Τον Αύγουστο του 1941, όταν οι γερμανικές στρατιές θεωρούσαν ότι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης ήταν ζήτημα ημερών και η θεμελίωση της νέας ναζιστικής τάξης του κόσμου προ των πυλών, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ και ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ έθεταν σε μια μυστική συνάντησή τους, στον κόλπο Πλασέντια στον Καναδά, τα θεμέλια της συμμαχίας που έμελλε να αλλάξει τη ροή του πολέμου. Επιστρέφοντας στη Βρετανία έχοντας υπογράψει τη λεγόμενη Χάρτα του Ατλαντικού, ο Τσόρτσιλ πληροφορούσε το υπουργικό συμβούλιο για την πεποίθησή του πως μετά τον πόλεμο οι Ηνωμένες Πολιτείες, μακριά από την προπολεμική τους απομόνωση, «θα συμπορευτούν μαζί μας στην αστυνόμευση του κόσμου ως την καθιέρωση μιας καλύτερης τάξης πραγμάτων». Τέκνο της αυτοκρατορικής εποχής, ο βρετανός πρωθυπουργός με αυτήν τη διατύπωση δεν διατράνωνε μόνο την πίστη του στη μελλοντική νίκη κατά του Αξονα, επιβεβαίωνε και το όραμα ενός μεταπολεμικού κόσμου υπό τη διεύθυνση των λεγόμενων «Τριών Μεγάλων» – των Αγγλοαμερικανών και της Σοβιετικής Ενωσης. Είναι αμφίβολο αν ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1945 και συγκάλεσε την πρώτη του Γενική Συνέλευση στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1946, ικανοποίησε τελικά το ιδανικό του Τσόρτσιλ. Αλλο τόσο ανικανοποίητους άφησε όμως όσους απέβλεπαν σε μια ουδέτερη αρχή, αμερόληπτο όργανο διεθνούς διαιτησίας.

Τα «Ηνωμένα Εθνη» προέκυψαν τον Δεκέμβριο του 1941, όταν ο Ρούζβελτ αναζητούσε έναν ευγενή ρητορικό όρο για το όνομα της συμμαχίας και εισέβαλε ενθουσιασμένος στο δωμάτιο ενός γυμνού Τσόρτσιλ (ο οποίος επισκεπτόταν την Ουάσιγκτον και μόλις είχε βγει από το πρωινό του μπάνιο) προκειμένου να ανακοινώσει το εύρημά του. Σάρκα και οστά η λέξη έλαβε σε διακριτά στάδια. Τον Ιανουάριο του 1942, η διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών υπογράφτηκε από 26 χώρες που αντιμάχονταν τον Αξονα, η μετεξέλιξή της σε διεθνή οργανισμό οριστικοποιήθηκε στις διασκέψεις Ρούζβελτ, Τσόρτσιλ και Στάλιν σε Μόσχα και Τεχεράνη το 1943, οι λεπτομέρειες (αρμοδιότητες, μέλη, η δυνατότητα αρνησικυρίας και για ποιους) συζητήθηκαν εκτενώς στη συνάντηση των εκπροσώπων Μεγάλης Βρετανίας, ΗΠΑ, Σοβιετικής Ενωσης και Κίνας στο Νταμπάρτον Οουκς της Ουάσινγκτον. Μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 1945, ο καταστατικός χάρτης του ΟΗΕ διαμορφώθηκε στο Σαν Φρανσίσκο. Εχοντας επικυρωθεί από 51 κράτη, τέθηκε σε ισχύ στις 24 Οκτωβρίου 1945. Στις 10 Ιανουαρίου 1946 η Γενική Συνέλευση εξέλεξε τον νορβηγό πολιτικό Τράιγκβε Λι ως πρώτο γενικό γραμματέα και επιλήφθηκε του ακανθώδους ζητήματος της έδρας: οι Ευρωπαίοι την ήθελαν στην Ευρώπη, η Σοβιετική Ενωση εκτός Ευρώπης ελπίζοντας ότι θα κρατούσαν μακριά την επιρροή του, τα μικρά έθνη το ίδιο, οσμιζόμενα την παρακμή της. Ενας συμβιβασμός σαν αυτούς που θα χαρακτήριζαν μελλοντικά την πορεία του ΟΗΕ όρισε ως τόπο εγκατάστασης τις ΗΠΑ. Η συζήτηση στράφηκε στο αν θα οικοδομούνταν μια ολόκληρη Διεθνής Πόλη για να στεγάσει τη ναυαρχίδα της διεθνούς συνεργασίας ή αν η τιμή θα πήγαινε σε κάποια πρόθυμη επαρχιακή πόλη όπως το Μπλακ Χιλς της Νότιας Ντακότα. Τελικά, η δωρεά ενός οικοπέδου 18 στρεμμάτων από την οικογένεια Ροκφέλερ στην ερειπωμένη τότε γειτονιά του Ιστ Ρίβερ έδωσε τη λύση: το διάσημο κτίριο θα ανεγειρόταν το 1952, ο ΟΗΕ όμως ήταν πλέον γεγονός.

