Η Ελληνίδα που ανακάλυψε το εμβόλιο ελπίδας




Η νεαρή ομογενής ερευνήτρια από την Αυστραλία έρχεται στην Ελλάδα για να οργανώσει την παραγωγή του εμβολίου κατά του καρκίνου που ανακάλυψε


Εμβόλιο κατά του καρκίνου! Πολύ καλό για να είναι αληθινό. Αυτή ήταν η πρώτη μου αντίδραση όταν άκουσα τα νέα για τα επιτεύγματα της νεαρής ομογενούς από τη μακρινή Μελβούρνη. Η δυσπιστία μου μεγάλωσε όταν προσπάθησα να καταλάβω από τα πολλά δημοσιεύματα σε τι ακριβώς συνίστατο η ανακάλυψη. Πώς μπορούσε η προσθήκη ζάχαρης να βελτιώσει τόσο πολύ ένα εμβόλιο; Και ποιας ζάχαρης ακριβώς; Μήπως τα δημοσιεύματα ήταν υπερβολικά; Μήπως επρόκειτο για υπερβολική εθνική υπερηφάνεια; Ωστόσο, η νεαρή διδάκτωρ Βάσω Αποστολοπούλου είχε ανακηρυχθεί η «Νεαρή Αυστραλιανή της Χρονιάς» και αυτό δεν θα μπορούσε να αποδοθεί σε εθνική υπερηφάνεια. Και το ερευνητικό κέντρο «Οστιν», όπου διευθύνει μια δεκαπενταμελή ομάδα ερευνητών, δεν είναι καθόλου τυχαίο…


Την έψαξα για να μιλήσουμε. Στο εργαστήριο, φυσικά. Κατά τις δέκα το βράδυ ώρα Μελβούρνης. Απάντησε η ίδια στο τηλέφωνο· ήταν η μόνη που είχε απομείνει να εργάζεται τόσο αργά. Κουρασμένη από τις απαιτήσεις των δημοσιογράφων, ανακουφίστηκε όταν διαπίστωσε πως θα μπορούσε να μου τα πει «επιστημονικά». Μιλήσαμε ελληνικά με μερικές αγγλικές παραβολές όταν δυσκολευόταν με τους όρους. Ειλικρινής, με πάθος για τη δουλειά της και χωρίς καμία έπαρση για τα επιτεύγματά της, η κυρία Αποστολοπούλου αισθάνεται άβολα με τη δημοσιότητα. Πώς θα μπορούσαμε όμως να αδιαφορήσουμε γι’ αυτήν; Το εμβόλιό της μπορεί να σώσει χιλιάδες ζωές τα επόμενα χρόνια.


­ Παρά το γεγονός ότι στον ελληνικό Τύπο έχουν γραφεί πάρα πολλά για τα επιτεύγματά σας τον τελευταίο καιρό, πρέπει να σας πω ότι δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο σε εμένα σε τι ακριβώς συνίστανται.


«Δεν είναι περίεργο που δεν έχετε καταλάβει. Και εγώ έχω την εντύπωση πως τα πράγματα δεν περιγράφηκαν σωστά. Το συμπεραίνω από τα τηλεφωνήματα που δέχομαι. Ενώ έχω εξηγήσει από την αρχή ότι δεν επρόκειτο για φάρμακο θεραπείας του καρκίνου αλλά για εμβόλιο, δηλαδή για μέθοδο πρόληψης, ακόμη και σήμερα έχω την εντύπωση ότι αυτό δεν είναι ξεκάθαρο. Δεν ξέρω αν οφείλεται στην άγνοια των δημοσιογράφων ή στο ότι έχουν αποφασίσει εκ των προτέρων να γράψουν κάτι και ό,τι και να λέμε εμείς… Θα πρέπει δε να πω ότι αυτό συμβαίνει περισσότερο με τους έλληνες και όχι τόσο με τους αυστραλούς δημοσιογράφους».


