Πώς να πιάσουμε την καλή
Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης περιοδεύουν με «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη και μιλούν για το… εθνικό χόμπι της ήσσονος προσπαθείας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης είναι συνομήλικοι και φίλοι. Στο «Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη ερμηνεύουν τον Κόλλια και τον Φώντα σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη. Με τους ήρωές τους έρχονται να επιβεβαιώσουν το επίκαιρο του έργου που ανέβηκε το 1972 (Θέατρο Τέχνης – Κάρολος Κουν). Ισως γιατί το όνειρο «να πιάσουμε την καλή» παραμένει ζωντανό.
«»Το τάβλι» αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα του νεοελληνικού ρεπερτορίου» λέει ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης θυμίζει: «Ολοι οι άνδρες ηθοποιοί έχουμε ιδιαίτερη σχέση με το έργο, από τη σχολή ακόμα. Δύο Ελληνες, συμπαθείς μεν, αλλά λαμόγια, ανόητοι και αφελείς, στα όρια της βλακείας». Και πάνω απ’ όλα «ο λόγος του Κεχαΐδη».
Ποιοι είναι οι ήρωές σας;
Γ.Σ.: «Με κάποιον τρόπο ο ένας συμπληρώνει τον άλλον. Μοιράζονται το ίδιο όνειρο από διαφορετικές πλευρές. Δύο χαρακτήρες, άσπρο-μαύρο, που εναλλάσσονται, και δεν μπορούν να υπάρξουν ο ένας χωρίς τον άλλον».
Ι.Μ.: «Αλλωστε ακόμα και ο πιο αφελής δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Υπάρχει μια αλληλεξάρτηση και, εν σπέρματι, μια σχέση αναγκαστικής συνύπαρξης, σχεδόν μπεκετικής».
Το «να πιάσουμε την καλή» εξακολουθεί να ισχύει;
Ι.Μ.: «Είναι εθνικό χόμπι».
Γ.Σ.: «Δεν είμαι σίγουρος ότι ισχύει μόνον για τον Ελληνα. Το βλέπω και σε άλλες χώρες. Το όνειρο του να πετύχεις κάτι καταβάλλοντας τον λιγότερο δυνατό κόπο είναι ίδιον του ανθρώπου».
Ι.Μ.: «Απλώς εμείς το έχουμε αναγάγει σε επιστήμη».
Αλλαξε κάτι από τότε που γράφτηκε το έργο;
Γ.Σ.: «Δεν νομίζω. Θυμάμαι, στα πρώτα χρόνια της κρίσης, άκουγα γύρω μου ότι «η κρίση είναι ευκαιρία για να κάνεις περιουσία, να πιάσεις την καλή»».
Ι.Μ.: «Ειδικά με τους μετανάστες. Τόσες μπίζνες δεν έχουν γίνει με τις ΜΚΟ; Υπάρχουν άνθρωποι που από το Μεταναστευτικό βγάζουν λεφτά. Κάτι τέτοιο κάνει κι ο Φώντας. Είναι τρομερό αυτό που λέει: «Θέλεις να εκμεταλλευτείς έναν άνθρωπο; Βοήθησέ τον»».
Τι σκέφτεστε για τα σποτ με ηθοποιούς επί πανδημίας;
Ι.Μ.: «Εχω μια απορία. Αφού όλος ο κύκλος εργασιών για τα σποτ πληρώνεται – και καλά κάνει -, γιατί οι ηθοποιοί πρέπει να είναι οι μόνοι που δεν αμείβονται; Πας ποτέ σε ένα εστιατόριο να ζητήσεις φαγητό τζάμπα;».
Γ.Σ.: «Και που δεν πληρώθηκαν, πάλι τους χρέωσαν ότι ήταν πολιτική επιλογή και δεν έπρεπε να την κάνουν. Δεν τους πιάνεις από πουθενά».
Ι.Μ.: «Αυτοί που διαμαρτύρονται, αν τους το είχαν προτείνει, θα το έκαναν. Σου ζητάνε να κάνεις κάτι σε μια κρίσιμη στιγμή αφιλοκερδώς και, πολύ σωστά, το κάνεις».
