Κατά πάσα πιθανότητα, ο Μάικλ Φασμπέντερ θα χαιρόταν βλέποντας το περιεχόμενο αυτού του τεύχους του οποίου το εξώφυλλο κοσμεί. Ο γερμανοϊρλανδός ηθοποιός αγαπάει πολύ τα αυτοκίνητα και παρακολουθεί με φανατισμό τη Formula 1. Θαυμαστής για χρόνια του Μίχαελ Σουμάχερ, δεν διστάζει ακόμη και στο κόκκινο χαλί να μιλάει για τον Αϊρτον Σένα, εκείνον που με τις επιδόσεις του τον μύησε στη μαγεία αυτού του ριψοκίνδυνου αθλήματος. Δεν χρειάζεται να έχεις πάρει πτυχίο ψυχολογίας για να καταλάβεις τι είναι αυτό που βρίσκει στους αγώνες ταχύτητας, είναι φανερό από τους ρόλους που έχει επιλέξει στο σινεμά ότι του αρέσει να ξεπερνά τα όρια. Τον έχουμε δει σαδιστή, αλλά και ρατσιστή ιδιοκτήτη βαμβακοφυτείας στον αμερικανικό Νότο («12 χρόνια σκλάβος»), λούμπεν παντρεμένο που αποπλανά την έφηβη κόρη της ερωμένης του («Fish Tank»), ακόμη και εθισμένο στο σεξ Νεοϋορκέζο που όταν βρίσκεται στο σπίτι του δεν γνωρίζει τι θα πει εσώρουχο («Shame»)…
Ο μαγνητικός Magneto

Από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στους κινηματογράφους το καινούργιο του φιλμ, «X-Men: Ημέρες ενός ξεχασμένου μέλλοντος», νέο μέλος στην μπλοκμπάστερ σειρά ταινιών που βασίζεται στους μεταλλαγμένους υπερήρωες της Marvel. Tο προηγούμενο μέρος, «X-Men: Η πρώτη γενιά», που προβλήθηκε το 2011, ήταν ένας κομψός και συναρπαστικός επαναπροσδιορισμός του κινηματογραφικού franchise, γι’ αυτό και, πέρα από τη δεδομένη μεγάλη εμπορική επιτυχία, έλαβε και θερμότατες κριτικές. Ο 37χρονος Φασμπέντερ υποδύεται ξανά τον αμφιλεγόμενο Μαγκνέτο –σε νεαρή ηλικία. O σερ Ιαν Μακ Κέλεν είναι εκείνος που έχει ταυτιστεί με τον ρόλο (σε ελαφρώς πιο προχωρημένη ηλικία, φυσικά). Οι δύο ηθοποιοί δεν είχαν συναντηθεί ποτέ στα γυρίσματα και γνωρίστηκαν για πρώτη φορά από κοντά στο Φεστιβάλ Comic-Con πέρυσι, όπου ο Μακ Κέλεν έκανε δημοσίως, χαριτολογώντας, πρόταση γάμου στον Φασμπέντερ.
Κρίνοντας από το κέφι με το οποίο προωθούν την ταινία οι τρεις πρωταγωνιστές της, ο Μάικλ Φασμπέντερ, ο Τζέιμς Μακ Αβόι και ο Χιου Τζάκμαν δηλαδή, εύκολα συμπεραίνεις ότι έχουν περάσει καλά στα γυρίσματα: μοιράζονται αστεία που τα καταλαβαίνουν μόνο οι ίδιοι και χορεύουν κιόλας το «Blurred Lines» του Ρόμπιν Θικ σε τηλεοπτικά σόου, αν χρειαστεί. Είναι λογικό να έχουν καλή σχέση, ένα φιλμ δράσης με πολλές σκηνές μάχης έχει σωματικές απαιτήσεις που βοηθούν στο δέσιμο μεταξύ ανδρών, αν και ο Φασμπέντερ μοιάζει να ενδιαφέρεται πάντα περισσότερο για τους χαρακτήρες. Πρόσφατα τον ρώτησαν, για παράδειγμα, πώς είναι να λέει κανείς τις ατάκες του προσπαθώντας να μείνει όρθιος στο γυροσκόπιο ενός αεροσκάφους και εκείνος άρχισε να εξηγεί πόσο δύσκολο ήταν να βρει το συναισθηματικό βάθος που απαιτούσε η συγκεκριμένη σκηνή.
Παρ’ ολίγον ροκ σταρ

