Ολοι και όλες τους γεννήθηκαν το 1964, πράγμα που σημαίνει ότι το 2014 μπαίνουν πλέον στην έκτη δεκαετία της ζωής τους. Για κάποιους το δέχεσαι σχετικά εύκολα (ο Ράσελ Κρόου ανέκαθεν μεγαλόδειχνε), για κάποιους άλλους όμως το ξανασκέφτεσαι: είναι δυνατόν πενηντάρα η Μόνικα Μπελούτσι; Και όμως είναι. Ολοι και όλες τους εξακολουθούν να παραμένουν ενεργοί, κάποιοι όμως μετρούν εδώ και μερικά χρόνια περισσότερες αποτυχίες και λιγότερες επιτυχίες. Ηρθε ο καιρός να αρχίσουν να μετρούν και τις ρυτίδες.
ΜΟΝΙΚΑ ΜΠΕΛΟΥΤΣΙ
Ομορφιά μη αναστρέψιμη

Ολα μπορούν να συμβούν σε αυτή τη ζωή. Ακόμη και να δούμε τη Μόνικα Μπελούτσι σε ρόλο γιαγιάς, ένα από τα πιο… αποκαλυπτικά σημεία της ταινίας «Μια βραδιά στο Σαν Τροπέ» που παίχθηκε το περασμένο καλοκαίρι στις αίθουσες. Αναμφισβήτητα πρόκειται για την πιο όμορφη γιαγιά του κόσμου… Και πάλι όμως, η ζωή της Μόνικα Μπελούτσι, η οποία στις 30 Σεπτεμβρίου του 2014 θα γίνει 50, ανέκαθεν ήταν γεμάτη αλλαγές. Γεννήθηκε στο χωριό Τσιτά ντι Καστέλο της Ιταλίας και αρχικός στόχος της ήταν μια καριέρα στη δικηγορία. Φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Περούτζια, εκμεταλλεύθηκε τις φυσικές χάρες της για το χαρτζιλίκι, δουλεύοντας ως μοντέλο ζωγράφων. Σύντομα κατάλαβε ότι με την κατάλληλη προώθηση θα μπορούσε να γίνει μοντέλο σε γνωστούς οίκους μόδας και το 1988 μετακόμισε σε ένα από τα καταλληλότερα μέρη του κόσμου, το Μιλάνο. Δεν άργησε να τα καταφέρει.

Αναπόφευκτα η ηθοποιία έμελλε να βρεθεί μπροστά της και όντως από τον «Δράκουλα» του Φράνσις Φορντ Κόπολα και μετά πολύς κόσμος άρχισε να την ανακαλύπτει σε ευρωπαϊκές ταινίες όπως η «Συμμορία: Ντόμπερμαν» και η «Αδελφότητα των λύκων».
Σε αυτές συμπρωταγωνιστεί ο πρώην σύντροφός της και πατέρας των δύο παιδιών τους Βενσάν Κασέλ, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1996 στο «Διαμέρισμα στην άκρη της πόλης». Επαιξαν μαζί και στη διασημότερη ταινία της, το «Μη αναστρέψιμος» του Γκασπάρ Νοέ, η οποία έμεινε στην ιστορία για το μεγάλο σε διάρκεια μονοπλάνο του βιασμού της ηρωίδας. Χώρισαν προσφάτως αλλά διατηρούν άψογες σχέσεις.
Η Μπελούτσι έχει παίξει και σε αμερικανικές ταινίες, όπως το «Βασικός ύποπτος για φόνο», αλλά η Ευρώπη ήταν πάντοτε η βάση της. Είναι όμως μια ηθοποιός που πάνω απ’ όλα ο κόσμος ανακάλυπτε ή μήπως ένα πάρα πολύ ωραίο πρόσωπο; Αυτό το ερώτημα δεν έπαψε ποτέ να την απασχολεί. Σε μια παλιά συνέντευξή της η Μπελούτσι είχε πει ότι η ομορφιά μπορεί να γίνει μειονέκτημα μόνο στους ανόητους. «Αν είσαι έξυπνος» είχε συμπληρώσει «μπορείς να εκμεταλλευθείς την ομορφιά σου και να κερδίσεις από αυτήν». Με το «Μη αναστρέψιμος», όπου η Μπελούτσι τσαλάκωσε πολύ βίαια τη θεϊκή ομορφιά της, το απέδειξε. Από τότε έχουν περάσει 12 χρόνια στα οποία η ιταλίδα ηθοποιός δεν έχει να παρουσιάσει πολλά, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει ακόμη τις ανησυχίες της, πράγμα που φάνηκε στην ταινία «Rhino’s Season» του Ιρανού Μπαχμάν Γκομπαντί (των «Μεθυσμένων αλόγων»), όπου υποδύεται έναν ρόλο εντελώς κόντρα σε αυτά στα οποία την έχουμε συνηθίσει, παίζοντας μια ιρανή ταλαιπωρημένη χήρα!

