Τον Οκτώβριο του 1918 η συντακτική επιτροπή για τα διδακτικά βιβλία ενέκρινε «Τα ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου ως αναγνωστικό για την Γ’ Δημοτικού. Το βιβλίο, ακολουθώντας μια παρέα μαθητών που περνούσε τις θερινές διακοπές της στο βουνό, παρέδιδε μαθήματα φυσιολατρίας και αφύπνιζε οικολογικά τα παιδιά σε μια εποχή που η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος δεν απασχολούσε ιδιαίτερα την κοινή γνώμη, και που οποιαδήποτε κουβέντα για κλιματική αλλαγή (για αυτά δηλαδή που ζούμε σήμερα) πιθανώς θα αντιμετωπιζόταν ως ιστορία επιστημονικής φαντασίας.

Είκοσι χρόνια μετά τα πρωτοποριακά γραπτά του Παπαντωνίου, το 1938, το πιο ψηλό από τα ψηλά βουνά μας, ο Ολυμπος, γινόταν ο πρώτος εθνικός δρυμός της Ελλάδας. Διά της εκπαιδεύσεως και διά της νομοθεσίας η Πολιτεία είχε σιγά-σιγά ξεκινήσει, ήδη πριν από έναν αιώνα, την προσπάθεια για να ενημερώσει/αφυπνίσει τις γενιές του μέλλοντος και να προστατεύσει τον φυσικό θησαυρό της χώρας μας, τα δάση και τις θάλασσές της.

Τι έχει γίνει από τότε μέχρι σήμερα; Οπως όλοι γνωρίζουμε, η εφαρμογή των πράσινων πολιτικών στην Ελλάδα ήταν και είναι ένα θέμα πικρό και στενάχωρο, ένας διαρκής αγώνας απέναντι σε συμφέροντα, παρανομίες και σκουριασμένες αντιλήψεις. Δυστυχώς την ανάγκη προστασίας του δάσους, ακόμα και σήμερα, τη θυμόμαστε περιστασιακά, κάθε φορά που μια πυρκαγιά σκορπίζει γύρω της την καταστροφή.

Η πρόσφατη φωτιά στο Εθνικό Πάρκο του δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, μιας από τις σημαντικότερες προστατευόμενες περιοχές σε εθνικό αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήρθε και πάλι για να επιβεβαιώσει με δραματικό τρόπο πως κάτι δεν κάνουμε καλά. Και για να μας θυμίσει πως η οριοθέτηση Εθνικών Δρυμών και Εθνικών Πάρκων δεν είναι σε καμία περίπτωση η λύση στο πρόβλημα αν ταυτόχρονα δεν λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία τους. Αν δεν δείξουμε όλοι έμπρακτο ενδιαφέρον.

Συγκέντρωση πελεκάνων στο Δέλτα του Εβρου, μια περιοχή με εξαιρετικά πλούσια πανίδα (shutterstock)

Από τον Ολυμπο ως το Σούνιο

Ποιοι όμως από εμάς γνωρίζουν τι ακριβώς σημαίνει εθνικός δρυμός και πόσους εθνικούς δρυμούς διαθέτει η Ελλάδα; Με λίγα λόγια, ο όρος αφορά τις φυσικές περιοχές που έχουν ιδιαίτερη οικολογική σημασία για πολλούς και διάφορους λόγους: Για τη σπανιότητα και την ποικιλομορφία της χλωρίδας και πανίδας τους, για τους γεωμορφολογικούς σχηματισμούς τους, για το πλούσιο υπέδαφός τους, για τον υδροφόρο ορίζοντά τους κ.λπ.

Οπως ήδη γράψαμε, πρώτος εθνικός δρυμός της Ελλάδας ανακηρύχθηκε το 1938 ο Ολυμπος. Λίγους μήνες μετά θεσμοθετήθηκε και ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού. Ο Εθνικός Δρυμός Ολύμπου, σύμφωνα με τον Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου, «χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία τύπων βλάστησης λόγω του έντονου ανάγλυφου, της μικρής απόστασης από τη θάλασσα και των πολλών μικροπεριβαλλόντων που υπάρχουν». Χωρίζεται σε μεγάλες ζώνες βλάστησης, τη Ζώνη των αείφυλλων πλατύφυλλων, τη Ζώνη των δασών οξιάς, ελάτης και ορεινών κωνοφόρων, τη Ζώνη ψυχρόβιων κωνοφόρων και τα Ανωδασικά λιβάδια υψηλών ορέων, ενώ κατά μήκος των φαραγγιών του εμφανίζονται Αζωνικά δάση. Εξαιρετικά πλούσια θεωρείται και η πανίδα του, καθώς το πληθωρικό βουνό είναι καταφύγιο περισσότερων από 30 ειδών θηλαστικών και 100 ειδών πτηνών. Ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού πάλι, έχει έκταση 36.000 στρέμματα και διαθέτει επίσης σημαντική βιοποικιλότητα. Φιλοξενεί μεταξύ άλλων, αλεπούδες, λύκους, κουνάβια, αγριογούρουνα, αετούς και γεράκια.

