Δύο μυθιστορηματικές ηρωίδες, η Εζρα και η Λάλε, σήκωσαν το ανάστημά τους, βγήκαν από το βιβλίο που τις περιείχε, προσέφυγαν στη γερμανική Δικαιοσύνη κατά του συγγραφέα τους και πέτυχαν την απαγόρευση κυκλοφορίας του μυθιστορήματος. Ετσι ακριβώς έγινε! Το Πρωτοδικείο του Μονάχου αποδέχθηκε τα ασφαλιστικά μέτρα που είχαν ληφθεί ήδη τον Απρίλιο κατά του μυθιστορήματος του Μάξιμ Μπίλερ, πανκ συγγραφέα και σχολιαστή του πνεύματος των καιρών από τις στήλες της κυριακάτικης «Frankfurter Allgemeine», με τίτλο «Εζρα» (από τις πολύ καλές εκδόσεις της Κολονίας Kiepenheuer & Witsch). Το δικαστήριο επικύρωσε έτσι την πρώτη στα γερμανικά χρονικά απαγόρευση ενός ερωτικού μυθιστορήματος.


Και ναι μεν ο εκδοτικός οίκος θα ασκήσει έφεση, αλλά το ζήτημα είναι ότι και η πρωτοβάθμια αυτή απόφαση του Μονάχου πιστοποιεί μιαν αλλαγή στον τρόπο πρόσληψης και αποδοχής της λογοτεχνίας. Το δικαστήριο δέχθηκε ότι η προστασία της αξιοπρέπειας των δύο κατά κόσμον κυριών προέχει της καλλιτεχνικής ελευθερίας, που τις μετέτρεψε σε δύο κυρίες μυθιστορηματικές. Στα έργα του ο ανήσυχος Μπίλερ, που έχει επανειλημμένα χαρακτηρίσει τη σύγχρονη γερμανική λογοτεχνία «μουρόχαυλη», αντλεί νερό από τα ταραγμένα νερά της σφύζουσας πραγματικότητας. Στο πρόσφατο μυθιστόρημά του «H κόρη» κάνει θέμα την αιμομικτική αγάπη. Σε αυτό το τελευταίο αντλεί πολλά στοιχεία από τον προσωπικό του βίο. Διηγείται λοιπόν την καταδικασμένη σε αποτυχία αγάπη του Αδάμ και της Εζρα. H Εζρα είναι ηθοποιός, της οποίας η καριέρα λήγει άδοξα μετά τη βράβευσή της με το Γερμανικό Βραβείο Κινηματογράφου. Οσο για τη μαμά της Λάλε, αυτή έχει παντρευτεί τρεις φορές και τιμηθεί με το Εναλλακτικό Νομπέλ.


To τρίτο στεφάνι


Και προς τι η κατακραυγή, θα αναρωτηθεί κανείς. Το πρόβλημα είναι ότι λίγο πριν από την έκδοση του βιβλίου η ζωή είχε μιμηθεί ανερυθρίαστα τον λογοτεχνικό μύθο. Ο Μπίλερ διηγείται πολλές λεπτομέρειες από τον πραγματικό δεκαοκτάμηνο δεσμό του με την κόρη – όντως βραβευμένη και στη συνέχεια αποτυχημένη ηθοποιό – της Μπίρζελ Λέμκε – το τρίτο στεφάνι τής το έχει φορέσει Γερμανός -, που το 2000 τιμήθηκε με το Εναλλακτικό Νομπέλ για την αξιοπρόσεκτη εκστρατεία της κατά των πολυεθνικών, οι οποίες τη δεκαετία του ’90 εξήγαγαν χρυσό στη χώρα της με το επικίνδυνο για τον άνθρωπο και το περιβάλλον υδροκυάνιο. Μητέρα και κόρη προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη, η οποία με τη σειρά της αποδέχθηκε ότι οι εκπληκτικές ομοιότητες των μυθιστορηματικών ηρωίδων με τις πραγματικές κυρίες («Ακόμα και μια σιαμαία γάτα που εμφανίζεται στο μυθιστόρημα», αναφέρει το σκεπτικό, «είναι πραγματική».) τις καθιστούν αναγνωρίσιμες στην τουρκική κοινότητα και δυσχεραίνουν τις επαγγελματικές επαφές τους.


Και όμως: το ερωτικό μυθιστόρημα του Μπίλερ δεν έχει σχέση, για παράδειγμα, με τους «Χαρακτήρες» του Λα Μπρυγέρ, τα προσωπογραφικά σκίτσα του οποίου είχαν οδηγήσει στην κυκλοφορία «κλειδιών» για την αναγνώριση των πραγματικών προσώπων της γαλλικής κοινωνίας του δεκάτου εβδόμου αιώνα που κρύβονταν από πίσω τους. Στην περίπτωση Μπίλερ είναι οι δύο κυρίες που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στο μυθιστόρημα, νιώθουν πως παραγνωρίζονται, και με τους δημόσιους ολολυγμούς τους βάζουν στο χέρι της ανυποψίαστης κοινής γνώμης το κλειδί της αναγνώρισής τους.


Το ενδιαφέρον είναι ότι έμμεσα το δικαστήριο δεν αντιμετωπίζει το λογοτεχνικό έργο του Μπίλερ ως αυτό που δηλώνει ότι είναι, δηλαδή ως μυθιστόρημα, αλλά σαν αυτοβιογραφία, οπότε φυσικά ορισμένα χωρία του μπορούν να εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του νόμου, αν θίγουν υπολήψεις ζώντων προσώπων. Συχνά ένας απλός αναγνώστης διαβάζει μια αυτοβιογραφία σαν να ήταν λογοτεχνία, στην περίπτωσή μας η Δικαιοσύνη κάνει ακριβώς το αντίθετο. Τι θα γίνει άραγε στο μέλλον; Ποιος θα καθορίσει τα όρια ανάμεσα στη μυθιστορηματική φαντασία και την πραγματικότητα; Και ποιο ποσοστό ομοιότητας με στην πραγματικότητα θα αρκεί, ώστε να δικαιώνονται από τη Θέμιδα όσοι θα αναγνωρίζουν στα αυριανά μυθιστορήματα τον εαυτό τους και θα θέλουν να το επισημάνουν στους πάντες;


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.