«Δεν με ενδιαφέρει να είμαι πρωτότυπη»


Το πρώτο της βίντεο το γύρισε με τους συμφοιτητές της στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, την εποχή όπου έκανε το διδακτορικό της στην Ψυχολογία. Υστερα ήρθε ένα ντοκυμαντέρ για τη νοσταλγία και τους Γενοβέζους του Μπουένος Αϊρες. Μικρού μήκους ταινίες η Ολγα Μαλέα δεν γύρισε ποτέ. Την απωθούσε η ιδέα τού να διαθέσεις 15-20 εκατομμύρια προκειμένου να αποδείξεις ότι μπορείς να είσαι σκηνοθέτης. Με τον κινηματογράφο συνέχιζε να φλερτάρει διακριτικά, αλλά δεν έπαιρνε την απόφαση να του δοθεί. Ισως γιατί οι δικοί της, γιατροί και δικηγόροι οι περισσότεροι, δεν είδαν ποτέ την τέχνη ως επάγγελμα. Ωσπου ήρθαν τα δραματοποιημένα ντοκυμαντέρ και τα εκπαιδευτικά βίντεο για το Ιδρυμα Μελετών Λαμπράκη και της έδωσαν το κουράγιο να τολμήσει. Το φλερτ με τη μεγάλη οθόνη κατέληξε σε έρωτα μόλις πριν από ένα χρόνο. Καρπός πρώτος της ένωσης μια ταινία που τράβηξε την προσοχή του κοινού: «Ο οργασμός της αγελάδας». Καρπός δεύτερος, και ωριμότερος, «Η διακριτική γοητεία των αρσενικών».





­ Η «Διακριτική γοητεία των αρσενικών» «περιφέρεται» στο κέντρο της πόλης,
σε αντίθεση με τον «Οργασμό της αγελάδας» που μας ταξίδεψε στην επαρχία. Τι… μεσολάβησε στη διαδρομή;


«Κάθε φορά πηγαίνω όπου με οδηγούν οι ήρωες. Στην προηγούμενη ταινία έπρεπε να υπάρχουν αγελάδες. Αγελάδες στο Σύνταγμα δεν κυκλοφορούν, κυκλοφορούν στα χωράφια. Πήγα στα χωράφια. Αυτή η ταινία ήξερα ότι θα έχει ξέφρενους ρυθμούς, ήξερα ότι θα μιλούσε για τις σχέσεις που «δαγκώνουν», για τους ρόλους που έχουν ανατραπεί, με αποτέλεσμα να μην είναι ξεκάθαρο ποιος περιμένει τι και από ποιον. Ηξερα ότι θα μιλάει για τους κώδικες συμπεριφοράς που σήμερα έχουν σπάσει οδηγώντας μας στην ελευθερία αλλά και στο χάος…».


­ Τι εννοείτε όταν λέτε πως το ξέρατε;


«Οταν κάνω μια ταινία, περισσεύουν πράγματα που δεν χωράνε. Αυτά γίνονται η μαγιά για την επόμενη».


­ Επανέρχεστε όμως σε αυτή τη δεύτερη ταινία σας στις ερωτικές σχέσεις. Δεν φοβάστε ότι επαναλαμβάνεστε;


«Οχι. Αυτή η ταινία είναι πολύ διαφορετική από την προηγούμενη. Υπάρχει βέβαια και στις δύο το κοντράστ. Στην «Αγελάδα» υπήρχε ένα κοντράστ μεταξύ του κιτς και του τοπίου, εδώ παίζω με το κοντράστ ανάμεσα στο ντιζάιν και στην πόλη ή στην εποχή μας που ανασκάπτεται εκ θεμελίων. Ολα τα εξωτερικά πλάνα της ταινίας είναι γεμάτα εργοτάξια. Οι ήρωες περπατάνε χωρίς να ξέρουν πού πατάνε, γεγονός που οπτικοποιεί την ψυχολογία των ηρώων. Από τη μια μεριά έχουμε δηλαδή το ντιζάιν, την προσπάθεια ελέγχου του περιβάλλοντος, των σχέσεων, της συμπεριφοράς, και από την άλλη το χάος».


­ Και στη «Διακριτική γοητεία των αρσενικών» πρωταγωνιστούν όμως γυναίκες.