Το 1961 ήρθε η σειρά της Αττικής και της πρωτεύουσας να αποκτήσουν τον δικό τους πιστοποιημένο φυσικό παράδεισο με τη θεσμοθέτηση του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας. Ακολούθησαν το 1962 ο Εθνικός Δρυμός Σαμαριάς στην Κρήτη και ο Εθνικός Δρυμός Αίνου Κεφαλληνίας, το 1966 ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου και ο Εθνικός Δρυμός Οίτης, το 1973 ο Εθνικός Δρυμός Βίκου – Αώου και το 1974 ο Εθνικός Δρυμός Πρεσπών και ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου.

Τα ελάφια είναι οι πιο χαριτωμένοι και αγαπητοί στους εκδρομείς κάτοικοι της Πάρνηθας

Τα θαλάσσια πάρκα

Στις 16 Μαΐου 1992 ιδρύθηκε με προεδρικό διάταγμα το πρώτο θαλάσσιο πάρκο της Ελλάδας. Πρόκειται για το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου Βορείων Σποράδων, το οποίο ακόμα και σήμερα παραμένει η μεγαλύτερη προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, με έκταση περίπου 2.220 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Το Πάρκο περιλαμβάνει τις νήσους Αλόννησο, Περιστέρα, Κυρά Παναγιά, Ψαθούρα, Πιπέρι, Σκάτζουρα και Γιούρα και 22 βραχονησίδες. Διασημότερη κάτοικος της περιοχής είναι βεβαίως η φώκια Monachus monachus, ένα από τα πιο απειλούμενα αυτή τη στιγμή ζώα της Ευρώπης. Σύμφωνα με τους ειδικούς στη χώρα μας ζουν τα 2/3 του συνολικού πληθυσμού της. Ενα ακόμα θαλάσσιο πάρκο της χώρας μας είναι το Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου, το οποίο ιδρύθηκε το 1999. Εδώ ζει και προστατεύεται ένα άλλο ευάλωτο είδος θαλάσσιας ζωής, η χελώνα Caretta caretta.

Τα Εθνικά Πάρκα

Εκτός από τους Εθνικούς Δρυμούς (οι οποίοι περιλαμβάνουν εκτεταμένες δασικές περιοχές, και αυτό τους διαχωρίζει από τα πάρκα) και τα θαλάσσια πάρκα, η Ελλάδα διαθέτει και Εθνικά Πάρκα. Το πρώτο εξ αυτών ιδρύθηκε το 2000 και είναι το Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα. Ακολούθως προστατευόμενα Εθνικά Πάρκα ανακηρύχθηκαν ο Υγρότοπος λιμνών Κορώνειας, Βόλβης και Μακεδονικών Τεμπών, η Βόρεια Πίνδος, οι Λιμνοθάλασσες Μεσολογγίου – Αιτωλικού, το Δάσος Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, η Λίμνη Κερκίνη, το Δέλτα του Εβρου, οι υγρότοποι του Αμβρακικού, η περιοχή του Νέστου, τα Τζουμέρκα, οι υγρότοποι Κοτυχίου Στροφυλιάς, το Δέλτα Αξιού, Λουδία και Αλιάκμονα, οι Πρέσπες, η Οροσειρά της Ροδόπης και το Γεωπάρκο Χελμού -Βουραϊκού. Εδώ και δεκαετίες ο νόμος προβλέπει εκτός από Εθνικούς Δρυμούς και την προστασία περιοχών που χαρακτηρίζονται Αισθητικά Δάση καθώς και περιοχών που χαρακτηρίζονται Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης. Αισθητικά Δάση χαρακτηρίζονται μεταξύ άλλων το Δάσος Καισαριανής Αττικής, το Φοινικόδασος Βάι Λασιθίου, ο Πευκιάς στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, το Δάσος Στενής Εύβοιας, το Περιαστικό Δάσος Ιωαννίνων, το Παραλιακό Δάσος Νικοπόλεως – Μύτικα, το Δρυοδάσος Κουρί – Αλμυρού Μαγνησίας, η Κοιλάδα των Τεμπών και άλλα.

Η νησίδα του Αγίου Αχιλλείου και ο ομώνυμος οικισμός στη Μικρή Πρέσπα (shutterstock)

