία φορά που το ΠαΣοΚ θα έχει πρόβλημα με το αποτέλεσμα μιας ψηφοφορίας. Στο πρώτο συνέδριο το 1984 ο Α. Παπανδρέου θα χρειαστεί να βάλει τις φωνές, αφού τα κομπιούτερ δεν έλεγαν να… εκλέξουν με τίποτε τον Αντ. Στρατή στην ΚΕ! Και στο συνέδριο του 1990 ο Στέφ. Τζουμάκας θα καταγγείλει καλπονοθεία, για να αποδειχθεί ότι έγιναν σημεία και τέρατα.
Μετά τη Συνδιάσκεψη εκλέγεται νέο ΕΓ στο οποίο μετέχουν οι: Ι. Αλευράς, Ι. Χαραλαμπόπουλος (θα μονιμοποιηθούν εν συνεχεία), Παρ. Αυγερινός, Κ. Σημίτης (θα παραιτηθεί αργότερα για να πάρει τη θέση του ο Π. Μόραλης), Α. Τσοχατζόπουλος, Α. Χριστοδουλίδης και δύο στελέχη που αργότερα θα αναδειχθούν στην κορυφή της ηγετικής πυραμίδας: ο Κ. Λαλιώτης και ο Γ. Γεννηματάς. Και οι δύο συμμετείχαν σε ένα προσωρινό ΕΓ που είχε διορίσει στις αρχές του 1977 ο Α. Παπανδρέου, μαζί με τους Α. Τσοχατζόπουλο, Σ. Βαλυράκη, Στ. Γιώτα, Α. Χριστοδουλίδη, Παρ. Αυγερινό.
Η Νεολαία ανατίθεται σε τετραμελή επιτροπή από τους Αθ. Αθανασούλη, Χρ. Παπουτσή, Φ. Χατζή και Κ. Σκανδαλίδη ενώ μετά τις εκλογές του 1977 θα προστεθούν και 20 βουλευτές ως μέλη της ΚΕ. Στη Συνδιάσκεψη θα λάμψει για πρώτη φορά το άστρο ενός στελέχους που είχε δράσει με τον παράνομο μηχανισμό του ΠΑΚ και θα απασχολήσει πολύ το ΠαΣοΚ εν συνεχεία: του Αντ. Τρίτση.
Το πολιτικό πλαίσιο της Συνδιάσκεψης βάζει σε τάξη το ιδεολογικό αλαλούμ της προηγούμενης περιόδου. Υιοθετεί την «ανοιχτή δημοκρατική δράση» και την «εθνική λαϊκή ενότητα» ενώ μια ομάδα της ΚΕ αναλαμβάνει να συντάξει τις «κατευθυντήριες γραμμές κυβερνητικής πολιτικής». Πλησιάζουν οι εκλογές και ο Α. Παπανδρέου θέλει να δώσει στο ΠαΣοΚ εικόνα κυβερνητικού κόμματος.
*Η «δεξαμενή» του Κέντρου
Ενα τέτοιο κόμμα χρειάζεται και υποψηφίους που να φέρουν ψήφους και αυτοί υπάρχουν στη δεξαμενή του Κέντρου, από όπου αρχίζουν οι μεταγγίσεις. Ηδη πριν από τη Συνδιάσκεψη είχε προσχωρήσει ο Αν. Πεπονής, τον οποίο ο Α. Παπανδρέου είχε σε μεγάλη εκτίμηση λόγω της σθεναρής στάσης του τον Ιούλιο του 1965, όταν μετέδωσε από το κρατικό και μοναδικό τότε ραδιόφωνο το μήνυμα του Γεωργίου Παπανδρέου, μόλις τον ανέτρεψαν οι αποστάτες και παρά την προσπάθειά τους να το αποτρέψουν.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Αν. Πεπονής είχαν ήδη συναντηθεί ορισμένες φορές στα σπίτια του Δ. Τσάτσου, ο οποίος διατηρούσε πάντοτε επαφή με τον Α. Παπανδρέου, και της Σύλβας Ακρίτα, η οποία ήταν ήδη βουλευτής του ΠαΣοΚ. Ο Αν. Πεπονής ήταν ήδη γραμματέας της Επιτροπής για την Εθνική Ανεξαρτησία και Επιβίωση, με πρόεδρο τον Ι. Κακριδή. Δεν προσχωρεί στη Σοσιαλιστική Πρωτοβουλία των Δ. Τσάτσου, Μπ. Πρωτοπαπά και Γ.- Α. Μαγκάκη και επισκέπτεται το Καστρί, όπου ο Α. Παπανδρέου δεν κρύβει τις επιδιώξεις του:
Να πάμε στην Κεντροαριστερά, Σάκη, αλλά πώς;
Ο Αν. Πεπονής θα μεσολαβήσει για την επιστροφή του Σ. Καράγιωργα στο ΠαΣοΚ. Εχουν στενή σχέση μεταξύ τους από την εποχή που τον επισκεπτόταν ως δικηγόρος του στις φυλακές Κορυδαλλού, σε μια περίοδο μάλιστα που μεθοδευόταν η απόδρασή του στο εξωτερικό, η οποία δεν επετεύχθη τελικά. Ο Αν. Πεπονής στις αρχές του 1977 μιλάει στον Α. Παπανδρέου και παίρνει την απλή απάντηση:
Είμαι σύμφωνος, να επιστρέψει.
