«Οι απαγορεύσεις είναι ένας παραλογισμός»
Ο διακεκριμένος συνθέτης και τραγουδοποιός μιλάει για το νέο άλμπουμ του «Ο βασιλιάς της λύπης» και για το μουσικό τοπίο της εποχής μας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Συνθέτης, τραγουδοποιός και παραγωγός, ο Νίκος Γρηγοριάδης, γνωστός από τα προσωπικά άλμπουμ «Στη μοναξιά του φάρου» (1995), «Faros» (1997) και «Αλφάδι» (2000), αλλά και από τις συνεργασίες του με την Κατερίνα Κυρμιζή, παρουσίασε πριν από λίγο καιρό μια ιδιαιτέρως αξιόλογη δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Ο βασιλιάς της λύπης» (κυκλοφορεί σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες από τη Formiggart), στην οποία καταπιάνεται για πρώτη φορά με τη μελοποιημένη ποίηση: «Από το 1995 που ξεκίνησα τη δισκογραφία είχα σκεφτεί κάποιες φορές τη μελοποίηση. Σε αυτό το άλμπουμ, αφού ολοκλήρωσα τρία τραγούδια σε στίχους και μουσική δική μου, βρέθηκα χωρίς να το πολυκαταλάβω να μελοποιώ κάποια ποιήματα στα οποία επέστρεφα νιώθοντας πάντα την ίδια συγκίνηση».
Γιατί καταλήξατε στα συγκεκριμένα ποιήματα;
«Υπάρχει μια κοινή συνισταμένη σε όλα τα ποιήματα: βαθιά νοήματα και υπαρξιακοί προβληματισμοί που αναδύονται από μια απλή γραφή. Επίσης με γοήτευσε η αντίφαση μεταξύ δημιουργού και έργου. Ο Σέλεϊ π.χ. στο ποίημά του «Θρήνος» μιλά για την αδικία του κόσμου, αν και ήταν αριστοκρατικής καταγωγής. Η Μελισσάνθη, αν και δεν γνώρισε τη μητρότητα, μιλά σπαρακτικά για αυτή στην «Μπαλάντα της μάνας». Ο Μήτσος Παπανικολάου στο «Domestica», αν και σχετικά νέος, περιγράφει τα φαντάσματα του έρωτα και της πρώτης του νιότης σαν να ήταν ηλικιωμένος. Ο Κώστας Καρυωτάκης στο «Κι αν έσβησε σαν ίσκιος» ανακατεύει τη λύπη και τη χαρά στο ίδιο ποτήρι. Η Πράξιλλα στο «Της ζωής η σπίθα», σε ελεύθερη μετάφραση/απόδοση του στιχουργού και φιλολόγου Χρήστου Γαβρήλου, εξυμνεί τη χαρά που έχουν τα απλά πράγματα στη ζωή. Η δε Σαπφώ στο «Κόκκινο μήλο», πάλι σε ελεύθερη μετάφραση/απόδοση του Χρήστου Γαβρήλου, υπογραμμίζει τη μοναδικότητα των πραγμάτων».
Υπάρχουν και τραγούδια με δικούς σας στίχους στον «Βασιλιά της λύπης». Το ομότιτλο κομμάτι μάλιστα είναι ένα στιβαρό ζεϊμπέκικο με πρωτότυπη δομή. Πότε και πώς το γράψατε;
«Το έγραψα το 2018 και είναι ένας απολογισμός της κρίσης της τελευταίας δεκαετίας. Το έγραψα έχοντας στην καρδιά τις θλιβερές εικόνες που ζήσαμε: ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια, να στήνονται σε ουρές συσσιτίων, το Κέντρο γεμάτο αστέγους, ενεχυροδανειστήρια να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια, ξενοίκιαστα μαγαζιά, ανεργία στα ύψη και μεροκάματα στα βάθη, τα παιδιά μας να ξενιτεύονται για να βρουν δουλειά, την άνοδο της Χρυσής Αυγής και ό,τι επακολούθησε. Η πρωτότυπη δομή του τραγουδιού που αναφέρατε οφείλεται κυρίως στο τελευταίο μέρος του, το οποίο ακούγεται απροσδόκητα παράταιρο και ματζόρε, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περιγράψει όσα ελαφρά τη καρδία ζήσαμε τις καλές εποχές του χρηματιστηρίου, της οικονομικής φούσκας και γενικότερα της αφασίας που μας χαρακτήριζε. Μέσα στη χαρά και στο γλέντι μας δεν υποχρεώσαμε ως ενεργοί πολίτες το πολιτικό προσωπικό της χώρας να βαδίσει στη σωστή ρότα. Ετσι, αγκαλιασμένοι ανάδελφα, βρεθήκαμε να χορεύουμε τον χορό του Ζαλόγγου. Για αυτόν τον λόγο ο βασιλιάς είναι λυπημένος και γυμνός».