­ Πρόκειται λοιπόν για εμβόλιο. Το εμβόλιο κατά του καρκίνου θα πρέπει να είναι το όνειρο κάθε ερευνητή. Πώς φθάσατε σε αυτό;


«Ο στόχος του ερευνητικού μου προγράμματος ήταν η δημιουργία ενός εμβολίου κατά του καρκίνου. Ετσι ξεκίνησα να μελετώ τις διαφορές ανάμεσα στα καρκινικά και στα κανονικά κύτταρα. Τόσο εμείς όσο και άλλα εργαστήρια ανά τον κόσμο ανακαλύψαμε ότι στις περιπτώσεις αδενοκαρκινώματος τα καρκινικά κύτταρα φέρουν εκατό φορές μεγαλύτερη ποσότητα μιας γλυκοπρωτεΐνης η οποία ονομάζεται mucin (βλεννίνη). Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να φτιάξω συνθετική βλεννίνη και στη συνέχεια να την ενέσω σε ποντίκια. Διαπίστωσα ότι, αν και τα ποντίκια παρήγαν αντισώματα εναντίον της βλεννίνης, όταν τα προκάλεσα με ζωντανά καρκινικά κύτταρα, δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν και πέθαναν. Δηλαδή, τα αντισώματα που δημιουργήθηκαν εναντίον της συνθετικής βλεννίνης δεν ήταν ικανά να προστατεύσουν τα ποντίκια από τον καρκίνο. Τα αντισώματα, βλέπετε, προστατεύουν από μικροοργανισμούς, αλλά για τον καρκίνο πρέπει κανείς να βάλει στη μάχη εξειδικευμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος τα οποία ονομάζονται Τ-κύτταρα. Στην προσπάθειά μου να προκαλέσω την αντίδραση των Τ-κυττάρων προσέθεσα ένα μόριο σακχάρου στη βλεννίνη. Και πραγματικά διαπίστωσα ότι, όταν εισήγαγα στα ποντίκια τη βλεννίνη με το σάκχαρο, τα Τ-κύτταρα ενεργοποιήθηκαν και η μετέπειτα εισαγωγή καρκινικών κυττάρων σε αυτά δεν τα σκότωσε. Ηταν, δηλαδή, τα ποντίκια επιτυχώς εμβολιασμένα κατά του καρκίνου. Το πείραμα επαναλήφθηκε σε μαϊμούδες με τα ίδια αποτελέσματα και στη συνέχεια, πριν από ενάμιση χρόνο, περάσαμε στους ανθρώπους».


­ Δηλαδή, η προσθήκη ενός μορίου σακχάρου στη βλεννίνη προκάλεσε την επιθυμητή ανοσολογική αντίδραση από τα πειραματόζωα;


«Ακριβώς. Πρέπει να σας πω ότι σε πάρα πολλά εργαστήρια σε ολόκληρο τον κόσμο όσοι ασχολούνται με την ανακάλυψη εμβολίων έρχονται αντιμέτωποι με το πρόβλημα της ανοσολογικής αντίδρασης. Η δική μας επιτυχία έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι προσδέσαμε το σάκχαρο στη βλεννίνη με τον κατάλληλο τρόπο. Υπάρχουν δέκα διαφορετικοί τρόποι να το κάνεις αυτό αλλά μόνον ο δικός μας τρόπος έχει αποδειχθεί ο κατάλληλος».


­ Και σε ποιους ανθρώπους δοκιμάσατε την αντιγονική δράση της;


«Σε αυτή την περίπτωση έπρεπε να πάμε από το τέλος προς την αρχή. Ενώ, όπως σας είπα, δεν πρόκειται για θεραπεία κατά του καρκίνου αλλά για μέθοδο πρόληψης, τη δοκιμάσαμε σε άτομα τα οποία βρίσκονταν στα τελευταία στάδια εξέλιξης της νόσου με μεταστάσεις σε όλο το σώμα και στα οποία όλες οι άλλες θεραπείες είχαν αποτύχει. Σε αυτά τα άτομα διαπιστώσαμε ότι αφενός δεν υπάρχουν παρενέργειες από τη χορήγηση του εμβολίου, αφετέρου ακόμη και το ανοσοποιητικό σύστημα αυτών των τόσο ταλαιπωρημένων ασθενών δημιούργησε αντισώματα και Τ-κύτταρα εναντίον της βλεννίνης».