Πόσο πιστοί στον θεατρικό σας δρόμο έχετε παραμείνει;
Γ.Σ.: «Μπορώ να πω ότι είμαι πολύ κοντά σε αυτό που σκεφτόμουν όταν ξεκινούσα. Αλλά από τότε δεν άφησα ποτέ το τσεκάρισμα του εαυτού μου. Πρέπει να τον περνάς συστηματικά ΚΤΕΟ, να θυμάσαι τι ήταν αυτό που σε έκανε να γίνεις ηθοποιός, να μη χάνεσαι. Συμβιβασμούς κάνεις, συνεχώς, αλλά κοιτάς να έχουν τις μικρότερες απώλειες, κι αν λοξοδρομήσεις, να επανέλθεις».
Ι.Μ.: «Σε ό,τι με αφορά, θα έλεγα ότι είμαι πολύ κοντά και πολύ μακριά ταυτόχρονα. Αυτό που έζησα είναι το καλό σενάριο – φανταζόμουν λιγότερα όταν ήμουν πραγματιστής και περισσότερα όταν ήμουν αιθεροβάμων. Οχι με την έννοια της ματαιοδοξίας, αλλά του ανοίγματος της δουλειάς σε άλλους ορίζοντες – ως ηθοποιός πάντα. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα».
Και οι «Αγαμοι θύται»;
Ι.Μ.: «Οι «Αγαμοι» ήρθαν δέκα χρόνια μετά, μια συγκεκριμένη, ελεγχόμενη επιλογή. Δεν ήταν στους αρχικούς σχεδιασμούς. Μου άνοιξαν πόρτες. Ηθελα όμως να το διατηρήσω σε ένα επίπεδο πάρεργου για να μην αποκλείσει τα υπόλοιπα, θεατρικά και κινηματογραφικά. Γιατί από πλευράς δημοσιότητας και οικονομικών ήταν πιο αποδοτικό. Προστάτευσα όμως και τον εαυτό μου και τη δουλειά μου».
Τηλεόραση: Κέρδη και ζημίες;
Ι.Μ.: «Εκεί είναι πιο δύσκολα, γιατί μπορεί να διολισθήσεις ακόμα κι αν δεν φταις. Στο θέατρο και τον κινηματογράφο δεν έχω παραβεί ποτέ τον λόγο για τον οποίο έκανα μια δουλειά».
Γ.Σ.: «Εγώ έκανα και πράγματα κόντρα. Οταν ήμουν στο Αμόρε έπαιζα στο «Καφέ της Χαράς» και το έζησα αρνητικά, εντός θεάτρου».
Ι.Μ.: «Υπάρχει και μια προκατάληψη. Αυτό το κλισέ περί ποιοτικού και εμπορικού, περί ορίων. Ο καθένας μας έχει τα όριά του, τα καθορίζει με τη στάση του. Στην τηλεόραση, αν δουλέψεις με την ίδια ευθύνη, τα πράγματα θα είναι καθαρά».
Σας φοβίζει ο χειμώνας που έρχεται;
Γ.Σ.: «Βαδίζουμε σε άγνωστα τοπία – δεν μπορούμε να προβλέψουμε τη συμπεριφορά του κόσμου στους κλειστούς χώρους. Ερχόμαστε και από μια όχι ιδιαίτερα καλή για το θέατρο διετία, οπότε τα πράγματα δυσκολεύουν».
Ι.Μ.: «Πέρα από τις οδηγίες, υπάρχει και ο φόβος των ανθρώπων, ένας φόβος δικαιολογημένος».
Τάβλι παίζετε;
Γ.Σ.: «Ταβλαδόρος στη ζωή είναι ο Ιεροκλής, στην παράσταση, εγώ. Αλλά στην πραγματικότητα δεν παίζω, κι έχω άγχος μην προδοθώ στη σκηνή».