Σε μια εκδήλωση της Σοσιαλιστικής Πρωτοβουλίας όπου είναι καλεσμένος, ο Αν. Πεπονής κάθεται δίπλα στον Σ. Καράγιωργα και του ανακοινώνει τις προθέσεις του.
Σάκη, εγώ αποφάσισα να πάω στο ΠαΣοΚ. Και νομίζω ότι ο Α. Παπανδρέου θέλει κι εσένα.
Δεν έχω γνωρίσει πιο σημαντικό μυαλό από τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά νομίζω ότι δεν έχει ανάγκη από ανθρώπους σαν εμένα, ήταν η απάντηση.
Κανείς δεν γνωρίζει ποια θα ήταν η εξέλιξη του ΠαΣοΚ αν εκείνη η μεσολάβηση για την οποία ήταν σύμφωνη και η σύζυγός του Νίκη Καράγιωργα, που τη συμβουλευόταν είχε καρποφορήσει.
Μετά τη συνδιάσκεψη ο Α. Παπανδρέου καλεί τον Αντ. Λιβάνη, ο οποίος έχει σημειωμένα σε ένα «μαύρο μπλοκάκι» τα προδικτατορικά στελέχη της Ενωσης Κέντρου. Ανοίγει τις πόρτες και μπαίνουν όλοι στο ΠαΣοΚ, ακόμη και όταν προκαλούνται αντιδράσεις. Π.χ. οι κομματικοί αναστατώνονται όταν προσχωρεί στο ΠαΣοΚ ο Δ. Χονδροκούκης. Η αντίδραση του Στ. Γιώτα δεν αποτρέπει την προσχώρηση του Δήμου Μπότσαρη, που εκλέγεται στην ίδια περιφέρεια. Ο Α. Παπανδρέου δημιουργεί ένα αριστερό κόμμα με δεξιά υλικά. Και στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1977 δικαιώνεται. Το ΠαΣοΚ παίρνει 25,34% και εκλέγει 93 βουλευτές! Η Ενωση Κέντρου καταρρέει και οι προσχωρήσεις των πολιτευτών της είναι συνεχείς πλέον. Το κόμμα διαλύεται παραμονές των εκλογών του 1981, οπότε προσχωρεί και ο ίδιος ο Γ. Μαύρος!
*Το τέλος του «ζιβάγκο»
Η ανάδειξη του Α. Παπανδρέου σε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης κλείνει οριστικά την «εποχή του ζιβάγκο» και βάζει εκ των πραγμάτων το ΠαΣοΚ σε τροχιά εξουσίας. Στις αρχές του 1978 όμως τρία γεγονότα που εξελίσσονται παράλληλα απειλούν να τινάξουν στον αέρα τις προσπάθειες. Εκείνη η περίοδος παραμένει ακόμη ασαφής για το ΠαΣοΚ, όσοι όμως βρίσκονταν τότε κοντά στον Α. Παπανδρέου τη θυμούνται με δέος.
Το 1978 η υγεία του Α. Παπανδρέου δοκιμάστηκε για πρώτη φορά σοβαρά, αλλά το θέμα δεν πήρε διαστάσεις, παρ’ ότι για ένα διάστημα έλειψε από το προσκήνιο. Κανείς δεν θέλει, ακόμη και σήμερα, να μιλήσει για τα συμπτώματα που εμφάνισε, ήταν όμως σοβαρά και αποδίδονται στην ασθένεια «λύκος» που τον ταλαιπώρησε πολλές φορές. Βρισκόταν στη Ακράτα τον Μάιο του 1978 όταν όσοι τον συνόδευαν φοβήθηκαν ακόμη και για τη ζωή του. Επέστρεψαν στην Αθήνα και την άλλη ημέρα ο Α. Παπανδρέου αναχώρησε για εξετάσεις στο Λονδίνο. Η εσπευσμένη αναχώρηση του 1988 για την ίδια πόλη δεν ήταν η πρώτη.