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πλήρες όνομα: Μόνικα Αννα Μαρία Μπελούτσι.
Γεννήθηκε: 30 Σεπτεμβρίου 1964.
Παιδιά: δύο.
Την ξεχωρίσαμε: στον «Δράκουλα» (1992) του Φράνσις Φορντ Κόπολα.
Ρόλος ζωής: Αλεξ – «Μη αναστρέψιμος» (2002) του Γκασπάρ Νοέ.
Οσκαρ: (δεν ήταν ποτέ υποψήφια).
Την περιμένουμε: στο «On the Milky Road» του Εμίρ Κουστουρίτσα.

ΣΑΝΤΡΑ ΜΠΟΥΛΟΚ
Αποκάλυψη στο… Διάστημα
Εχουν περάσει ακριβώς 21 χρόνια από τότε που η Σάντρα Μπούλοκ έπεσε θύμα απαγωγής του Τζεφ Μπρίτζες φέρνοντας σε σημείο απόγνωσης τον σύντροφό της, τον Κίφερ Σάδερλαντ, αποφασισμένο πάση θυσία να τη βρει.
Ολα αυτά στην «Εξαφάνιση» του Τζορτζ Σλούιτζερ, την ταινία στην οποία η 50χρονη τον ερχόμενο Ιούλιο Μπούλοκ έκανε ένα μικρό αλλά πολύ χαρακτηριστικό πέρασμα ανοίγοντας έναν μεγάλο δρόμο μπροστά της. Δύο χρόνια αργότερα θα έπαιζε δίπλα στον Σιλβέστερ Σταλόνε («Demolition man») και το 1994 ο κόσμος θα την ανακάλυπτε πραγματικά, ως οδηγό ενός λεωφορείου που δεν έλεγε με τίποτε να σταματήσει, γιατί αν αυτό γινόταν θα έσκαγε η βόμβα που μετέφερε. Ηταν το «Speed» και εκεί φάνηκε η ισορροπία αυτής της ηθοποιού ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό.
Με το «Speed» η Μπούλοκ έγινε όνομα, αλλά αν εξαιρέσει κανείς ταινίες όπως το «Ενώ εσύ κοιμόσουν» και το «Παγιδευμένοι στο δίκτυο», η αλήθεια είναι ότι δεν φρόντισε ιδιαίτερα τις επιλογές της, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να αναγκαστεί να παίζει σε κωμωδίες του τύπου «Μις με το ζόρι», για να κερδίζει φήμη και χρήμα αλλά όχι αξιοπιστία για το ταλέντο της.
Ωστόσο το ταλέντο υπήρχε και οι ευκαιρίες κάποια στιγμή θα έρχονταν. Ταινίες όπως το «Crash» του Πολ Χάγκις και το «The blind side» (στην Ελλάδα δεν παίχθηκε στις αίθουσες) που της χάρισε το Οσκαρ είχαν πραγματικές ερμηνευτικές απαιτήσεις τις οποίες η Μπούλοκ πληρούσε. Ωστόσο η αποκάλυψη Μπούλοκ έγινε μόλις πέρυσι, όταν έγινε 49 ετών. Και μιλάω για το «Gravity» του Αλφόνσο Κουαρόν, όπου η ηθοποιός υποδύεται στην εντέλεια τη φοβισμένη γιατρό που βρίσκεται χαμένη (κυριολεκτικά) στο Διάστημα μαζί με έναν ψύχραιμο αστροναύτη (Τζορτζ Κλούνεϊ). Ο ρόλος την οδήγησε στις υποψηφιότητες των Χρυσών Σφαιρών και ενδεχομένως να την περιμένει μία ακόμη υποψηφιότητα στα Οσκαρ.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πλήρες όνομα:
Σάντρα Ανέτ Μπούλοκ.
Γεννήθηκε: 26 Ιουλίου 1964, Αρλινγκτον, Βιρτζίνα, ΗΠΑ.
Παιδιά: ένα (υιοθετημένο).
Την ξεχωρίσαμε: στο «Speed» του Γιαν Ντε Μποντ.
Ρόλος ζωής: Ράιαν Στόουν, «Gravity» (2013) του Αλφόνσο Κουαρόν.
Οσκαρ: 1 (α’ γυναικείου ρόλου, «The blind side»).
Την περιμένουμε: στο «Minions» των Κάιλ Μπαλντ – Πιερ Κοφέν (μόνο τη φωνή της).