Είστε αισιόδοξοι από τη σημερινή πολιτική κατάσταση;
Ι.Μ.: «Ναι, νομίζω πως είμαι θετικός. Κυρίως γιατί δεν έχουμε εναλλακτικές – ήμουν πολύ ανήσυχος τα προηγούμενα χρόνια και εξακολουθώ να είμαι γιατί σε βάθος έχουμε σοβαρά προβλήματα. Παρατηρώ και μια υπεραισιοδοξία, από ανθρώπους μάλιστα που είχαν τελείως διαφορετική θέση προ διετίας, κι αυτό με ενοχλεί. Θέλει περισσότερη κριτική στάση. Είναι πολύ δύσκολη δουλειά να είσαι ενεργός πολίτης με καθαρή άποψη. Το προσπαθώ…».
Γ.Σ.: «Εγώ είμαι φύσει απαισιόδοξος άνθρωπος αλλά μπορώ να πω ότι το μόνο αισιόδοξο που βλέπω είναι ότι έχουμε σταματήσει λίγο να λειτουργούμε διχαστικά και λειτουργούμε λίγο πιο συναινετικά».
Ι.Μ.: «Εγώ είμαι πλήρως απογοητευμένος από αυτή τη συμπεριφορά, επειδή στα νιάτα μας υπήρξαμε αριστεροί. Το πολωτικό και διχαστικό κλίμα με εξόργισε. Το θεωρούσα επικίνδυνο. Ημουν έξαλλος με το δημοψήφισμα του ’15. Γιατί εμείς του «Ναι» φάγαμε πολύ μπούλινγκ -θεωρηθήκαμε προδότες, γερμανοτσολιάδες. Κι όταν αποδείχτηκε τι ήταν αυτό το δημοψήφισμα, κανείς δεν ζήτησε συγγνώμη».
Γ.Σ.: «Κι εγώ που ήμουνα του «Οχι» με ενοχλούσε το μπούλινγκ στους «Ναι». Πάντα με ενοχλούσε αυτός ο διχασμός. Και τώρα που μιλάω για συναίνεση, κάποιοι φίλοι θα ενοχληθούν – συναίνεση με τους δεξιούς».
Ι.Μ.: «Δεν έχει σημασία σε ποια πλευρά ανήκουν. Ηλίθιοι και άχρηστοι υπάρχουν κι από εδώ κι από κει».
Ησασταν ή γίνατε φίλοι;
Ι.Μ.: «Πρωτοδουλέψαμε στα «Αξύριστα πιγούνια». Γνωριζόμασταν, με κοινές παρέες, κοινούς φίλους. Μου αρέσει ο τρόπος που παίζει ο Γεράσιμος, ήμουν και είμαι θαυμαστής του».
Γ.Σ.: «Αμοιβαίο».
Ι.Μ.: «Επρεπε να συναντηθούμε. Δύσκολα θα συγκρουστούμε μεταξύ μας. Οταν βρίσκομαι με ανθρώπους όπως ο Γεράσιμος είμαι κι εγώ ήπιος. Εχω όμως εκρήξεις, σπανίως και υπό ειδικές συνθήκες».
Γ.Σ.: «Πράγματι, είμαι ήπιος άνθρωπος. Με τον Ιεροκλή έχουμε χημεία, κοινό υποκριτικό κώδικα. Κι έτσι χαίρεσαι την παράσταση».
Ι.Μ.: «Εχουμε κοινή αντίληψη για το τι είναι παίξιμο. Είναι πολύ ευαίσθητος όταν παίζει ο Γεράσιμος, με λεπτές αποχρώσεις, χωρίς εξωστρέφειες – μ’ αρέσει αυτό. Μάλιστα ένας κριτικός μάς έγραψε ότι είμαστε και οι δύο της σχολής τού τίποτα, κάτι που εμείς θεωρούσαμε προσόν…»
Περιοδεία: 25/8 Ρέθυμνο (θέατρο Ερωφίλη – Φρούριο Φορτέτζας), 26/8 Χανιά (Θέατρο Ανατολικής Τάφρου), 27-28/8 Ηράκλειο (Τεχνόπολις park), 31/8-1/9 Θεσσαλονίκη (Θέατρο Κήπου), 2/9 Βέροια (θερινό Κινηματοθέατρο Σταρ), 3/9 Βόλος (Cine-Εξωραϊστική), 6/9 Πειραιάς (Βεάκειο)