­ Οι ασθενείς αυτοί παρουσίασαν βελτίωση;


«Οχι. Παρά τη δημιουργία των Τ-κυττάρων από το ανοσοποιητικό τους σύστημα, η ταχύτητα με την οποία εξελισσόταν ο καρκίνος ήταν τέτοια που δεν επέτρεψε στον οργανισμό τους να αντιδράσει».


­ Ποιο θα είναι το επόμενο στάδιο;


«Το επόμενο στάδιο θα είναι να δοκιμαστεί το εμβόλιο σε γυναίκες στις οποίες μόλις έχει διαγνωστεί καρκίνος του στήθους και οι οποίες έχουν υποστεί μαστεκτομή ή απλή αφαίρεση του όγκου. Οι γυναίκες αυτές, παρά το γεγονός ότι θεωρητικά δεν φέρουν πλέον καρκινικά κύτταρα στο σώμα τους, έχουν μεγάλες πιθανότητες να ξαναεμφανίσουν καρκίνο στα επόμενα πέντε χρόνια από την επέμβαση. Εμβολιάζοντάς τες θα προσπαθήσουμε να αναστείλουμε την επανεμφάνιση του καρκίνου».


­ Οι γυναίκες αυτές είναι εθελόντριες;


«Ναι, έχουν προσφερθεί να πάρουν μέρος στο πρόγραμμα».


­ Είναι αλήθεια ότι η παραγωγή του εμβολίου θα γίνει στην Ελλάδα;


«Ναι, ο γιατρός Σταμάτης Βασίλαρος, ο οποίος είχε έρθει πριν από τρεις μήνες εδώ, έχει αναλάβει τις διαδικασίες. Αυτός είναι και ο λόγος που έρχομαι στην Ελλάδα».


­ Είστε πολύ νέα. Η δουλειά αυτή ήταν η διδακτορική σας διατριβή;


«Ναι, και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ήμουν μόνη σε αυτό το ερευνητικό πρόγραμμα. Τώρα, δύο χρόνια μετά τη διατριβή μου, συνεχίζουμε το πρόγραμμα. Είμαι επικεφαλής μιας ομάδας δεκαπέντε ατόμων, καθένας από τους οποίους μελετά διαφορετικές πτυχές».


­ Τι ακριβώς κάνετε τώρα;


«Αυτή τη στιγμή προσπαθώ να εφαρμόσω την ίδια τεχνολογία, της προσθήκης σακχάρου, σε εμβόλια κατά της φυματίωσης και του ιού του AIDS. Επίσης προσπαθούμε να τελειοποιήσουμε το ήδη υπάρχον εμβόλιο. Τέλος, έχοντας εμβολιάσει κάποιες γυναίκες, υπάρχει πάρα πολλή δουλειά για την ανάλυση των αποτελεσμάτων».


­ Μιλήστε μου για εσάς. Εχετε γεννηθεί στην Αυστραλία;


«Ναι, οι γονείς μου έφυγαν από την Αμαλιάδα και ήρθαν στην Αυστραλία το 1966. Εχω έναν αδελφό, δύο χρόνια μεγαλύτερό μου, ο οποίος είναι πολιτικός μηχανικός, και προς το παρόν ζούμε όλοι εδώ».