*Το πρόβλημα «Σημίτης»
Την ίδια περίοδο όμως στο εσωτερικό του ΠαΣοΚ βρίσκεται σε εξέλιξη μια πολιτική αναμέτρηση, με πρωταγωνιστές τον Κ. Σημίτη από τη μία πλευρά και τον Ι. Αλευρά από την άλλη. Ηδη από το 1978 ο Ι. Αλευράς είχε αναφέρει σε μια συνεδρίαση ότι ο Κ. Σημίτης είχε πει σε μια κοινωνική εκδήλωση στον Γιάγκο Πεσμαζόγλου ότι δεν τον βρίσκουν σύμφωνο οι θέσεις του ΠαΣοΚ για την ΕΟΚ. Μετά τις εκλογές του 1977 είχε αποκτήσει ιδιαίτερη εξουσία και συχνά παίρνει θέση εναντίον του Κ. Σημίτη, ο οποίος αντιπροσώπευε τότε τον «ευρωπαϊκό» τρόπο άσκησης πολιτικής, ενώ ο ίδιος ο Ι. Αλευράς προτιμούσε παραδοσιακές μεθόδους. Σε μια συζήτηση ο Κ. Σημίτης είχε πει:
Δεν κάθομαι άλλο στο ίδιο τραπέζι με τον εκπρόσωπο του παλαιοκομματισμού.
Ο Α. Παπανδρέου όμως έχει αποφασίσει να πάρει το μέρος του Ι. Αλευρά, παρ’ ότι τότε οι σχέσεις του με τον Κ. Σημίτη είναι καλές χωρίς να είναι ποτέ θερμές. Ο Γ. Κίσσονας αναφέρει σε συζητήσεις του ότι όταν το 1968 ο Κ. Σημίτης διαχώρισε τη θέση του από τη Δημοκρατική Αμυνα και προσχώρησε στο ΠΑΚ ο Α. Παπανδρέου το θεώρησε μεγάλη επιτυχία. Και όταν επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1974 στον Κ. Σημίτη είχε αναθέσει, παραμονές της 3ης Σεπτέμβρη, να επισκεφθεί και να μεταπείσει τον Ι. Χαραλαμπόπουλο που απειλούσε να μην πάρει μέρος στην Ιδρυτική Διακήρυξη αν δεν οριζόταν αντιπρόεδρος.
Η αφορμή για τη ρήξη του 1979 δόθηκε με την αφίσα που πρόβαλε το σύνθημα «Ναι στην Ευρώπη των λαών, όχι στην Ευρώπη των μονοπωλίων». Ο κ. Σημίτης δέχεται κριτική «από τα αριστερά» όχι μόνο από τους «σκληρούς» αλλά και από τον Ι. Αλευρά και στις 12.6.79 υποχρεώνεται να παραιτηθεί από το ΕΓ. Δύο ημέρες αργότερα ο Α. Παπανδρέου κάνει δεκτή την παραίτησή του. Φεύγει για τη Γερμανία και η θέση του θα μείνει κενή έναν χρόνο περίπου, για να την καταλάβει εν συνεχεία ο Π. Μόραλης.
Θα επιστρέψει στην Ελλάδα το 1981, όταν ο Α. Παπανδρέου διαμορφώνει τους συνδυασμούς. Εχει λάβει την υπόσχεση ότι θα τον συμπεριλάβει στο ψηφοδέλτιο της Α’ Αθηνών και τον θυμούνται στη Γιορτή Νεολαίας στη Νέα Φιλαδέλφεια να ανακοινώνει σε όσους συναντά ότι έχει ανοίξει Πολιτικό Γραφείο στην αρχή της οδού Πανεπιστημίου. Λίγο αργότερα πληροφορείται ότι ο Α. Παπανδρέου για να μη δυσαρεστήσει τον Ι. Αλευρά θα τον αφήσει εκτός ψηφοδελτίου. Το γραφείο παραχωρήθηκε στον Μιχ. Δωρή.