Ο «διεθνιστικός ιμπεριαλισμός»
H κρατούσα άποψη θέλει τα Ηνωμένα Εθνη να αποτελούν τη σύγχρονη διόρθωση της Κοινωνίας των Εθνών, την ανοικοδόμηση δηλαδή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με στέρεες ιδέες και ανθεκτικά υλικά του αποτυχημένου έργου ενός οργανισμού διεθνούς διαιτησίας που επιχειρήθηκε μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εχοντας πάρει το μάθημά τους έπειτα από μια καταστροφή με περισσότερα από 60 εκατ. νεκρούς, η οποία ίσως και να ήταν δυνατόν να αποφευχθεί αν η μεσοπολεμική ΚτΕ δεν αποδεικνυόταν μνημείο αδυναμίας έναντι του φασισμού, κράτη και έθνη δημιούργησαν το 1945 ένα φόρουμ εν μέρει αποτελεσματικό σε πράξεις, αλλά τουλάχιστον εδραζόμενο σε υψηλόφρονες αρχές και ηθικές αξίες, με σταθερή παρουσία ως κανάλι διαλόγου, αν μη τι άλλο. Ωστόσο, ο Μαρκ Μαζάουερ στο βιβλίο που αφιέρωσε στη διερεύνηση της θεμελίωσης του ΟΗΕ και κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά με τον τίτλο «Το μαγεμένο παλάτι των εθνών» (εκδ. Αλεξάνδρεια) παρατηρεί ότι η ιδεολογική αυτή ανάγνωση των θεμελίων του οργανισμού είναι μάλλον ελλιπής. Αφενός, τα Ηνωμένα Εθνη συγκροτήθηκαν με πρωτοβουλία των Μεγάλων Δυνάμεων στο φόντο του τέλους των δυτικών αυτοκρατοριών, αφετέρου η γλώσσα των δικαιωμάτων που λυρικά αναπαράγει το προοίμιο του καταστατικού χάρτη μπορεί να διαβαστεί πίσω από τις γραμμές και ως κατοχύρωση αποικιοκρατικών δικαιωμάτων, αν λάβει κανείς υπόψη ότι στη σύνταξή του έβαλαν το χέρι τους προσωπικότητες όπως ο Γιαν Σματς, υψηλός αξιωματούχος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και αρχιτέκτονας του καθεστώτος λευκής υπεροχής που απέληξε τελικά στο απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής: την προσέγγισή του ο Μαζάουερ αποκαλεί επιγραμματικά «διεθνιστικό ιμπεριαλισμό». Χαρακτηριστική για τον ίδιο ήταν τόσο η αποστροφή του βρετανού αξιωματούχου Τσαρλς Γουέμπστερ, ο οποίος επίσης συνέβαλε στη σύνταξη του Χάρτη, ότι επρόκειτο για μια «συμμαχία των Μεγάλων Δυνάμεων ενταγμένη σε έναν παγκόσμιο οργανισμό», όσο και το σχόλιο του προϊσταμένου του τελευταίου, Γκλάντγουιν Τζεμπ, ότι οι αμερικανοί συνάδελφοί του «είχαν παραπλανήσει τους ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάνοντάς τους να νομίζουν ότι οι σκοποί τους είχαν επιτευχθεί».

Η «παγκοσμιοποίηση» του ΟΗΕ
Κατά τον Μαζάουερ οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μικρότερη ιδεολογική επιρροή στη συγκρότηση του ΟΗΕ από αυτήν που νομίζεται, ενώ αρχές συνώνυμες πλέον με το όνομα του οργανισμού, όπως το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης ή τα δικαιώματα των μειονοτήτων, λειτούργησαν σε πρώτο στάδιο ως ρητορική επικάλυψη της ηγεμονίας των λεγόμενων «Τριών Μεγάλων» – ΗΠΑ, Σοβιετικής Ενωσης, Μεγάλης Βρετανίας. Ηταν το κίνημα της αποαποικιοποίησης και της σταδιακής μετατροπής των Ηνωμένων Εθνών σε σύνοδο εθνών-κρατών που διαφοροποίησαν τα πράγματα. Αρχικά, το status quo κρινόταν απαραβίαστο, η τήρηση των συνθηκών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εσωτερικό ζήτημα της κάθε χώρας. Αυτός ο ΟΗΕ, συμπεραίνει ο Μαζάουερ, ήταν διασταύρωση της επιστημονικής τεχνοκρατίας του Νιου Ντιλ με την ευελιξία και την πολιτική ισχύος του συστήματος συμμαχιών του 19ου αιώνα. Γι’ αυτό και αφιερώνει στο βιβλίο του ένα εκτενές κεφάλαιο στη συμβολή τού τότε μεταβατικού πρωθυπουργού της Ινδίας, Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, σε αυτό που ονομάζει «η ανάδυση των παγκόσμιων Ηνωμένων Εθνών»: η προσφυγή του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το καλοκαίρι του 1946 κατά των διακρίσεων που υφίσταντο οι Ινδοί στη Νότια Αφρική έπαιζε με τους φόβους της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας για αντίστοιχες δυνητικές επεμβάσεις, με αφορμή το ζήτημα των πολιτικών δικαιωμάτων των μαύρων στον Νότο ή τη διαχείριση της επικείμενης ανεξαρτητοποίησης της Ινδίας. Οταν τον Δεκέμβριο του 1946 το θέμα συζητήθηκε στη Γενική Συνέλευση των μελών, η απόφαση δικαίωσε την ινδική πλευρά. Αυτή ήταν και η στιγμή, κατά τον Μαρκ Μαζάουερ, που εγκαινιάστηκε μια νέα αντίληψη περί παγκόσμιας τάξης, «βασισμένης στη διάσπαση των αυτοκρατοριών αντί της διατήρησής τους, στην πολιτική αντί του δικαίου». Οι απαρχές του ΟΗΕ έμοιαζαν ευοίωνες.

* Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑmen Ιανουαρίου 2016