ΡΑΣΕΛ ΚΡΟΟΥ

Οργισμένο είδωλο

Η πρώτη από τις πέντε ως σήμερα φορές που είδα τον Ράσελ Κρόου από κοντά ήταν στη Ρώμη, το καλοκαίρι του 2000, όταν προωθούσε τον «Μονομάχο» (που τελικά τού χάρισε το Οσκαρ). Η φήμη του «δύσκολου» είχε ήδη αρχίσει να τον ακολουθεί και εκείνη την ημέρα ο Kρόου θύμωσε αρκετές φορές.
Οταν κάποιος δημοσιογράφος ζήτησε πληροφορίες για τη μουσική του, ο νεοζηλανδός ηθοποιός απάντησε: «Δεν συζητώ για μουσική στο πόδι. Ψάξε στο site μου». (Παρεμπιπτόντως, ο Κρόου τσακώθηκε ακόμη και με τα μέλη του πρώην γκρουπ του, 30 Odd Foot of Grunt, το οποίο διέλυσε χωρίς καν να το ανακοινώσει στους μουσικούς!) Τελειώνοντας όμως τη συνέντευξη κάποιος από το δημοσιογραφικό πάνελ ζήτησε να φωτογραφηθεί μαζί του. Περίμενα ότι ο Κρόου θα του έδινε να φάει τη φωτογραφική μηχανή για μεσημεριανό αλλά έπεσα έξω. Οχι μόνο συμφώνησε αλλά πρότεινε και σ’ εμένα (που παρακολουθούσα αμίλητος σε μια γωνιά) να φωτογραφηθούμε. Από τη μία στιγμή στην άλλη η αγένεια είχε δώσει τη θέση της στην ευγένεια.
Ευγενής και φιλικότατος άλλωστε υπήρξε επίσης στο Λος Αντζελες, όπου τον είδα για τελευταία ως σήμερα φορά, με αφορμή τότε τη ναυτική περιπέτεια «Master and Commander, στα πέρατα του κόσμου». Κανένας δεν μπορεί να εξηγήσει πού οφείλεται η μόνιμη επιθετικότητα του νεοζηλανδού ηθοποιού ο οποίος τον Μάρτιο πενηνταρίζει.
Την ώρα που όλοι θαυμάζουν την υποκριτική του –και ως ηθοποιός έχει καταφέρει πολλά με το σπαθί του –τον βλέπουμε να ακυρώνει τον εαυτό του αναδίδοντας μια «χολερική» ανωριμότητα.
Εχει κατηγορήσει τον Τζορτζ Κλούνεϊ, τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τον Χάρισον Φορντ ότι είναι ξεπουλημένοι επειδή παίζουν σε διαφημίσεις, παραλίγο να σπάσει στο ξύλο τον παραγωγό της τηλεοπτικής κάλυψης των βραβείων BAFTA επειδή τόλμησε να «κόψει» στη μέση ένα highlight της εκδήλωσης όπου ο Κρόου διάβαζε ένα ποίημα. Εχει βαρέσει με τηλέφωνο στο κεφάλι γκρουμ ξενοδοχείου και έρθει στα χέρια ακόμη και με τον προσωπικό σωματοφύλακά του.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πλήρες όνομα: Ράσελ Αϊρα Κρόου.
Γεννήθηκε: 7 Απριλίου 1964, Γουέλινγκτον, Νέα Ζηλανδία.
Παιδιά: δύο.
Τον ξεχωρίσαμε: στο «Λος Αντζελες: Εμπιστευτικό» (1997) του Κέρτις Χάνσον.
Ρόλος ζωής: Μάξιμος – «Μονομάχος» (2000) του Ρίντλεϊ Σκοτ.
Οσκαρ: 1 (α’ ανδρικού ρόλου, «Μονομάχος»).
Τον περιμένουμε: στο «Νόε» του Ντάρεν Αρονόφσκι και στο «Winter’s Tale» του Ακίβα Γκόλντσμαν.

ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΕΪΤΖ

Η πτώση και η ανάσταση

Με ταινίες όπως οι δύο «Ghost Rider», το «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι», το «Trespass», το «Κυνήγι των μαγισσών» και το «The scorcerer’s apprentice», εύλογο είναι ο Νίκολας Κέιτζ να έχει χάσει αυτό που είχε κερδίσει το 1994 υποδυόμενος σε μια ανεπανάληπτη ερμηνεία τον αλκοολικό στην ταινία «Αφήνοντας το Λας Βέγκας». Και δεν εννοώ το Οσκαρ αλλά την εκτίμηση για την τέχνη του.
Οσο και αν προσπαθήσει κανείς να εντοπίσει κάτι θετικό σε όλες τις τελευταίες ερμηνείες του, κάτι άξιο λόγου στην παρουσία του, κάτι που τέλος πάντων θα δικαιολογούσε τον λόγο για τον οποίο βρίσκεται σε αυτές τις ταινίες, θα μείνει άπραγος. Με το μουτρωμένο ύφος του ανθρώπου που δεν συμφωνεί με το λίφτινγκ του, μασώντας τα λόγια του σαν ψευδός Ελβις Πρίσλεϊ και με περουκίνια που δεν θα ζήλευε ούτε ο Μπαρτ Ρέινολντς, ο Κέιτζ περιφερόταν από ταινία σε ταινία προκαλώντας αυτό που έχεις την αίσθηση ότι θέλει ο ίδιος να κάνει: χασμουρητά.
Ολα έχουν φυσικά την εξήγησή τους. Ο φόβος του γήρατος δεν αποτελεί μάστιγα των γυναικών του Χόλιγουντ αλλά και των αντρών. Διανύοντας τη δεκαετία των 40 ο Νίκολας Κέιτζ δεν ήταν πλέον νέος αλλά αναζητούσε νέο κοινό.
Ταινίες όπως τα «Ghost Rider» απευθύνονται κυρίως σε πιτσιρικάδες, αλλά το άγχος του ηθοποιού να είναι μέσα στα πράγματα και να είναι νέος ανάμεσα στους νέους είχε τα τραγελαφικά αποτελέσματα που βλέπαμε όλα αυτά τα χρόνια. Ο Κέιτζ δεν σου έδινε την αίσθηση ότι έπαιζε αλλά ότι παλιμπαίδιζε.
Και αυτό ακριβώς δεν έκανε στο «Τζο», μία από τις τελευταίες ταινίες του, η οποία απέσπασε πολύ καλές κριτικές στο τελευταίο Φεστιβάλ Βενετίας. Τζο λέγεται ο ήρωας που ο Κέιτζ υποδύεται στην ταινία του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, όπου τον βλέπουμε κυριολεκτικά μεταμορφωμένο σε κανονικό… άνθρωπο να υποδύεται τον πρώην φυλακισμένο που εργάζεται πλέον στα δάση του Τέξας και δουλειά του είναι η καταστροφή δέντρων. Ενας άνθρωπος που παρ’ ότι δεν πάει γυρεύοντας κρύβει οργή μέσα του, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να ξεσπάσει. Επιτέλους και πάλι ένας ρόλος. Ανάσταση!
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πλήρες όνομα: Νίκολας Κιμ Κόπολα.
Γεννήθηκε: 7 Ιανουαρίου 1964, Λονγκ Μπιτς, Καλιφόρνια.
Παιδιά: δύο (το όνομα του δεύτερου παιδιού του είναι Καλ Ελ, που είναι το πραγματικό όνομα του Σούπερμαν).
Τον ξεχωρίσαμε: στο «Cotton Club» του (θείου του) Φράνσις Φορντ Κόπολα.
Οσκαρ: 1 (α’ ανδρικού ρόλου, «Αφήνοντας το Λας Βέγκας»).
Ρόλος ζωής: Μπεν Σάντερσον – «Αφήνοντας το Λας Βέγκας» του Μάικ Φίγκις.
Τον περιμένουμε: στο «Τζο» του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν, στο «Left behind» του Βικ Αρμστρονγκ και στο «Outcast» του Νικ Πάουελ.

