Ο Χάρι Πότερ όπως και «Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» καλύπτουν φανταστικές ανάγκες. Το 1/3 του προϋπολογισμού κάθε μεγάλης (σε οικονομικό μέγεθος) αμερικανικής παραγωγής επενδύεται στο «σπρώξιμο». Το εν λόγω σπρώξιμο λειτουργεί σαν τους βομβιστικούς «μηχανισμούς» που ρίπτονται στο Αφγανιστάν. Καθώς ο μηχανισμός πέφτει ανοίγει σαν ομπρέλα και ελευθερώνει την έξοδο σε χιλιάδες κομματάκια που αλέθουν οτιδήποτε πέσει στην τροχιά τους. Ανθρώπους, παιδάκια, χέρια, πόδια, κεφάλια, ζώα, χωράφια, σπίτια, νοσοκομεία κ.ο.κ. Ο μηχανισμός του «σπρωξίματος» που έχει καθιερωθεί με την κομψή ονομασία promotion (σύμφωνα με το λεξικό: προαγωγή, προβιβασμός, προώθησις) εξαπολύει «κομματάκια» σε έντυπα και «μέσα» πάσης φύσεως. Η διάρκεια του βομβαρδισμού αρχίζει από τη στιγμή που η εν λόγω παραγωγή τοποθετηθεί στα σκαριά ως την ώρα που θα προβληθεί. Ανάμεσα στις αληθινές αλεστικές βόμβες και στις αόρατες του προμόσιον υπάρχει μια μικρή διαφορά. Τα κομματάκια που πίπτουν από τις βόμβες περιέχουν την ίδια ακριβώς γόμωση. Τα κομματάκια του προμόσιον ποικίλλουν.


Παράδειγμα: Καβάλησε στην Κεφαλλονιά ο Κέιτζ το γαϊδούρι της κυρα-Μαρίας; Ε, είναι… μπόμπα. Διαβάζουν οι αναγνώστες, χάσκουν οι θεατές και αθροίζεται η μπόμπα στο προμόσιον του μαντολίνου. Κοιμήθηκε με 18χρονη παρθένα; Ε, αυτό κι αν είναι ατομική βόμβα. Ο Νίκολας διαψεύδει, ο Τριανταφυλλόπουλος καταγγέλλει, οι παραγωγοί τρίβουν τα χέρια. Κάθε «κομμάτι», κάθε γαϊδούρι, κάθε παρθένος, κάθε βόλτα του Κέιτζ ισοδυναμούν με εισιτήρια. Στο τέλος ο θεατής ξεροσταλιάζει σε αναμμένα κάρβουνα. Περιμένει το άνοιγμα της ταινίας με το διχίλιαρο στο χέρι. Να δει τι; Ταινία; Λάθος! Παραλίες, γαϊδούρια, παρθένες και δειλινά πάει να δει ο άνθρωπος!


Ετερο τεμάχιο της ίδιας μπόμπας ονομάζεται press junket. Σύμφωνα με το λεξικό: γλυκό από ξινόγαλο, τραπέζι, γλέντι, πικνίκ. Κανένα απ’ αυτά δεν είναι. Στην πραγματικότητα πρόκειται περί παπαγαλίας. Μια εβδομάδα πριν από την έξοδο του προϊόντος, προσκαλούνται ­ επιλεκτικά ­ δημοσιογράφοι απ’ όλη την υφήλιο για να δουν την ταινία και στη συνέχεια να συνομιλήσουν με τους συντελεστές. Για να συμμετάσχεις σ’ αυτό το… πικνίκ πρέπει να καταβάλεις κάποιες χιλιάδες δολάρια. Αλλοτε χίλια, άλλοτε δύο χιλιάδες, ανάλογα με την περίσταση. Το ποσόν δεν καταβάλλεται από τον δημοσιογράφο αλλά από την εθνική (τοπική) εταιρεία που έχει εξασφαλίσει την κυκλοφορία της ταινίας. Δι’ αυτού του… ρεφενέ, η μητρική (αμερικανική) εταιρεία όχι μόνο δεν ξοδεύει αλλά κερδίζει από πάνω! Καλό; Τέλειο. Η δορυφορική μικρή εταιρεία πληρώνει όλα τα σπασμένα. Μεταφορά, στέγαση, σίτιση και.. ενοικίαση των σταρ είναι μέσα στα έξοδα για την προαγωγή του μαντολίνου, του γαϊδουριού, των δειλινών και των… παρθένων. Πώς; Απλούστατα, ο δημοσιογράφος όταν επιστρέψει είναι αναγκασμένος να μετατραπεί σε δακτυλογράφο ή σε μικρόφωνο του Κέιτζ. Από εδώ αρχίζει η φάση του ξινόγαλου. Ρε φίλε ­ σου λέει ­, σε ταΐσαμε, σε ντύσαμε, σε ποδέσαμε. Ε, πλήρωσε κι εσύ το κατιτίς. Τι να κάνει ο έρμος… πληρώνει αντιγράφοντας αυτά που του είπαν. Και αυτά που του είπαν είναι του επιπέδου: «Μίστερ Κέιτζ, σας αρέσουν τα πολυτελή αυτοκίνητα;». «Είναι για ρώτημα;» απαντάει πανευτυχής εκείνος. «Εχω αγοράσει ολόκληρο στόλο» (δεν το βγάζω από την κοιλίαν μου, συνέβη πριν από 18 μήνες στο αθηναϊκό παράρτημα του «Intercontinental»).


