Ο εφευρέτης του γαργαλιού


Ο Ευγένιος Τριβιζάς δεν γεννήθηκε στο Περού και δεν σπούδασε γαλακτοκομία στη Γουαδελούπη. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο παππούς του δεν ήταν ένας κοκκινομάλλης παραγεμιστής μαξιλαριών από τον Αγιο Δομίνικο ούτε ένας αιωνόβιος μελισσοκόμος. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, το επάγγελμά του δεν είναι δοκιμαστής καναπέδων και τα βράδια δεν δουλεύει σε ένα διανυκτερεύον ζαχαροπλαστείο που παρασκευάζει ζελέδες για νάνους στην Αβησσυνία. Δεν έγραψε ποτέ το πρώτο του μυθιστόρημα, έγραψε απευθείας το δεύτερο και μετά το εικοστό τέταρτο. Αυτός είναι και ο λόγος που παρατηρούνται κάτι ανεξήγητα κενά στη σκεπτική του βιβλιογραφία. Το αγαπημένο του χρώμα δεν είναι το σκούρο τσαγαλί και το ζώδιό του δεν είναι πεταλουδόσαυρος. Αν κάτι μπορεί να έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά σίγουρα δεν είναι ο Ευγένιος Τριβιζάς αλλά και πάλι ποιος ξέρει, μπορεί και να είναι.





­ Τελικά ποιο είναι το επάγγελμά σας;
Εφευρέτης, ταχυδακτυλουργός ή ζογκλέρ μελάτων αβγών;


«Το μόνο σίγουρο είναι ότι γράφω παραμύθια. Και μέσα από αυτά αλλάζω ειδικότητες».


­ Από τα λεγόμενά σας λοιπόν συγγραφέας δεν είναι ένα ακόμη επάγγελμα;


«Μα και βέβαια όχι. Και έτσι θα έπρεπε να ήταν όλα τα επαγγέλματα. Δεν πρέπει να βλέπουμε τη δουλειά ως αγγαρεία αλλά ως ικανοποίηση».


­ Πόσες χώρες έχετε ανακαλύψει;


«Γύρω στις 484. Η πιο γνωστή από όλες η Φρουτοπία. Το Αβγανιστάν, το Κουφέιτ, το Νησί των Πυροτεχνημάτων, καθώς και το Ανω και Κάτω Βόλτα. Στο Ανω μένουν αυτοί που έχουν πάρει την κάτω βόλτα και αντίστροφα».


­ Η πιο γνωστή εφεύρεσή σας;


«Ο γαργαλιός. Ενα μηχάνημα που σε γαργαλάει όταν είσαι λυπημένος και σε κάνει να γελάς».


­ Μια εφεύρεση που θα έλυνε τα χέρια των Αθηναίων;


«Ο ταξιμαγνήτης. Οποιος τον κρατάει τα ταξί αισθάνονται μια ακαταμάχητη έλξη προς το μέρος του».


­ Και η τελευταία σας εφεύρεση;


«Το ελαφρύδι».


­ Μας διευκρινίζετε για τι ακριβώς πρόκειται;


«Το αντίθετο από το βαρύδι. Τα κάνει όλα ανάλαφρα. Ξέρετε, ταξιδεύω πολύ συχνά· βάζω λοιπόν ένα – δύο ελαφρύδια στη βαλίτσα μου και τη σηκώνω με μεγάλη ευκολία».


­ Ποιο μέσο χρησιμοποιείται συνήθως στις μετακινήσεις σας;


«Το ιπτάμενο κρουασάν».


­ Με τι γράφετε τα βιβλία σας;


«Με φτερό παγονιού βουτηγμένο σε μελάνι ασημένιας σουπιάς».


­ Ο αγαπημένος σας γλωσσοδέτης;


«Μια κάμπια, μα ποια κάμπια, μια κάμπια με κουμπιά».


­ Μένετε σχεδόν μόνιμα στο Λονδίνο· να υποθέσω ότι μιλάτε και άπταιστα αγγλικά;


«Οχι, στο Λονδίνο συνεννοούμαι μιλώντας «σοκολατινικά»».


­ Ποιο είναι το ησυχαστήριό σας;


«Το δάσος με τα ερωτευμένα τρυποκάρυδα».


­ Πώς σας αρέσει να απολαμβάνετε ένα παραμύθι σας;


«Πάντα όταν διαβάζω έχω κοντά μου ένα ποτήρι βυσσινάδα με παγάκια από δροσοσταλίδες».