Οι φοβερές καταστροφές

Οπως επιβεβαιώνει και η πρόσφατη ιστορία της κατακαμένης χώρας μας, εύκολα θεσμοθετείς μια περιοχή ως Εθνικό Δρυμό, Αισθητικό Δάσος ή ό,τι άλλο, δύσκολα όμως την προστατεύεις από τους κινδύνους που ελλοχεύουν, με κυριότερο εκείνο της πυρκαγιάς κατά τους καλοκαιρινούς κυρίως μήνες. Οι καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες παρά τα μεγάλα λόγια στην πραγματικότητα δεν υπάρχει σχέδιο φύλαξης των δασών μας επανέρχονται εδώ και χρόνια από οικολογικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται και εδώ καθώς και από τους αρμόδιους επιστήμονες. Δυστυχώς επιβεβαιώνονται ξανά και ξανά, με τις μεγάλες καταστροφές που έχουν πλήξει τη χώρα τα τελευταία χρόνια. Με πυρκαγιές σαν αυτές που ξέσπασαν στη Σάμο και στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας το 2000, στην Ηλεία, στη Λακωνία, στην Εύβοια και στην Πάρνηθα το 2007, στη Ρόδο το 2008, στο Σέσι, στο Ντράφι, στην Παλαιά Πεντέλη και στην Παλλήνη Αττικής το 2009, στον Νέο Βουτζά και στο Μάτι το 2018, στη Βόρεια Εύβοια, στη Βαρυμπόμπη και στη Μάνη το 2021. Πρόκειται για πυρκαγιές που όπως όλοι θυμόμαστε σε κάποιες περιπτώσεις άφησαν πίσω τους, εκτός από καμένα δέντρα και καμένα ζώα, δεκάδες νεκρούς.

Το δάσος της Φολόης μοιάζει να βγαίνει από παραμύθι, «ντυμένο» στο πορτοκαλί του φθινοπώρου

Η φωτιά στη Δαδιά και κάποια καλά νέα

Μια από τις πιο πρόσφατες και πιο δραματικές πυρκαγιές ήταν βεβαίως αυτή που ξέσπασε προ εβδομάδων στο δάσος της Δαδιάς. Στο πανέμορφο και ιδιαίτερα σημαντικό οικοσύστημα όπου μεταξύ άλλων συναντώνται τρία από τα τέσσερα είδη γύπα της Ευρώπης, ενώ φιλοξενείται και η μοναδική αποικία Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια. Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα και από δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης από το Post Fire Biodiversity Recovery Hub του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ), η συνολική πληγείσα περιοχή από τη μεγάλη φωτιά έφτασε στα 45.412 στρέμματα. Από αυτά, τα 4.590 στρέμματα κάηκαν στην περιοχή όπου ζει ο μαυρόγυπας. Η καταστροφή είναι σημαντική, όμως υπάρχουν και κάποια καλά νέα, όσο καλά μπορεί να είναι τα νέα που ακολουθούν μια πυρκαγιά. Οπως ανακοινώθηκε, «το υψηλό ποσοστό (50% της πληγείσας περιοχής) από άκαυτες νησίδες και χαμηλής/μέτριας σφοδρότητας πυρκαγιάς αφήνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και των σπάνιων αρπακτικών και πτωματοφάγων ειδών στην περιοχή. Ο ΟΦΥΠΕΚΑ ήδη καταρτίζει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταπυρικής αποκατάστασης της περιοχής το οποίο αναμένεται να αρχίσει να υλοποιείται τις επόμενες ημέρες. Τα αποτελέσματα της χαρτογράφησης θα επαληθευτούν και θα εμπλουτιστούν ως προς τη θεματική τους πληροφορία από εκτεταμένες εργασίες πεδίου». Την ίδια στιγμή οι πρώτες φωτογραφίες από τον τόπο της πυρκαγιάς έδειχναν τα άγρια πουλιά που είχαν φύγει τρομαγμένα να επιστρέφουν και πάλι στο μέρος που θεωρούν σπίτι τους. Η φύση για άλλη μία φορά κάνει και θα συνεχίσει να κάνει ό,τι μπορεί για να διορθώσει το κακό, για να γιατρέψει τις πληγές της. Το θέμα είναι τι θα κάνει ο άνθρωπος για να μειώσει όσο γίνεται περισσότερο τις πιθανότητες άλλων τέτοιων καταστροφών. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η συνολική αλλαγή στο δόγμα της πολιτικής προστασίας στις δασικές περιοχές που εκτείνονται από τον Εβρο και τη Δαδιά ως την Κρήτη κρίνεται πλέον αναγκαία. Εναν αιώνα μετά τα «Ψηλά βουνά» του Παπαντωνίου (όπου οι μαθητές της δεκαετίας του 1920 μάθαιναν μεταξύ άλλων για τη δασοπροστασία και τον ρόλο των δασοφυλάκων, για τη σημασία των υδάτινων πόρων, για την παράνομη υλοτομία, για τον σεβασμό και την αγάπη προς τα ζώα, κ.λπ.) η καλλιέργεια/διάδοση της οικολογικής συνείδησης για την προστασία των φυσικών πόρων εξακολουθεί να αποτελεί μονόδρομο για τον σύγχρονο άνθρωπο, για τον σύγχρονο Ελληνα. Εναν αιώνα μετά τα «Ψηλά βουνά», τα ψηλά βουνά της Ελλάδας και τα δάση τους, κακοποιημένα, ρυπασμένα και επιβαρυμένα από την κακομεταχείριση αιώνων, περιμένουν επιτέλους την (πιο συστηματική και συνειδητοποιημένη) φροντίδα μας. Τα περιθώρια για τη σωτηρία τους γίνονται όλο και πιο στενά, η επόμενη πυρκαγιά μπορεί να ξεσπάσει από λεπτό σε λεπτό και οι συνέπειές της να είναι ανυπολόγιστες.