ΚΙΑΝΟΥ ΡΙΒΣ

Στη σκιά του «Matrix»

Πολλοί αναρωτιούνται ακόμη και σήμερα για την καταγωγή του Κιάνου Ριβς. Είναι λίγο μπερδεμένη υπόθεση. Ο πατέρας του ήταν κατά το ήμισυ Κινέζος και κατά το υπόλοιπο Χαβανέζος, η μητέρα του Αγγλίδα και ο ίδιος γεννήθηκε στη… Βηρυτό του Λιβάνου, για να μεγαλώσει στο Τορόντο του Καναδά, μαζί με τον πατριό του που είναι… Καναδός!

Το όνομά του σημαίνει στα χαβανέζικα «ψυχρό αεράκι επάνω από τα βουνά» και το πήρε από κάποιον θείο του. Ο Ριβς ήταν κακός μαθητής, εκδιώχθηκε από τέσσερα γυμνάσια, προτού τελικά παρατήσει το σχολείο για να γίνει ηθοποιός, μια ανάγκη που γεννήθηκε μέσα του στα 18 του.
Στο Τορόντο πάντοτε, βρήκε αρχικά δουλειά σε θέατρα δήμων, μικρούς τηλεοπτικούς σταθμούς και διαφημίσεις (εμφανίζεται σε μια παλιά της Coca-Cola), παίρνοντας ταυτόχρονα μαθήματα υποκριτικής. Δεκαεννέα χρονών, μπήκε στη Βόλβο του και πήγε στο Λος Αντζελες, όπου και μένει από τότε. Χρειάστηκε να περιμένει αρκετά χρόνια ως το «Speed», την ταινία που θα τον έκανε σουπερστάρ, και λίγα ακόμη για να γίνει παγκόσμιο φαινόμενο έχοντας παίξει στην τριλογία του «Μatrix» (1999-2003), μια εξαιρετικά εντυπωσιακή στυλιστική ασυναρτησία που άγγιξε εκατομμύρια θεατές. Μετά την τρίτη ταινία της σειράς όμως, το «Matrix Revolutions», ο Ριβς φάνηκε να χάνει τον προσανατολισμό του με ταινίες που δεν είχαν τίποτε να πουν.
Αλλά και αυτός δηλώνει επιστροφή αυτή την εποχή με τους «47 Ronin», μια περιπέτεια-σαμουράι που ακολουθεί το «Man of Tai Chi», το οποίο σκηνοθέτησε ο ίδιος αλλά δεν βρήκε ποτέ διανομή στην Ελλάδα.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Πλήρες όνομα: Κιάνου Τσαρλς Ριβς.
Γεννήθηκε: 2 Σεπτεμβρίου 1964, Βηρυτός, Λίβανος.
Παιδιά:
Τον ξεχωρίσαμε: στο «Δικό μου Αϊντάχο» του Γκας Βαν Σαντ.
Ρόλος ζωής: Νίο – «The Matrix» των αδελφών Γουατσόφσκι.
Οσκαρ: (δεν ήταν ποτέ υποψήφιος)
Τον περιμένουμε: από τις 25 Δεκεμβρίου παίζεται το «47 Ronin» του Καρλ Ριντς στις αίθουσες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