Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας επιμένει να καλλιεργεί προσδοκίες ότι τελικά θα αποφευχθεί η ψηφισμένη μείωση των συντάξεων για το 2019, και ας γνωρίζει ότι την τελευταία λέξη την έχουν οι εταίροι πιστωτές και ότι κυρίως πρόκειται για ένα πολύπλοκο ζήτημα την έκβαση του οποίου θα κρίνουν πολλοί παράγοντες.

Σε κάθε περίπτωση οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές για να εκφράζει κανείς βεβαιότητες και να δημιουργεί ελπίδες σε «απελπισμένους» ανθρώπους, αφού όπως επισημαίνουν οι γνωρίζοντες το θέμα δεν θα κριθεί μόνο με δημοσιονομικά κριτήρια, ούτε μπορεί κανείς να στηρίζεται στις καλές προθέσεις κάποιων ευρωπαίων αξιωματούχων.

Στο πλαίσιο αυτό η σημερινή επισήμανση της υπουργού Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου ότι εκτιμά πως πλέον «έχει διαμορφωθεί η πολιτική στήριξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να αποφύγουμε τις περαιτέρω επιβαρύνσεις των συνταξιούχων» έχει -δυστυχώς- μικρή σημασία.

Πρώτον, γιατί η ίδια είχε θεωρήσει και στο παρελθόν ότι οι ευρωπαίοι θα στηρίξουν την αποτροπή επώδυνων αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις, κάτι που φυσικά δεν έγινε.

Δεύτερον, γιατί Ευρωπαίοι -και μάλιστα υψηλόβαθμοι- αξιωματούχοι είναι και αυτοί που επιμένουν για την τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί και τονίζουν ότι πισωγυρίσματα απαγορεύονται διά ροπάλου και θα «τιμωρηθούν».

Μόλις προχθές -τη Δευτέρα- η πρώτη κουβέντα που είπε ο Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί όταν ρωτήθηκε για το ζήτημα των συντάξεων ήταν ότι «οι δεσμεύσεις πρέπει να τηρούνται».

Σαφώς βέβαια και προκειμένου να μην χαλάσει το πανηγυρικό κλίμα της εξόδου της Ελλάδας από τα μνημόνια, αλλά και για να μην έρθει σε ευθεία σύγκρουση με αυτά που ο ίδιος έλεγε πριν ένα μήνα (ότι η ελλάδα επιστρέφει στην κανονικότητα και ανακτά την αυτονομία της στην άσκηση πολιτικής) δεν απέκλεισε εντελώς το ενδεχόμενο, παραπέμποντας τις τελικές αποφάσεις τον Οκτώβριο, οπότε θα «ελεγχθεί» ο προϋπολογισμός.

«Η Ελλάδα είναι μια ‘κανονική’ χώρα και στις 16 Οκτωβρίου θα εξετάσουμε το προσχέδιο του προϋπολογισμού για να δούμε τα δημοσιονομικά περιθώρια» είπε.

Ακριβώς στην ύπαρξη αυτών των «περιθωρίων» στηρίζεται και το ισχυρότερο επιχείρημα της κυβέρνησης για την αποτροπή της νέας μείωσης των συντάξεων. Δεν είναι δημοσιονομικά αναγκαία τονίζουν με έμφαση κυβερνητικά στελέχη.

Υπερθεματίζοντας η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου και ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος τονίζουν ότι το πλεόνασμα του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) θα ξεπεράσει του στόχους.

«Το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ ήταν ήδη κοντά στα 650 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο και θα προσεγγίσει, σε ετήσια βάση, το 1,5 δισ. ευρώ, πάνω από τους δικούς μας στόχους, επιτρέποντας να εξεταστεί όχι μόνο η μη μείωση συντάξεων, αλλά και να υλοποιηθούν φορολογικές και αναπτυξιακές παρεμβάσεις» τόνισε ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Αναστάσιος Πετρόπουλος.

Όντως, αν το ζήτημα ήταν μόνο δημοσιονομικό ίσως να μπορούσε κανείς με μεγαλύτερη ασφάλεια να πει ότι το μέτρο θα αποφευχθεί.

Όμως το γεγονός ότι οι δανειστές, -που μπορεί πλέον να μην μας δανείζουν άλλα χρήματα, αλλά θέλουν να πάρουν πίσω όσα δάνεισαν, και γι αυτό υπενθυμίζουν συνεχώς ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας- επιμένουν να μιλούν όχι για ένα δημοσιονομικό μέτρο, αλλά για μια «δέσμευση» που αν η χώρα θέλει να είναι αξιόπιστη πρέπει να την τηρήσει έχει τη δική του σημασία.

Επίσης το ότι η Μέρκελ έσπευσε να συνοδεύσει τα συγχαρητήρια για την έξοδο από το πρόγραμμα με την επισήμανση ότι «η Κομισιόν θα επιβλέπει την Ελλάδα εντατικά τέσσερις φορές ετησίως την πρώτη περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος» και την κρίσιμη διευκρίνηση ότι «θα ελέγχει επιπλέον τις ελληνικές εγγυήσεις για τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής πορείας» είναι λάθος να μην αξιολογηθεί.

Άλλωστε προς αποφυγή κάθε παρεξήγησης και παρερμηνείας των προθέσεων των πιστωτών, ο Π.Μοσκοβισί έδωσε και συγκεκριμένες ημερομηνίες: Την εβδομάδα 10-16 Σεπτεμβρίου θα πραγματοποιηθεί η πρώτη μεταμνημονιακή αποστολή, και είναι κοινό μυστικό ότι το θέμα των συντάξεων, της αύξησης του κατώτατου μισθού, αλλά και των παροχών που ετοιμάζει να βάλει η κυβέρνηση στη βαλίτσα του πρωθυπουργού για την ΔΕΘ θα είναι πολύ υψηλά στην ατζέντα.

Αδυναμία δε μετατροπής της εμπειρίας σε γνώση, κάτι που έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες, δείχνει και το να ξεχάσει κανείς ότι στο μυαλό και στην ορολογία των δανειστών οι επώδυνες περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο ονομάζονται μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές.

Και η κυβέρνηση, απέτυχε όπως και όλες οι προηγούμενες μνημονιακές κυβέρνησης, να αλλάξει αυτόν τον τρόπο σκέψης.