Το αριθμητικό αποτέλεσμα του σπρωξίματος αποτυπώνεται στα κάτωθι εισιτήρια των πρώτων σε εισπράξεις ταινιών: «Το κλάμα βγήκε απ’ τον Παράδεισο» 380.000 ­ «Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» 350.000 ­ «Περλ Χάρμπορ» 300.000 ­ «Λάρα Κροφτ» 275.000 ­ «Αλεξίσφαιροι ντετέκτιβς» 180.000 ­ «Scary movie» 165.000 ­ «Σαν το σκύλο με τη γάτα» 142.000 ­ «Το ημερολόγιο της Μπρίτζετ Τζόουνς» 140.000 και «Τεχνητή νοημοσύνη» 131.000.


Μπας και αδικούμε τον… στόλο πολυτελών οχημάτων του Νίκολας; Μπας, δηλαδή, και το σπρώξιμο λειτουργεί απλώς ως ερέθισμα και στη συνέχεια τη δουλειά την κάνει η ίδια η προωθητική δύναμη της ταινίας; Μπας και οι θεατές γουστάρουν αυτό που βλέπουν; Ωραία, ας το μετρήσουμε. Πώς; Απλούστατα, διά των εισιτηρίων που κόβουν οι ίδιες ταινίες τη δεύτερη, την τρίτη, την τέταρτη εβδομάδα. Παράδειγμα; Η σαρωτική εμφάνιση του «Χάρι Πότερ» στο πρώτο τριήμερο στις ΗΠΑ. Εκανε ρεκόρ 90 εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά το δεύτερο (τριήμερο) κατήλθε στα 54. Μια ταινία που σπρώχνεται αλλά δεν αρέσει ανεβαίνει αλλά στη συνέχεια γκρεμίζεται. Μια ταινία που δεν σπρώχνεται αλλά αρέσει, διαρκώς ανεβαίνει. Παρ’ όλα αυτά ουδέποτε θα πιάσει τους αριθμούς των ταινιών που σπρώχνονται. Παράδειγμα; Φυσικά η Αμελί. Διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και σκαρφάλωσε (μέχρι στιγμής) στον μαγικό αριθμό των 170.000 εισιτηρίων. Αν ήταν του Χόλιγουντ, αν έπαιζαν η Τζούλια Ρόμπερτς με τον Μπραντ Πιτ και αν την έσπρωχναν μπορεί να έκοβε ίσαμε το ένα εκατομμύριο. Το ανάποδο; Μα φυσικά ο… Κορέλης. Την ίδια ακριβώς ιστορία, με το ίδιο επίπεδο (ίσως και καλύτερο), αν την γύριζαν στις αλβανικές ακτές της Αδριατικής με ιταλογάλλους ηθοποιούς, ζήτημα είναι αν θα την έβλεπαν 5.000 Αθηναίοι. Με άλλα λόγια, το ζήτημα δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του θρυλικού σπαγκέτι-γουέστερν «καλός, κακός και άσχημος» αλλά διά της μεθόδου των τριών πηδημάτων: Σπρώχνω – σκουπίζω – αρπάζω. Ολα τα υπόλοιπα, περί σεναρίου, ιστορίας, ερμηνειών και ταινίας, είναι απλώς θέατρο σκιών. Απλοελληνικά… οδοντόκρεμες!