Ο Α. Παπανδρέου τον άφησε έξω από τη Βουλή, αλλά έχει αποφασίσει να τον συμπεριλάβει στην κυβέρνηση. Σε μια σύσκεψη του… μισού ΕΓ που έγινε μυστικά στο Καστρί στις 14 Οκτωβρίου, χωρίς να ειδοποιήσει τον Ι. Αλευρά και τον Ι. Χαραλαμπόπουλο, ο Παρ. Αυγερινός προτείνει να συμπεριληφθεί στην κυβέρνηση ο Κ. Σημίτης. Ο Α. Παπανδρέου το δέχεται. Το βράδυ της 18ης Οκτωβρίου του 1981 ο Κ. Σημίτης είναι ανάμεσα σε αυτούς που πανηγυρίζουν τη νίκη στο Καστρί. Σε όσους τον ρωτούν απαντά ότι προαλείφεται για το υπουργείο Εμπορίου. Την επομένη ο Α. Παπανδρέου φωνάζει πάλι στο Καστρί το ΕΓ για την οριστική σύνθεση της κυβέρνησης την οποία ανέτρεψε λίγο αργότερα ο Μ. Κουτσόγιωργας και από όσα συζητούν προκύπτει ότι για το υπουργείο Γεωργίας προορίζεται ο Ι. Σκουλαρίκης, ως υπεύθυνος του Αγροτικού του
ΠαΣοΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου όμως είναι διστακτικός, καθώς αντιλαμβάνεται τι ακριβώς σημαίνει η ΕΟΚ για την ελληνική Γεωργία.
Δεν θα τα βγάλει πέρα ο Γιάννης, λέει.
Γιατί δεν βάζουμε τον Σημίτη, πετάγεται η Αγγέλα Κοκκόλα, η οποία κάνει παρέα μαζί του εκείνη την περίοδο, μαζί με τον Χρ. Παπαθανασίου, που θα γίνει γενικός γραμματέας στο ίδιο υπουργείο. Βρήκε την ιδέα καλή και ο Ι. Σκουλαρίκης μετατέθηκε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης.
Ο Κ. Σημίτης θα παραμείνει αρκετά στο υπουργείο Γεωργίας, αλλά πάντοτε είχε την εντύπωση ότι επελέγη για το συγκεκριμένο πόστο προκειμένου να «τσαλακωθεί». Ακριβώς αυτή την έκφραση «θέλει να με τσαλακώσει» θα χρησιμοποιήσει πολλά χρόνια αργότερα, όταν ο Α. Παπανδρέου θα τον αποδοκιμάσει ως υπουργό Βιομηχανίας, τον Σεπτέμβριο του 1995.
Το αντικείμενο του πόθου της Φούλης
Ενα ακόμη πρόβλημα που αντιμετώπισε το ΠαΣοΚ εκείνη την εποχή ήταν ο κίνδυνος να εκδοθεί ένα… βιβλίο με αποκαλύψεις για το Καστρί! Η παρ’ ολίγον συγγραφέας του παραμένει ως σήμερα γνωστή με το όνομα «Φούλη» στο ΠαΣοΚ. Ηταν μία από τις δύο γραμματείς η άλλη ήταν η Κλαίρη Υφαντή του Α. Παπανδρέου μετά την απομάκρυνση της Αγγέλας Κοκκόλα.
Ο Α. Παπανδρέου είχε αδυναμία στη Φούλη κυρίως λόγω του πατέρα της που προερχόταν από το ΕΑΜ. Ετσι, όταν η Φούλη ζήτησε να υποστηριχθεί από το ΠαΣοΚ για να εκλεγεί δημοτική σύμβουλος στο Νέο Ηράκλειο, ο Α. Παπανδρέου δεν της χάλασε το χατίρι. Η Τοπική Οργάνωση του
ΠαΣοΚ όμως είχε άλλη γνώμη: με επικεφαλής τον Ι. Χατζόπουλο και τον σημερινό δήμαρχο Κ. Μαστοράκο εξεγείρεται. Ο Α. Παπανδρέου το εκλαμβάνει ως «ανταρσία» εναντίον του και απειλεί να διαγράψει ολόκληρη την Οργάνωση. Καλεί τον Χρ. Παπουτσή και του αναθέτει να «βγάλει οπωσδήποτε τη Φούλη δημοτική σύμβουλο». Την έβγαλε 15η στη σειρά. Προς το τέλος του χρόνου όμως η Φούλη για την οποία έλεγαν τότε ότι την ενοχλούσε που ο Α. Παπανδρέου την έβλεπε μόνο ως «κόρη ενός αγωνιστή του ΕΑΜ» συγκρούστηκε με άλλους συνεργάτες του Α. Παπανδρέου στο Καστρί και απειλεί να κάνει αυτό που έκανε πολλά χρόνια αργότερα ο επικεφαλής της ασφάλειάς του Βασ. Κεραμάς: να βγάλει βιβλίο! Με τη μεσολάβηση συγγενών της και κάποιων στελεχών το βιβλίο δεν βγήκε ποτέ και εκείνη που ωφελήθηκε από αυτές τις εξελίξεις ήταν η Αγγέλα Κοκκόλα. Ο Α. Παπανδρέου αποφασίζει να τη φέρει πίσω και θα μείνει μαζί του ως τις ημέρες της Δήμητρας Λιάνη.
