ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ: Άγγελος Σκορδάς
ΓΡΑΦΟΥΝ: Ανδρέας Αγγελόπουλος, Βελίκα Καραβάλτσιου, Μαρία Κρουστάλη, Πέτρος Κωνσταντινίδης,Παναγιώτης Σωτήρης, Γιώργος Φωκιανός

Η αποκάλυψη των «New York Times» για τη χορήγηση άδειας από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στην εταιρεία Intellexa για την εξαγωγή προς τη Μαδαγασκάρη του λογισμικού Predator πρόσθεσε ακόμη μία διάσταση στο σκάνδαλο των υποκλοπών.

Μετά τη δημοσίευση του άρθρου στις 8 Δεκεμβρίου, οι ελληνικές αρχές τηρούν σιγήν ιχθύος, με το ΥΠΕΞ να γνωστοποιεί μόνο την από τις 16 Νοεμβρίου διαταγή διενέργειας ένορκης διοικητικής εξέτασης (ΕΔΕ) για τη χορήγηση της άδειας.

Σκοπός της ΕΔΕ είναι να εξακριβώσει αν τηρήθηκαν οι κανόνες εξαγωγής, εγχώριοι και ευρωπαϊκοί, σχετικά με λογισμικά εμπορικής χρήσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για κακόβουλους σκοπούς.

Το πόρισμα της ΕΔΕ αναμένεται να κατατεθεί το αμέσως προσεχές διάστημα στο γραφείο του αρμόδιου υφυπουργού για την Οικονομική Διπλωματία Κώστα Φραγκογιάννη.

Προσχηματική ΕΔΕ

«Η ΕΔΕ είναι προσχηματική για να πει η κυβέρνηση ότι έκανε κάτι, δεν νομίζω να βγει κάτι από την έρευνα» εκτιμά μιλώντας στο «Βήμα» ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και μέλος της επιτροπής PEGA Στέλιος Κούλογλου. «Το ΥΠΕΞ παραδέχθηκε, επί της ουσίας, ότι το Δημόσιο είχε υποπέσει σε παρανομία, διότι έδινε άδεια στην Intellexa να εξάγει παράνομο λογισμικό σε κάποιες χώρες. Το γεγονός ότι σε αυτές τις χώρες-στόχους δεν υπάρχει σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα είναι επιβαρυντικό στοιχείο» συνεχίζει.

Οπως προκύπτει, η άδεια για την εξαγωγή του Predator σε τρίτες χώρες δεν αφορά μόνο τη Μαδαγασκάρη (και την πρωτεύουσά της Ανταναναρίβο). Στο δημοσίευμα των «New York Times» γίνεται επίσης λόγος για πρόταση της Intellexa στην Ουκρανία για την πώληση του λογισμικού, η οποία όμως δεν οδήγησε σε συμφωνία. Επιπλέον, σε δημοσίευμα της περασμένης Τρίτης («Καθημερινή», 13/12) γίνεται λόγος για χορήγηση άδειας εξαγωγής, τον ίδιο περίπου καιρό (11/2021), προς ακόμη δύο χώρες, μία στην Ανατολική Αφρική και μία στη Νοτιοανατολική Αφρική.

Nομοθετικές τροποποιήσεις έχουν αποδυναμώσει κρίσιμες δικλίδες ασφαλείας και ο πολιτικός διορισμός σε βασικές θέσεις αποτελεί εμπόδιο για έλεγχο και λογοδοσία

Διεθνής δημοσιογραφική έρευνα («Η πτήση του Predator» – «Inside Story», «Haaretz», «Lighthouse Reports») αποκάλυψε πρόσφατα (30/11) την πτήση τον Μάιο του 2022 του ιδρυτή της Intellexa Ταλ Ντίλιαν με ιδιωτικό αεροσκάφος στο Σουδάν, μια χώρα της Ανατολικής Αφρικής σε πολιτική αστάθεια από το 2019. Σύμφωνα με την έρευνα, στο αεροσκάφος μεταφερόταν «τεχνολογία παρακολούθησης υψηλών προδιαγραφών, κατασκευασμένη στην Ευρωπαϊκή Ενωση».

Επιπλέον, στο πόρισμα της Επιτροπής PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφέρεται πως η εταιρεία του Ταλ Ντίλιαν φέρεται να εξήγαγε τα προϊόντα της στο Μπανγκλαντές και σε τουλάχιστον μία αραβική χώρα. Αλλωστε, από τις έρευνες του Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο και της Meta προκύπτει ότι το Predator έχει στοχοποιήσει άτομα στις εξής χώρες: Αίγυπτος, Ακτή Ελεφαντοστού, Αρμενία, Βιετνάμ, Γερμανία, Ελλάδα, Ινδονησία, Κολομβία, Μάλι, Ομάν, Σαουδική Αραβία, Σερβία, Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Φιλιππίνες.