­ Πότε γράψατε το πρώτο σας έργο;


«Δεν έγραψα ποτέ το πρώτο. Εγραψα απευθείας το δεύτερο. Μετά έγραψα το εικοστό τέταρτο».


­ Τι θα θέλατε να είστε αν δεν ήσαστε αυτό που είστε;


«Κουνελούπι».


­ Τι ακριβώς είναι το κουνελούπι;


«Κάτι σαν τσουτσουρούφι, αλλά λίγο πιο συμπαθητικό».


­ Υπάρχει κάτι που σας φοβίζει;


«Τίποτε, εκτός από το σκοτάδι, τους δράκους, τις ανθρωποφάγες μπανιέρες και τα φερμουαρόφιδα».


­ Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που γράψατε;


«Τα «88 Ντολμαδάκια». Είναι κάτι μεταξύ παραμυθιού και παιχνιδιού. Το βιβλίο αποτελείται από 160 ενότητες με τις οποίες ο αναγνώστης μπορεί να συνθέσει δεκάδες διαφορετικές ιστορίες».


­ Τι ανταπόκριση είχε το βιβλίο;


«Εχει προκαλέσει μια κάποια σύγχυση στην αγορά. Πολλές νοικοκυρές το αγοράζουν πιστεύοντας ότι περιλαμβάνει συνταγές για ντολμαδάκια. Από την άλλη πλευρά όμως άλλες νοικοκυρές μού στέλνουν ντολμαδάκια σε τάπερ. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις βιβλίου που εμπνέει τους αναγνώστες να συμβάλουν απευθείας στη διατροφή του συγγραφέα. Αν γράψω μερικά ακόμη βιβλία με παρόμοιους τίτλους, ίσως εξασφαλίσω τη διατροφή μου για το άμεσο μέλλον».


­ Τι κάνετε ξανά και ξανά;


«Προσπαθώ να μην επαναλαμβάνομαι».


­ Τι βλέπετε ξανά και ξανά;


«Ενα αόρατο πράσινο καγκουρό».


­ Ενας συγγραφέας παραμυθιών πρέπει να αγαπά τα παιδιά;


«Οχι μόνο να τα αγαπά, αλλά και να βλέπει τον κόσμο μέσα από τα δικά τους μάτια».


­ Αν δίνατε μια συμβουλή στους γονείς των αναγνωστών σας, θα ήταν:


«Ολες οι ιστορίες είναι αληθινές, αν υπάρχει κάποιος που να τις πιστεύει».


­ Αν έπρεπε να δώσετε μια συμβουλή στους αναγνώστες σας;


«Μην τρώτε όλα μαζί και τα 88 ντολμαδάκια (να τα τρώτε οχτώ οχτώ) και σκεφτείτε το καλά προτού γαργαλήσετε ένα γορίλα».


­ Τι γνώμη έχετε για τους πολιτικούς;


«Καλά που δεν είναι φτιαγμένοι όπως ο Πινόκιο, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να καθιερωθεί και επίδομα συντήρησης μύτης».


­ Ενα πολιτικό παραμύθι θα ξεκινούσε…


«Ηταν ένας υπουργός, σπουδαίος και σοφός, που για κάθε θέμα έλεγε ένα ψέμα. Αλλά αντί να του μεγαλώνει η μύτη τού μίκραινε το στόμα, ώσπου δεν τον άκουγε κανείς και αναγκάστηκε να αλλάξει κόμμα…».


­ Ξέρω ότι έχετε μια συλλογή από σπάνια κομμάτια παλαιών παραμυθιών· τι ακριβώς περιλαμβάνει;


«Ενα πούπουλο από το μαξιλάρι όπου κοιμόταν η πεντάμορφη πριγκιποπούλα, το κορδόνι από το δεξί παπούτσι του παπουτσωμένου γάτου, ένα τούβλο από το σπίτι που είχαν χτίσει τα τρία γουρουνάκια, τη φούντα από το σκουφάκι της κοκκινοσκουφίτσας, το φιτίλι από το λυχνάρι του Αλαντίν, ένα κομμάτι από τον καθρέφτη της κακιάς μάγισσας και πολλά άλλα».