Στο Κιλάρνι της Ιρλανδίας, όπου μεγάλωσε, ο Φασμπέντερ ήταν μέχρι τα δώδεκά του παπαδάκι, ένα παιδί «χαμένο μονίμως στον δικό του κόσμο», κατά δήλωσή του. Στην εφηβεία του αποφάσισε πως θα ήθελε να γίνει σταρ της χέβι μέταλ. Μάκρυνε τα μαλλιά του, φορούσε σκισμένα παντελόνια παραλλαγής και άκουγε στη διαπασών από το πρωί ως το βράδυ Metallica και Slayer. Είχε φτιάξει και μια μπάντα. Η καριέρα τους έληξε άδοξα. Μία συναυλία έδωσαν όλη κι όλη, σε παμπ, και μάλιστα μέρα μεσημέρι. Ισως αυτές οι πρώτες απογοητεύσεις να ευθύνονται για την προσγειωμένη αντιμετώπισή του απέναντι στη φήμη και στο χρήμα: μένει από τα 20κάτι του στο ίδιο διαμέρισμα στο Χάκνεϊ του Λονδίνου και παρ’ όλο που οι φήμες λένε ότι η τελευταία του κατάκτηση είναι η Ναόμι Κάμπελ, εκείνος παραμένει σεμνός και μετρημένος σε ό,τι άπτεται της προσωπικής του ζωής. Ακόμη και για το Οσκαρ που δεν κέρδισε τελικά έχει τη σωστή απάντηση: «Είναι θέμα ματαιοδοξίας. Καταλήγεις τελικά να θεωρείς πολύ σημαντικό ένα βραβείο, ενώ δεν θα έπρεπε». Κοινώς, δεν έχουν πάρει τα μυαλά του αέρα, και ας τον αποκαλούν «νέο Μάρλον Μπράντο» λόγω της έντασης των ερμηνειών του.
Αγγελος ή δαίμονας;

Οι σκηνοθέτες με τους οποίους συνεργάζεται τον λατρεύουν και εξυμνούν την εργατικότητά του, κληροδότημα προφανώς του γερμανού πατέρα του. Αν και πιθανώς άλλος είναι ο λόγος για τον οποίο τον αγαπούν τόσο και έχει ξεχωρίσει από τους υπόλοιπους ζεν πρεμιέ της γενιάς του: αυτή η αίσθηση αμφισημίας που δημιουργεί άμα τη εμφανίσει του. Με τον Φασμπέντερ πάντα έχεις την υποψία για την ύπαρξη μιας σκοτεινής πλευράς, η οποία μπορεί να εμφανιστεί στο επόμενο δευτερόλεπτο, μπορεί ωστόσο να μη βγει και ποτέ στην επιφάνεια. Ακόμη και το χαμόγελό του είναι αινιγματικό, πονηρό και αθώο ταυτόχρονα. Ισως, βέβαια, όλα αυτά είναι προβολές (ημών) των θαυμαστών του ή χαρακτηριστικά των ηρώων που έχει υποδυθεί: κοινοί θνητοί και υπερήρωες που, ενώ θα ήθελαν δυνητικά να ακολουθήσουν το μονοπάτι της αρετής, δεν μπορούν να αντισταθούν στις έξεις και στα πάθη τους.
Ο επόμενος μεγάλος ρόλος του είναι και αυτός μια πρόκληση. Θα υποδυθεί τον Μάκβεθ σε μια νέα κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου σαιξπηρικού έργου –κάτι μας λέει ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για άλλη μια σπουδαία ερμηνεία -,έναν ήρωα εξουσιομανή και αντιμέτωπο με ηθικά διλήμματα, βούτυρο στο ψωμί του Μάικλ Φασμπέντερ. Στο πλευρό του ως λαίδη Μάκβεθ η Μαριόν Κοτιγιάρ: «Είναι τόσο ήσυχη. Κρατάει όλη την ένταση για την οθόνη» δήλωσε για τη συμπρωταγωνίστριά του πριν από λίγες ημέρες από τις Κάννες όπου βρισκόταν. Kατάλαβε, άραγε, ότι θα μπορούσε να μιλάει και για τον εαυτό του;

– Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1977 στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας. Στα δύο του χρόνια η οικογένειά του μετακόμισε στην Ιρλανδία, την πατρίδα της μητέρας του.

– Εγινε γνωστός το 2008 χάρη στην ταινία του Στιβ Μακ Κουίν «Hunger», στην οποία για να υποδυθεί πειστικά τον ιρλανδό απεργό πείνας Μπόμπι Σαντς αναγκάστηκε να χάσει 15 κιλά.

– Το 2009 ξεχώρισε σε έναν μικρό, αλλά αξιομνημόνευτο ρόλο στο φιλμ του Κουέντιν Ταραντίνο «Αδωξοι Μπάσταρδη», πλάι στον Μπραντ Πιτ και στην Νταϊάν Κρούγκερ.

– Το 2011 ήταν η χρονιά του: έπαιξε τον Ρότσεστερ στην κινηματογραφική μεταφορά της «Τζέιν Εϊρ», τον Καρλ Γιουνγκ στην ταινία «Μια επικίνδυνη μέθοδος» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, τον Μαγκνέτο σε νεαρή ηλικία στο «Χ-Μen: Η πρώτη γενιά» και τον εθισμένο στο σεξ ήρωα της ταινίας «Shame», λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές για την ερμηνεία του.

Πέρυσι υπήρξε για πρώτη φορά υποψήφιος για βραβείο Οσκαρ, για τον ρόλο του στο φιλμ «12 χρόνια σκλάβος», και πάλι σε σκηνοθεσία Στιβ Μακ Κουίν.

* Η ταινία «X-Men: Ημέρες ενός ξεχασμένου μέλλοντος» προβάλλεται ήδη στις ελληνικές αίθουσες από την Odeon.

**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino τo Σάββατο 24 Μαΐου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