«Κοιτάξτε, σαφώς πρόκειται και πάλι για μια ταινία από τη γυναικεία πλευρά. Δεν μπορώ να καταλάβω όμως για ποιο λόγο ενώ οι ταινίες χωρίζονται κατά βάση σε αντρικές και γυναικείες κανένας δεν υποσημειώνει ότι η τάδε ταινία, το «Βαλκανιζατέr» για παράδειγμα του Γκορίτσα, είναι αντρική. Θα μου πεις, είναι φυσικό, αφού η γυναικεία ματιά είναι καινούργια, να τραβά την προσοχή. Ως τώρα δεν υπήρχαν πολλές γυναίκες σκηνοθέτιδες».


­ Εχετε αντιμετωπίσει δυσκολίες στον χώρο σας λόγω φύλου;


«Ως σκηνοθέτης πρέπει καθημερινά να αποδεικνύεις τον εαυτό σου. Στο συνεργείο, στους ηθοποιούς σου. Το πρώτο λάθος που θα κάνεις πρέπει να ξέρεις ότι δεν θα σ’ το συγχωρήσουν εύκολα. Είσαι αρχηγός, και ο αρχηγός έχει ευθύνες. Η δυσκολία προκύπτει από το ότι δεν έχουμε συνηθίσει να έχουμε γυναίκες στη θέση του αρχηγού αλλά και από το ότι οι γυναίκες δεν έχουν… εκπαιδευτεί για αυτή τη θέση!».


­ Η επιτυχία της πρώτης σας ταινίας ήρε ή μεγιστοποίησε αυτές τις δυσκολίες;


«Οι σκηνοθέτες νομίζω ότι με σνομπάρουν, αν εξαιρέσουμε τον Κόκκινο, τον Χούρσογλου… Με θεωρούν λίγο λαϊκή, λίγο εμπορική. Ξέρεις, όταν είσαι καλλιτέχνης, έχεις έμμονες ιδέες. Σου αρέσουν αυτά που κάνεις εσύ και όχι αυτά που κάνουν οι άλλοι».


­ Πιστεύετε ότι ενόχλησε το γεγονός πως ο «Οργασμός της αγελάδας» πήγε καλά εισπρακτικά;


«Το ότι έκοψε εισιτήρια σοκάρισε. Γιατί αυτή και όχι εγώ, ίσως να σκέφθηκαν. Είναι αναπόφευκτο όμως. Οταν εκτίθεσαι, άλλοι θα το δουν θετικά και άλλοι αρνητικά. Αυτό είναι το τίμημα».


­ Γιατί αποφασίσατε να γυρίσετε τη «Διακριτική γοητεία των αρσενικών»;


«Οταν κάνεις κινηματογράφο ή οποιαδήποτε τέχνη, θες να ανοίξεις κάποιο παράθυρο. Συνήθως το κάνεις για πράγματα που σε πονάνε. Για πράγματα που μένουν κάπου στη σκιά, που δεν αερίζονται, που δεν μπορείς να έχεις διάλογο μαζί τους. Για πράγματα που τα θάβουμε ­ για αυτά μιλάει η ταινία».


­ Η «Αγελάδα» πέρυσι έκανε τη μεγάλη έκπληξη. Περνάει από το μυαλό σας η αποτυχία;


«Κάποια στιγμή είναι σίγουρο ότι θα κάνεις και μια αποτυχία. Το θέμα είναι να μην την κάνεις πρώτη πρώτη. Γιατί τότε δεν θα μπορούν να σου τη συγχωρήσουν λόγω… προτέρας καλής διαγωγής! Σκέψου το απλά. Αν αποτύχαινε η «Αγελάδα», θα είχα μούτρα να πάω στο Κέντρο Κινηματογράφου και να πω, ξέρετε δεν μου πέτυχε η πρώτη, μου δίνετε μερικά εκατομμύρια για να ξαναπροσπαθήσω; Γιατί, βλέπεις, είναι και ακριβό το σπορ».