­ Τα παιδιά πιστεύουν ότι όλα αυτά είναι αληθινά;


«Το πιο πιθανό είναι να καταλαβαίνουν ότι όλα αυτά δεν είναι πραγματικά. Απλώς η γοητεία σε όλα αυτά είναι η αναστολή της αξιοπιστίας. Δεν είναι λίγες οι φορές που πιστεύουμε ότι μια ιστορία είναι φανταστική αλλά δεχόμαστε να κλάψουμε και να γελάσουμε με αυτήν».


­ Ο αγαπημένος σας ήρωας;


«Ο Λούκουλλος. Ενα λαίμαργο ελεφαντάκι, το οποίο μεταμορφώνεται ανάλογα με το τι τρώει».


­ Γιατί στα παιδιά αρέσουν τα παραμύθια;


«Γιατί συνδυάζουν την περιπέτεια με το χιούμορ. Τα παραμύθια επιβάλλεται να είναι φανταστικά γιατί το παιδί δέχεται αρκετά μεγάλες δόσεις πραγματικότητας στην καθημερινή του ζωή».


­ Από πού αντλείτε τα θέματα για τα παραμύθια σας;


«Από τα λεκτικά λάθη που κάνω αλλά και από τη συναναστροφή μου με τους αναγνώστες μου. Σε μια συγκέντρωση λοιπόν ρώτησα τα παιδιά τι σημαίνει η λέξη «κλωνοποίηση», και ένα μου απάντησε ότι είναι όταν οι άνθρωποι γίνονται κλόουν. Μου φάνηκε υπέροχη ιδέα και έτσι έγραψα μια ιστορία για τη χώρα των σοβαρών ανθρώπων που μια μέρα αρχίζουν να παρουσιάζουν συμπτώματα… κλονοποίησης, γίνονται δηλαδή κλόουν».


­ Τι προσόντα πρέπει να διαθέτει ένας συγγραφέας παραμυθιών;


«Πρώτον, να έχεις έναν παπαγάλο που να σου ψιθυρίζει στο αφτί παραμύθια· δεύτερον, έναν παππού πειρατή και αν διαθέτεις και ένα πράσινο αόρατο καγκουρό για να σε οδηγεί σε όλα αυτά τα μέρη, τότε είσαι ο ιδανικός συγγραφέας».


­ Εχετε μετανιώσει για κάτι;


«Είναι άγνωστο το τι μπορεί να κάνει κανείς. Οταν ήμουν μικρός μου άρεσαν πολύ τα βότσαλα και όταν φεύγαμε από την παραλία έλεγα στους γονείς μου ότι θέλω να τα πάρω μαζί μου. Ετσι μάζευα μερικά, αλλά πάντα έλεγα ότι πιο πολλά ήταν αυτά που άφηνα. Είναι λοιπόν περισσότερα αυτά που δεν κάνουμε στη ζωή μας».


­ Ενα παραμύθι είναι μόνο μια φανταστική ιστορία;


«Δεν γράφω παραμύθια για να περάσω μηνύματα ή μια άποψη. Αν ήθελα κάτι τέτοιο θα έγραφα ένα άρθρο. Ο κόσμος του παραμυθιού δεν πρέπει να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».


­ Δώστε μας ένα παράδειγμα.


«Ενα κορίτσι φτιάχνει ένα χιονάνθρωπο και εκφράζει την επιθυμία να μη λιώσει ποτέ. Για να γίνει αυτό λοιπόν ο χιονάνθρωπος αποφασίζει να πάει στον Βόρειο Πόλο και τελικά τα καταφέρνει και φτάνει. Νιώθει όμως τόσο ευτυχισμένος που τελικά λιώνει από τα δάκρυα της ευτυχίας του».


­ Ποιο είναι το πιο δύσκολο αναγνωστικό κοινό;


«Πολλές φορές έχουμε ξεγελαστεί νομίζοντας ότι αυτό των παιδιών είναι εύκολο. Και όμως είναι πιο απαιτητικό. Ενα παιδί όταν ακούει κάτι που δεν το ενδιαφέρει θα σηκωθεί από τη θέση του, θα κάνει φασαρία. Δεν το ανέχεται».


­ Τα παιδικά προγράμματα είναι άξια των απαιτήσεων των παιδιών;


«Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί τα παιδιά βλέπουν προγράμματα για μεγάλους, ενώ θα έπρεπε τα παιδικά προγράμματα να ήταν τόσο καλά που να τα έβλεπαν οι μεγάλοι».