Η μετακόμιση

Η διαδρομή του Predator φέρεται να ξεκινά το 2017 στη Βόρεια Μακεδονία, με την εταιρεία Cytrox του Ιβο Μαλινκόφσκι. Η εταιρεία δεν είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο επιχειρήσεων της γειτονικής χώρας, όμως εμφανίζεται με παρόμοια ονόματα στην Ουγγαρία και στο Ισραήλ. Το 2018 ο Ταλ Ντίλιαν φέρεται να εξαγόρασε τη Cytrox και να την ενέταξε στο πλέγμα των εταιρειών λογισμικών κατασκοπείας συμφερόντων του, την Intellexa Alliance. Επιπλέον, το 2020, η Cytrox EMEA με έδρα το Ισραήλ εξαγοράστηκε από την Aliada Group, εταιρεία-ομπρέλα με έδρα τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, στην οποία ανήκει και η WiSpear, και στην οποία βασικός μέτοχος είναι ο Ταλ Ντίλιαν.

Η WiSpear ιδρύθηκε το 2013 με έδρα την Κύπρο αλλά διέκοψε τη λειτουργία της όταν ο Ταλ Ντίλιαν «εκδιώχθηκε» από την Κύπρο μετά την υπόθεση του βαν παρακολουθήσεων το 2019. Μετά την αποχώρησή του από τη μεγαλόνησο, ο Ταλ Ντίλιαν φέρεται να έχει μετατρέψει την Ελλάδα ως βάση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, μέσω της Intellexa S.A. Σύμφωνα με τον Στέλιο Κούλογλου, «δίνεται η εντύπωση ότι το σουπερμάρκετ των παράνομων λογισμικών έχει μετακομίσει από την Κύπρο στην Αθήνα, όπου λειτουργούσε ανεξέλεγκτα».

Ωστόσο, τα επιχειρηματικά συμφέροντα του Ντίλιαν δεν περιορίζονται στη χώρα μας. Ο επιχειρηματίας, με μακρά θητεία στη μονάδα 8200 του Ισραηλινού Στρατού που ειδικεύεται στα συστήματα παρακολούθησης, έχει παρουσία και στη Γαλλία, μέσω της Nexa Technologies, που λειτουργεί επίσης κάτω από την ομπρέλα της Intellexa Alliance.

Το δίκτυο του Ταλ Ντίλιαν δεν σταματά εκεί. Η σύζυγός του Σάρα Χαμού εμφανίζεται ως νομική εκπρόσωπος της Intellexa S.A. και ως διευθύντρια της εταιρείας Thalestris με έδρα την Ιρλανδία. Στην τελευταία ανήκει κατά 65% η Intellexa S.A., καθώς και δύο εταιρείες με όνομα Intellexa Limited, εκ των οποίων η μία έχει έδρα την Ιρλανδία και η δεύτερη τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Σημειώνεται πως οι δύο αυτές χώρες έχουν ιδιαίτερα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς για τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, στη Thalestris ανήκουν και τρεις εταιρείες με έδρα την Ελλάδα (Feroveno, Apollo Technologies, Hermes Technologies), οι οποίες συνδέονται από το 2020 και με τον Φέλιξ Μπίτζιο, έτερο πρόσωπο που εμπλέκεται στο σκάνδαλο των υποκλοπών. Με τη σειρά της, η Thalestris ανήκει, μέσω της Miros Developments, στην εταιρεία-ομπρέλα Aliada Group.

«Το Βήμα» επιχείρησε να έρθει σε επαφή με τις αρμόδιες αρχές των εμπλεκόμενων χωρών, χωρίς ωστόσο να έχει λάβει απάντηση μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.

INFO

Σε 15 χώρες τουλάχιστον φέρεται να έχει εντοπιστεί το Predator.

  • Σε τρεις περιπτώσεις το υπουργείο Εξωτερικών φέρεται να έχει χορηγήσει άδεια εξαγωγής του λογισμικού σε χώρες της Αφρικής.
  • Το πλέγμα εταιρειών που συνδέονται με τον Ταλ Ντίλιαν εκτείνεται σε όλη την Ευρώπη, από την Ιρλανδία ως την Κύπρο.
  • Στην Αθήνα το κέντρο του συστήματος των λογισμικών κατασκοπείας
    από το 2019.
  • Τρία διαφορετικά υπουργεία εμπλέκονται στη χορήγηση άδειας εξαγωγής.