­ Τι ήταν αυτό που πιστεύετε ότι κέρδισε το κοινό στον «Οργασμό της αγελάδας»;


«Πιστεύω ότι ο κόσμος ήταν γενναιόδωρος μαζί μου. Είδε κάτι συμπαθητικό, όχι αριστούργημα, αλλά ανθρώπινο, με χιούμορ. Δούλεψε το χιούμορ της ταινίας. Εκλεισα το μάτι στον θεατή και μου το έκλεισε και αυτός».


­ Τι σκέφτεστε τώρα όταν την ξαναβλέπετε;


«Θα ‘θελα να είχα τολμήσει πιο πολύ. Να είχα περισσότερο κιτς, να έδινα περισσότερα λεφτά στο ντεκόρ. Είχα όμως έναν πολύ ξεκάθαρο αισθητικό άξονα, κάτι που μπορεί κανείς να διαπιστώσει και στη «Διακριτική γοητεία των αρσενικών», έστω και αν εκεί η οπτική είναι εντελώς διαφορετική. Ξέρεις, είναι κάποιοι σκηνοθέτες, όπως ο Αγγελόπουλος, στους οποίους αναγνωρίζεις την κινηματογράφηση από τη μια ταινία στην άλλη. Στις ταινίες μου δεν την αναγνωρίζεις».


­ Δεν σας ενδιαφέρει δηλαδή να διαμορφώσετε μια προσωπική «γλώσσα»;


«Δεν με ενδιαφέρει να είμαι πρωτότυπη, με την έννοια της ανακάλυψης ενός καινούργιου τρόπου κινηματογράφησης. Αισθάνομαι ότι υπηρετώ ένα σενάριο. Υπηρετώ την κεντρική ιδέα του εκάστοτε θέματος, την κίνηση των ηρώων. Δεν κάνω πλάνα εφετζίδικα, μόνο και μόνο για να αποδείξω πόσο καλή σκηνοθέτις είμαι. Δεν με απασχολεί η ανάγκη για ομοιογένεια».


­ Τι σας απασχολεί;


«Να έχουν οι ταινίες μου μια δροσιά. Να μην εγκλωβίζονται στο πώς πρέπει να είναι αλλά να βουτάνε στην ουσία του θέματος. Οταν το πετυχαίνουν αυτό, αποκτούν μια δροσιά ή, αν προτιμάς, μια αυθεντικότητα».


­ Υπάρχει πάντως «ομοιογένεια» στους τίτλους που επιλέγετε. Η εντύπωση που προκάλεσαν προπορεύθηκε των ταινιών.


«Ο τίτλος είναι για μένα ένα πηδάλιο. Στον «Οργασμό της αγελάδας» υπήρχαν αρχικά πολλοί ενδοιασμοί. Οι παραγωγοί φοβόνταν μήπως απωθήσει τον κόσμο. Τους παρακάλεσα να μη μου τον αλλάξουν ώσπου να τελειώσω τα γυρίσματα. Τον χρειαζόμουν για να ξέρω πώς θα κάνω τα πλάνα μου, για να μη χάσω το χιούμορ μου. Οταν την είδαν ολοκληρωμένη, είπαν ότι δεν πρέπει να λέγεται ούτε «Το ξύπνημα της ήβης» ούτε «Η πρώτη φορά», όπως είχαν προτείνει αρχικά, αλλά μόνο «Οργασμός της αγελάδας»».


­ Θα μπορούσατε ποτέ να αλλάξετε εκφραστικό μέσο;


«Στον χώρο του κινηματογράφου μπήκα δοκιμαστικά. Εκανα ένα πείραμα, να δω αν αξίζει τον κόπο να γίνω σκηνοθέτις. Αν διαπίστωνα πως δεν αξίζει θα έκανα κάτι άλλο. Θα μπορούσα να γίνω μαραγκός, καθηγήτρια πανεπιστημίου, φωτογράφος, δημοσιογράφος… Τώρα πια το νερό έχει μπει σε ένα πολύ καλό αυλάκι. Και πάλι όμως θα μπορούσα να ζήσω χωρίς κινηματογράφο. Μου αρέσει να κρατάω μια απόσταση από αυτό που κάνω, να έχω τη δύναμη να πω «και τι έγινε;»».


Η «Διακριτική γοητεία των αρσενικών» της Ολγας Μαλέα βγαίνει στις αίθουσες την ερχόμενη Παρασκευή 1 Ιανουαρίου.