­ Εχετε διδαχθεί την ελληνική γλώσσα; Τη χρησιμοποιείτε συχνά;


«Πήγαινα σε αγγλόφωνο σχολείο, αλλά παρακολουθούσα για πολλά χρόνια ελληνικά μαθήματα για τρεις ώρες τα πρωινά του Σαββάτου. Δεν μιλώ πολύ συχνά ελληνικά. Μόνο στο σπίτι και με κάποιους οικογενειακούς φίλους οι οποίοι είναι Ελληνες. Είναι κάπως δύσκολη γλώσσα. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω να δώσω την ομιλία μου στα ελληνικά όταν θα είμαι στην Ελλάδα».


­ Αλήθεια, αισθάνεστε Ελληνίδα ή Αυστραλιανή;


«Χμμ! Μεγάλωσα με τα ελληνικά ήθη και έθιμα αλλά και με την αυστραλιανή εκπαίδευση. Εχοντας έλληνες γονείς, δεν είμαι Αυστραλιανή· έχοντας μεγαλώσει στην Αυστραλία, δεν είμαι Ελληνίδα. Και ‘γώ δεν ξέρω τι είμαι!». (γέλια)


­ Ερχόσασταν τα καλοκαίρια στην Ελλάδα;


«Οχι όσο θα θέλαμε. Εχω έρθει το 1976, το 1994 και το 1996. Εχουμε συγγενείς στην Ελλάδα. Ολη η υπόλοιπη οικογένεια ζει στην Ελλάδα».


­ Γιατί διαλέξατε να κάνετε αυτή τη δουλειά;


«Ηθελα να κάνω έρευνα για τον καρκίνο. Λίγο πολύ όλοι έχουμε κάποιον δικό μας, φίλο, συγγενή, ο οποίος προσβλήθηκε από αυτή την αρρώστια. Ηθελα να προσφέρω κι εγώ κάτι. Σπούδασα ανοσολογία και παθολογία. Βέβαια την ιδέα να ασχοληθώ με την έρευνα την είχα όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο. Μικρότερη δεν ήξερα καν τι θα πει διδακτορικό».


­ Είχατε ονειρευθεί ποτέ αυτή την επιτυχία;


«Οχι. Ηθελα απλώς να συμβάλω και εγώ στην έρευνα κατά του καρκίνου, να προσθέσω ένα λιθαράκι στο οικοδόμημα».


­ Εχετε σκεφθεί πώς θα θέλατε να εξελιχθεί η καριέρα σας από τώρα και στο εξής;


«Κατ’ αρχήν θα ήθελα να πάω για μερικά χρόνια στο εξωτερικό. Ηδη υπάρχουν κάποια εργαστήρια με τα οποία έχω κανονίσει να συνεργασθώ, στην Αγγλία και στις ΗΠΑ. Υπάρχει και ένα εργαστήριο στη Γερμανία το οποίο με ενδιαφέρει πολύ. Θα επιστρέψω βεβαίως στην Αυστραλία, αλλά θα πρέπει να πάω εκεί να μάθω καινούργια πράγματα, να πάρω καινούργιες ιδέες. Νομίζω πως, όταν ασχολείται κανείς με την έρευνα, πρέπει να πηγαίνει σε διαφορετικά εργαστήρια, να γνωρίζει καινούργιους τρόπους σκέψης. Προχωρεί τόσο γρήγορα η επιστήμη που γίνεται πολύ δύσκολο να την παρακολουθήσει κανείς».


­ Αλήθεια, οι απαιτήσεις του επαγγέλματός σας σάς αφήνουν καθόλου χρόνο για την προσωπική σας ζωή;


(γέλια) «Τώρα που μιλάμε είναι δέκα και μισή το βράδυ και είμαι ακόμη στο εργαστήριο. Την έχω βάλει στο συρτάρι την προσωπική μου ζωή. Προσπαθώ βεβαίως να βγαίνω, αλλά τον τελευταίο καιρό δεν τα καταφέρνω. Οι υποχρεώσεις μου έχουν αυξηθεί. Δεν παραπονιέμαι όμως. Το έχω διαλέξει και πιστεύω πως αξίζει τον κόπο».