«Το πολιτισμικό περιβάλλον της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η αιτιότητα και η θεωρία της κβαντομηχανικής, 1918-1927: Η προσαρμογή των γερμανών φυσικών και μαθηματικών σε ένα εχθρικό διανοητικό περιβάλλον». Αυτός είναι ο τίτλος του ρηξικέλευθου άρθρου που δημοσιεύει τo 1971 o Πάουλ Φόρμαν, όπου επιχειρεί μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ιστορία της κβαντικής θεωρίας, για να καταδείξει την ιδεολογική προσαρμογή των γερμανών φυσικών και μαθηματικών στο «διανοητικό πνεύμα της εποχής» («zeitgeist»).
Κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο αυτού του άρθρου αποτελεί η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που εγκαθιδρύεται το 1919, έπειτα από τη Γερμανική Επανάσταση του 1918, και πέφτει 14 χρόνια αργότερα, με την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, το 1933, και την εγκαθίδρυση του Τρίτου Ράιχ. Το πολιτισμικό κλίμα που κυριαρχεί στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης είναι η επιστροφή στις ρομαντικές αξίες του παρελθόντος (νεορομαντισμός) και εκδηλώνεται ως αίσθηση παρακμής και κρίσης ενάντια στον οπτιμισμό της μοντέρνας εποχής.
Κυρίαρχες είναι η απέχθεια προς τη μοντέρνα εποχή των μηχανών και η έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα, στην ενδεχομενικότητα και στη διαίσθηση, ενώ ταυτόχρονα απορρίπτονται η μηχανοκρατία, η αιτιοκρατία και η λογική, καθώς ο ορθολογισμός θεωρείται ο κύριος παράγοντας που οδήγησε τη Γερμανία στην ήττα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με τον Φόρμαν oι γερμανοί φυσικοί και μαθηματικοί βλέποντας να χάνουν το κύρος τους αναδιαμορφώνουν την ιδεολογία τους σε μια προσπάθεια εναρμόνισης με τις αξίες και το κλίμα της πνευματικής ατμόσφαιρας που τους περιβάλλει. Αλλάζουν συγκεκριμένες έννοιες, τον χαρακτήρα του κλάδου τους και τελικά το ίδιο το περιεχόμενο της επιστήμης τους. Το πρώτο και βασικό που πράττουν είναι να αμφισβητήσουν ή ακόμη και να απαλλαγούν από την αιτιότητα ως κανονιστικό στοιχείο για τη συγκρότηση θεωριών στη Φυσική, και συνεπώς, για την κατανόηση της φύσης. Η μη αιτιοκρατική ερμηνεία της κβαντομηχανικής, που θα μείνει γνωστή ως «Ερμηνεία της Κοπεγχάγης», διαμορφώνεται κάτω από αυτές τις κοινωνικές πιέσεις. Η θέση αυτή θα μείνει γνωστή στην ιστοριογραφία των επιστημών ως «Θέση Φόρμαν».
Η «διαδρομή» της Θέσης


Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης: Η πολιτισμική ιστορία της κβαντικής θεωρίας αποτελεί μια συλλογή προσεκτικά επιλεγμένων άρθρων από τους επιμελητές του τόμου, με στόχο να παρακολουθήσει ο αναγνώστης τη «διαδρομή» της Θέσης Φόρμαν, από την πρώτη δημοσίευσή της ως και την οργισμένη απάντηση του Φόρμαν στους επικριτές του, η οποία για πρώτη φορά δημοσιεύεται στο εν λόγω βιβλίο.
Ως αντιπροσωπευτικά της έντονης κριτικής που ασκήθηκε καθ’ όλη τη «διαδρομή» της θέσης Φόρμαν οι επιμελητές του τόμου έχουν επιλέξει ένα άρθρο του Τζον Χέντρι, στο οποίο υποστηρίζεται ότι μόνο λόγοι εσωτερικοί της Φυσικής οδήγησαν στην απόρριψη της αιτιοκρατίας, και ένα άρθρο του Νoρτονγουάιζ, στο οποίο κριτικάρεται έντονα η εικόνα που δημιουργεί ο Φόρμαν, πως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα επιβλήθηκε στους άβουλους επιστήμονες.