Ταλ Ντίλιαν

ΣΥΝΘΕΤΟ ΖΗΤΗΜΑ

Το νομικό πλαίσιο της εξαγωγής του λογισμικού

Σε μία προσπάθεια να ξετυλιχθεί το «κουβάρι» του νομικού πλαισίου που διέπει την αδειοδότηση προϊόντων διττής χρήσης όπως είναι το λογισμικό Predator, διαπιστώνει κανείς ότι πρόκειται για σύνθετο ζήτημα. Αρχικά, το πόρισμα της επιτροπής PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις υποκλοπές ανέφερε ότι αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση αδειών εξαγωγής είναι το υπουργείο Εξωτερικών. Στην έκθεση γίνεται εκτενής αναφορά και στο νομικό πλαίσιο της Ελλάδας. Το χαρακτηρίζει αρκετά ισχυρό, όμως σημειώνει ότι «νομοθετικές τροποποιήσεις έχουν αποδυναμώσει κρίσιμες δικλίδες ασφαλείας και ο πολιτικός διορισμός σε βασικές θέσεις αποτελούν εμπόδιο για έλεγχο και λογοδοσία».

Επιπλέον, η δραστηριότητα και μόνο μιας εταιρείας παραγωγής λογισμικών κατασκοπείας στην Ελλάδα είναι παράνομη, σύμφωνα με το άρθρο 292Γ του Ποινικού Κώδικα που ψηφίστηκε το 2019.

Ποιος χορηγεί τελικά την άδεια εξαγωγής;

Ως προς τη χορήγηση της άδειας εξαγωγής, τα πράγματα δεν είναι τόσο σαφή. Στον ιστότοπο της Γενικής Γραμματείας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Εξωστρέφειας του υπουργείου Εξωτερικών, αναφέρεται πως η υπηρεσία έχει την ευθύνη για «τη χορήγηση αδειών διακίνησης ελεγχόμενων ειδών (διττής χρήσης και ειδών συνδεόμενων με την άμυνα, κυνηγετικών, εκρηκτικών εμπορικής χρήσης), σύμφωνα με τον Ν. 2168/1993 (Α’ 147), καθώς και για τη διεξαγωγή των απαραίτητων ενδιάμεσων ενεργειών με τα συναρμόδια υπουργεία».

Από την πλευρά της, η ΑΑΔΕ επισημαίνει ότι το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων διαδραματίζει βασικό ρόλο στη χορήγηση αδειών εξαγωγής ειδών διπλής χρήσης, συμπεριλαμβανομένων των λογισμικών και της τεχνολογίας που δύνανται να χρησιμοποιούνται τόσο για πολιτικούς όσο και για στρατιωτικούς σκοπούς. Επιπλέον, σε ορισμένες «ευαίσθητες» περιπτώσεις, εμπλέκεται και το υπουργείο Εθνικής Αμυνας.

Πάντως στον κανονισμό της ΕΕ (2021/821) που αφορά τη θέσπιση ενωσιακού συστήματος ελέγχου των εξαγωγών, της μεσιτείας, της τεχνικής βοήθειας, της διαμετακόμισης και της μεταφοράς ειδών διπλής χρήσης, τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα και καταγράφονται αναλυτικά οι προϋποθέσεις και απαιτήσεις για τη χρήση αυτών των «προϊόντων».

Ειδικότερα, «δεν επιτρέπεται η εξαγωγή ειδών όταν: ο εξαγωγέας έχει ενημερωθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους στο οποίο διαμένει ή είναι εγκατεστημένος ότι τα συγκεκριμένα είδη προορίζονται ή ενδέχεται να προορίζονται, εν όλω ή εν μέρει: για χρήση που συνδέεται με παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών ή της ελευθερίας έκφρασης όπως ορίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μέσω τεχνολογιών υποκλοπής και διατάξεων μεταφοράς ψηφιακών δεδομένων, για την παρακολούθηση κινητών τηλεφώνων και γραπτών μηνυμάτων, καθώς και για τη στοχοθετημένη παρακολούθηση της χρήσης του διαδικτύου (κυρίως μέσω κέντρων παρακολούθησης και διαύλων νόμιμης υποκλοπής)».

Σε διεθνές επίπεδο, υπάρχει η μη δεσμευτική Συνθήκη του Βάσενααρ (Wassenaar Arrangement, 1996), που αφορά τις εξαγωγές και επικαιροποιήθηκε τελευταία φορά το 2013. Σύμφωνα με αυτή τα κράτη δεν θα πρέπει να εκδίδουν άδειες σε ιδιωτικές εταιρείες αν το προϊόν μπορεί «να χρησιμοποιηθεί για την παραβίαση ή την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών». Σημειώνεται πως τη Συνθήκη του Βάσενααρ έχει υπογράψει η Ελλάδα, αλλά όχι η Κύπρος.