Σχεδίαζαν να την «αρπάξουν»
Το «κρίσιμο θέμα» για τον Α. Παπανδρέου εκείνη την εποχή αφορούσε τη Βάσω Παπανδρέου. Καλεί στο Καστρί τον Αντ. Λιβάνη και τον Μ. Κουτσόγιωργα και τους ανακοινώνει ότι σκοπεύει να πάρει διαζύγιο. Πετάγονται όρθιοι και οι δύο:
Ανδρέα, κανείς δεν γίνεται πρωθυπουργός στην Ελλάδα με ένα διαζύγιο.
Τα ίδια θα πει και στον Ι. Αλευρά. Η απάντησή του είναι σκληρή:
Αν επιμένεις, εγώ θα φύγω.
Ολόκληρο το ΠαΣοΚ αναστατώνεται. «Καταστρεφόμαστε» έλεγαν πολλά στελέχη. Μερικοί θερμόαιμοι του ΠΑΚ απειλούν ακόμη και να… απαγάγουν τη Βάσω Παπανδρέου, για να προστατεύουν το κόμμα. Δεν είναι γνωστό τι ήταν αυτό που έκανε τον Α. Παπανδρέου να αλλάξει γνώμη. Ισως η άμεση παρέμβαση του Μ. Κουτσόγιωργα, ο οποίος πήρε τον Ι. Σκουλαρίκη και έπεισαν στο αεροδρόμιο τη Μαργαρίτα Παπανδρέου να μην εγκαταλείψει την Ελλάδα, όπως είχε αποφασίσει να κάνει διακριτικά. Σε λίγο καιρό πάντως η Βάσω Παπανδρέου απομακρύνεται από το
ΚΕΜΕΔΙΑ, του οποίου την ευθύνη στο ΕΓ είχε τότε ο Κ. Σημίτης. Θα φύγει για το Λονδίνο και όταν θα επιστρέψει δεν θα υπάρχει γι’ αυτήν καμία θέση. Ζητά να τοποθετηθεί στην ΚΕΔ, αλλά πληροφορείται ότι «βρίσκεται στο ψυγείο». Θα εργασθεί ως επιμελήτρια στην ΑΣΟΕ και λίγο αργότερα θα διορισθεί μέλος του ΔΣ της Εμπορικής Τράπεζας, χωρίς να το γνωρίζει ο Α. Παπανδρέου. Ο Π. Λάμπρου τον πιέζει συνέχεια να τη στείλει πρόεδρο στον ΕΟΜΜΕΧ και μια ημέρα εκείνος του απαντάει: «Μόνο αν πας και εσύ μαζί της ως γενικός διευθυντής». Την άνοιξη του 1982 ο Γρ. Κασιμάτης, διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου, τηλεφωνεί στον υπουργό Βιομηχανίας Αν. Πεπονή και του ζητάει «να βάλει τη Βάσω στον ΕΟΜΜΕΧ».
Ετσι η Βάσω Παπανδρέου άρχισε να επανέρχεται σταδιακά στην κομματική δραστηριότητα, αφού εν τω μεταξύ είχε κάνει την εμφάνισή της μια άλλη γυναίκα: η Μαριλένα Πατρονικόλα. Με την τοποθέτησή της στον ΕΟΜΜΕΧ σπάει το «εμπάργκο» και αρκετά στελέχη κρίνουν ότι πρέπει να «αξιοποιηθεί» περισσότερο. Κανείς δεν αναλαμβάνει να το διευθετήσει, ώσπου το παίρνει επάνω του ο Μένιος Κουτσόγιωργας. Καλεί μια ημέρα σε τραπέζι το ζεύγος Παπανδρέου και τους πείθει να αρθούν οι «απαγορεύσεις» για τη Βάσω Παπανδρέου, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την «κανονική» συμμετοχή της στη νομή της εξουσίας. Αργότερα θα μπει στην κυβέρνηση, στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, και θα γίνει επίτροπος, αφού πλέον έχει εμφανισθεί η Δήμητρα Λιάνη.