Για να καταλάβουμε τις έντονες κριτικές και αντιδράσεις που προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί ακόμη και σήμερα η Θέση Φόρμαν, να θυμίσουμε ότι πριν από τη δεκαετία του 1960 η επικρατούσα θεώρηση στη Φιλοσοφία της Επιστήμης ήταν ο θετικισμός, ο οποίος αντιλαμβανόταν την επιστήμη ως μια συνεχή και αυτονομημένη από την κοινωνία διαδικασία συσσώρευσης γνώσης. Στο πλαίσιο του θετικισμού, που εν πολλοίς εξακολουθεί να αποτελεί την κυρίαρχη αφήγηση στον χώρο των θετικών επιστημών, ο σκοπός της ιστοριογραφίας των επιστημών είναι να ανασυγκροτήσει ορθολογικά την ιστορία της εκάστοτε επιστήμης και να δοξάσει τις σπουδαίες ιδιοφυΐες που πρόσθεσαν στο σώμα της επιστήμης τις δικές τους επιστημονικές ανακαλύψεις.
Το 1962 όμως ο Τόμας Κουν δημοσιεύει το βιβλίο του Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων, που σηματοδοτεί τη λεγόμενη «ιστορικιστική στροφή». Ο Kουν αντιλαμβάνεται τη διαδικασία της εξέλιξης της επιστημονικής γνώσης όχι ως γραμμική και σωρευτική αλλά ως λαμβάνουσα χώρα με ασυνέχειες, βαθιές τομές και βίαιες ανατροπές (επαναστάσεις), και φέρνει στο προσκήνιο παραμέτρους της επιστημονικής εξέλιξης όπως η φαντασία και η δημιουργικότητα του επιστήμονα, καθώς και το ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό τους πλαίσιο.
Η Θέση Φόρμαν πηγαίνει αυτή τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα, εντάσσοντας πλήρως την επιστημονική δραστηριότητα στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιό της και εγκαινιάζοντας την «κοινωνιολογική στροφή» στην ιστοριογραφία των επιστημών.
Η συνεισφορά του Φόρμαν


Ο κυρίαρχος όμως τρόπος αφήγησης της ιστορίας των επιστημών ξεκινά από την ισχυρή πεποίθηση ότι η επιστήμη είναι μια διαδικασία ανακάλυψης αληθειών σχετικών με τον κόσμο, οι οποίες προϋπάρχουν και βρίσκονται κάπου «εκεί έξω», ενώ οι επιστήμονες είναι ανυστερόβουλοι, απομονωμένοι, σχεδόν εξαϋλωμένοι εξερευνητές της φύσης που, κάνοντας επιστήμη για την επιστήμη, κατορθώνουν να συλλέξουν αυτές τις επιστημονικές αλήθειες και να τις μοιραστούν με τους κοινούς θνητούς.
Και ενώ αποτελεί κοινό τόπο ότι όλες οι υπόλοιπες ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η λογοτεχνία, οι εικαστικές τέχνες, η μουσική, η αρχιτεκτονική, ο κινηματογράφος, η οικονομία, η πολιτική, εμφανίζονται, διαμορφώνονται και εξελίσσονται εντός κοινωνιών, άρα είναι κοινωνικά καθοριζόμενες, επικρατεί η άποψη ότι η επιστημονική δραστηριότητα είναι η μοναδική που δεν υπόκειται σε κοινωνικές επιρροές.
Παρά λοιπόν τις όποιες, τεκμηριωμένες ή μη, κριτικές που μπορεί να ασκηθούν, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί στον Φόρμαν τη σημαντικότητα της Θέσης του και τη συνεισφορά του προς μια ιστοριογραφία των επιστημών πιο διαλεκτική, πιο ανοιχτή, πιο ουσιαστική, πιο πλήρη και τελικά πιο πειστική.
Ο κ. Δημήτρης Τιμπιλής είναι υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