Στην παρουσίαση του λευκώµατος «Ελένη Καραΐνδρου: Μουσική για τη µικρή οθόνη, πρωτότυπες ηχογραφήσεις 1976-1989» µιλήσατε για ένα χρέος που αναβλήθηκε για χρόνια… «Αυτές οι µουσικές αγαπήθηκαν. Θυµάµαι µε σταµατούσαν στον δρόµο, µε ρωτούσαν πότε θα κυκλοφορούσαν. «Του χρόνου» απαντούσα και τελικά πέρασαν 38 χρόνια από το πρώτο έργο, τη «Γαλήνη». Ηταν, λοιπόν, ένα χρέος απέναντι στους φίλους της µουσικής µου, αλλά και στην ίδια τη µουσική».

Εχετε και άλλα τέτοια χρέη; «Πολλά. Ανέβαλα πράγµατα γιατί η ατζέντα µου ήταν πάντα γεµάτη µε δουλειές. Να φανταστείτε –και ντρέποµαι που το λέω –ο Νάκας µού τηλεφωνεί εδώ και 20 χρόνια για να εκδώσει σε παρτιτούρα κάποια θέµατα των έργων µου που µπορούν να βγουν τουλάχιστον για πιάνο. Το έχω υποσχεθεί στον Νάκα αλλά και στα εγγόνια µου, που παίζουν ωραίο πιάνο».

Μιλήσατε για τα εγγόνια σας. Βάλατε ποτέ την τέχνη πάνω από τη ζωή; «Αλίµονο. Είναι δυνατόν να βάλεις την τέχνη πάνω από τη ζωή; Θυµάµαι στην πρώτη µου συνεργασία µε τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, στο «Ταξίδι στα Κύθηρα», ήµουν και εγώ καλεσµένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Επειδή µε χρειαζόταν ένας καλός µου φίλος που αντιµετώπιζε ένα πρόβληµα υγείας, δεν πήγα, και το έκανα χωρίς να το σκεφτώ».

Αλήθεια, στη συνεργασία µε τον Αγγελόπουλο υπήρξαν συγκρούσεις;
«Βεβαίως. Υπάρχει έρωτας χωρίς συγκρούσεις; Με τον Θόδωρο έµαθα να είµαι επίµων. Οταν έκανα τη µουσική για το «Ταξίδι στα Κύθηρα» και του έδωσα την κασέτα είπε αµέσως το «ναι». Στον «Μελισσοκόµο» όµως η ιδέα του σαξόφωνου του Γκαρµπάρεκ δεν του άρεσε στην αρχή. «Είναι δυνατόν να βάλω free jazz;» έλεγε. «Μα δεν είναι free jazz», ανταπαντούσα, «εσύ γιατί έβαλες τον Μαστρογιάννη να παίξει έναν έλληνα δάσκαλο;». Είχαµε τέτοια περιστατικά πολύ δηµιουργικά».

Ακούγοντας παλιές ηχογραφήσεις σας, υπάρχει κάτι που θα αλλάζετε; «Οχι, γιατί αυτό που έκανα όταν το έκανα απηχούσε την αλήθεια µου και αυτή η αλήθεια δεν µετατρέπεται».

Νιώσατε ποτέ την έµπνευση να σας εγκαταλείπει; «Προς το παρόν, όχι. Οταν τελειώνει µια εργασία µου νιώθω λυτρωµένη, πλήρης, ευγνώµων. Δεν θεωρώ δεδοµένο ότι θα υπάρξει συνέχεια. Αν είναι να ‘ρθει, θε να ‘ρθεί, αλλιώς θα προσπεράσει…».

Υπάρχει ωραιότερος ήχος από τη µουσική; «Ισως η σιωπή να είναι ο πιο ωραίος ήχος γιατί τα περιλαµβάνει όλα».

Οι νότες είναι πιο σπουδαίες για εσάς από τις λέξεις; «Δεν µπορώ να το πω. Η ποίηση είναι κρυφή πηγή της έµπνευσής µου. Η πρώτη πραγµατική µου απόπειρα σύνθεσης ήταν πάνω σε ένα ποίηµα του Ελύτη».

Γιατί όµως δεν αποπειραθήκατε να µελοποιήσετε ποίηση;
«Ηταν µια στάση ζωής. Υπάρχουν ποιήµατα που έχουν µελοποιήσει ο Χατζιδάκις ή ο Θεοδωράκης και τα λατρεύω. Η ποίηση όµως µου µιλάει σαν να είναι µια αυτόνοµη τέχνη. Γενικά δεν µελοποιώ και πολλά πράγµατα».

Για την Ελλάδα έρχονται καλύτερες ηµέρες; «Ανησυχώ, πλέον η διαφθορά είναι βαθιά ριζωµένη στις κοινωνίες. Επιπλέον δεν είναι µια υπόθεση ατόµων. Το παγκόσµιο τραστ οικονοµίας κατευθύνει τα πράγµατα. Και στην Ελλάδα είµαστε µοιρασµένοι. Λείπει, για παράδειγµα, η οµοψυχία που είδα στη Γαλλία του Μάη του 1968».

Εδώ κάποιοι νοσταλγούν τη χούντα. «Με τρελαίνει η σκέψη. Είναι αποτρόπαιο στην Ελλάδα του 2015 κάποιοι να νοσταλγούν την Ακροδεξιά και τον ναζισµό. Εχω ζήσει τη «γλύκα» της χούντας: είναι λυπηρό να υπάρχουν ανιστόρητοι».

Είστε ζευγάρι µε τον σκηνοθέτη Αντώνη Αντύπα. Η συνύπαρξη δύο καλλιτεχνών είναι αρµονική; «Αλληλοσυµπληρωνόµαστε. Είχαµε καταπληκτική συνεργασία στο θέατρο, έχω πάρει πράγµατα από τον Αντώνη γράφοντας µουσικές για έργα του Πίντερ, του Φρίελ, που έφερε πρώτος στην Ελλάδα, και φυσικά για κλασικά έργα. Τώρα, αν ήµασταν και οι δύο µουσικοί, δεν ξέρω, µπορεί να τρώγαµε τα µουστάκια µας».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