Τα «κεντροδεξιά» σενάρια
Ο Α. Παπανδρέου μετά την αποχώρηση του 1979 κρατούσε επιφυλακτική στάση απέναντι στον Κ. Σημίτη. «Καλός είναι, αλλά δεν είναι ΠαΣοΚ» έλεγε. Ακόμη και την περίοδο 1985-87 που του είχε αναθέσει την ευθύνη της ελληνικής οικονομίας δεν έβλεπε με καλό μάτι ορισμένες πρωτοβουλίες του. «Αυτός είναι υπουργός Εξωτερικών της ΕΟΚ» είχε πει μια φορά. Οπως έλεγε ο ίδιος ο Κ. Σημίτης, «ο Ανδρέας δεν τον ήθελε». Είτε είχε τους λόγους του είτε όχι, μετά το 1981 δεν υπήρξε ποτέ περίοδος «αποδοχής» του Κ. Σημίτη, όπως συνέβαινε με όλα σχεδόν τα υπόλοιπα στελέχη του ΠαΣοΚ, στο ατομικό του «χρηματιστήριο».
Ο κ. Σημίτης είχε επίγνωση αυτής της στάσης του Α. Παπανδρέου απέναντί του, αν και ποτέ δεν τον αμφισβήτησε ευθέως όσο ήταν όρθιος.
Δεν με πάει, είπε κάποτε στον Π. Λάμπρου, ο οποίος προσπαθούσε να ρίξει γέφυρες ανάμεσά τους.
Αυτό ήταν το λιγότερο. Ο Α. Παπανδρέου υποπτευόταν ότι βρίσκεται σε επαφή με παράγοντες της Δεξιάς, ώστε αν το επιτρέψουν οι συνθήκες να τον ανατρέψουν και να σχηματίσουν κυβέρνηση που να στηρίζεται σε βουλευτές του ΠαΣοΚ και της ΝΔ! Αυτά ήταν, κατά βάση, τα «κεντροδεξιά σενάρια» που κατήγγειλε συχνά ο ίδιος, φωτογραφίζοντας πάντοτε τον κ. Σημίτη.
Στο ΠαΣοΚ όμως ως την εποχή του Χέρφιλντ κανείς δεν είχε διανοηθεί να εγείρει θέμα αμφισβήτησης του Α. Παπανδρέου. Οι προετοιμασίες για τη μετά Παπανδρέου εποχή άρχισαν μετά το συνέδριο του 1990. Από τη στιγμή που βγήκε από τη μέση ο Μένιος Κουτσόγιωργας ως διάδοχοι προβάλλουν ο Γ. Γεννηματάς, ο Γερ. Αρσένης και ο Κ. Σημίτης ενώ ο Α. Τσοχατζόπουλος είναι αυτός που θα μπορούσε να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη», αφού δεν αμφισβητεί και δεν αντιπολιτεύεται τον Α. Παπανδρέου.
Οσα θα συμβούν το διάστημα από το 1988 ως το Ειδικό Δικαστήριο θα τραβήξουν μια αισθητή γραμμή ανάμεσα στον Α. Παπανδρέου και στον Κ. Σημίτη, αλλά οι επαναληπτικές εκλογές στη Β’ Αθηνών και οι βάσιμες ελπίδες για επιστροφή του ΠαΣοΚ στην εξουσία που δημιουργούν δεν αφήνουν ούτε στον Α. Παπανδρέου περιθώρια για να τον περιορίσει ούτε στον Κ. Σημίτη δυνατότητες για να επιμείνει στην «κάθαρση» που ζητούσε μετά το 1989. Η «δικαίωση» του Α. Παπανδρέου με τη νίκη του 1993 ωστόσο δεν απέτρεψε τη δελφινολογία αντιθέτως την ενθάρρυνε και απλώς την ενέπλεξε με το κράτος, τη διακυβέρνηση και με άλλες συνιστώσες εξουσίας.