Κάποιοι στίχοι του Μήτσου Παπανικoλάου («Είναι λευκές οι νύχτες μας και μαύρες είν’ οι μέρες / Τις πόρτες με τα νύχια τους σκαλίζουν οι φοβέρες») μοιάζουν να παραπέμπουν, κατά την άποψή μου, και σε αυτό που ζούμε τα τελευταία δύο χρόνια. Πώς έχετε βιώσει την πανδημία και τις επιπτώσεις της;
«Ο τρόμος μπήκε για τα καλά στη ζωή μας. Χάσαμε τόσους συνανθρώπους μας. Δεχθήκαμε απαγορεύσεις και υποχρεωτικότητες που εν καιρώ ειρήνης δεν θα δεχόμασταν. Ζήσαμε και ζούμε με επιδόματα. Ακόμα δεν έχουμε αποτιμήσει όλες τις επιπτώσεις της πανδημίας».
Πείτε μας λίγα για τους τρεις ερμηνευτές σας, Γιώργο Νταλάρα, Κατερίνα Κυρμιζή και Μίλτο Πασχαλίδη…
«Τι να πω για τον Γιώργο Νταλάρα που είναι η ιστορία του ελληνικού τραγουδιού; Παρ’ όλη την εμπειρία του προσέγγισε τα τραγούδια με λεπτότητα, ευαισθησία και εσωτερικό δυναμισμό. Ο δε Μίλτος Πασχαλίδης, μια σταθερή αξία, έδωσε ορμητικές μα ταυτόχρονα δωρικές, στιβαρές ερμηνείες. Οσο για την Κατερίνα Κυρμιζή, όπως κάθε φορά, υπηρέτησε με τρυφερή αθωότητα και συναισθηματική νοημοσύνη κάθε τραγούδι που επέλεξε».
Το μουσικό τοπίο είναι σήμερα κατακερματισμένο. Πώς σκοπεύετε να αξιολογήσετε αν το μήνυμα του δίσκου σας θα φτάσει στους παραλήπτες του;
«Στο γύρισμα της χιλιετίας ζήσαμε κοσμογονικές αλλαγές στον χώρο της δισκογραφίας λόγω της διάδοσης και ευρύτατης χρήσης του Διαδικτύου. Τα παραδοσιακά δισκοπωλεία αντικαταστάθηκαν από τις ψηφιακές πλατφόρμες. Τo online streaming και το downloading εκτόπισαν τον υλικό φορέα ήχου. Σε αυτά τα νέα δεδομένα ο δημιουργός μετρά την απήχηση του έργου του στις συναυλίες και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με views, likes και shares, προσπαθώντας να κάνει αισθητή την παρουσία του στο χάος του Διαδικτύου».
Υπάρχουν στη νεότερη γενιά καλλιτέχνες των οποίων το έργο σάς έχει γοητεύσει;
«Δεν παρακολουθώ πολύ είναι η αλήθεια. Δεν είναι και προτεραιότητα των ΜΜΕ να προβάλλουν τη δουλειά των νέων δημιουργών. Κάθε γενιά εφευρίσκει τους δικούς της ήρωες. Νομίζω πως οι ήρωες της νέας γενιάς βρίσκονται έξω και μακριά από τη δική μου επικράτεια, στην τραπ, στη ραπ, στο χιπ-χοπ».
Εχετε μια κόρη. Τι σας ανησυχεί πιο πολύ όσον αφορά το μέλλον της;
«Η νέα γενιά, εκτός του ότι επιφορτίζεται το χρέος του δανεισμού της χώρας, έχει να αντιμετωπίσει ζητήματα όπως η αξιοκρατία, η έκπτωση αξιών, όλα όσα δεν έλυσαν οι προηγούμενες γενιές από τη Μεταπολίτευση και μετά. Μα πιο πολύ με ανησυχούν η οικολογική καταστροφή, η κλιματική κατάρρευση και τα ολοένα πιο συχνά ακραία καιρικά φαινόμενα. Ελπίζω να έχουμε ακόμα χρόνο να ανατρέψουμε την κατάσταση. Φοβάμαι πως η κόρη μου καλείται να ζήσει σε πιο δύσκολες εποχές. Ελπίζω να μη φτάσει να αναρωτιέται αν οι καλύτερες μέρες είναι αυτές που θα έρθουν ή αυτές που πέρασαν».
Πώς θα σχολιάζατε την απαγόρευση της μουσικής ως μέτρο αντιμετώπισης της διασποράς του κορωνοϊού;
«Η απαγόρευση της μουσικής ως μέτρο δημιουργεί αίσθημα αδικίας και στοχοποίησης στους καλλιτέχνες. Στους χώρους που εργαζόμαστε εφαρμόζονται υγειονομικά πρωτόκολλα τη στιγμή που σε άλλους χώρους, όπως στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπου υπάρχει συνωστισμός δεν εφαρμόζονται υγειονομικά πρωτόκολλα, ούτε απαγορεύσεις. Είναι ένας παραλογισμός. Δικαίως διαμαρτύρονται οι θιγόμενοι, πόσω μάλλον έπειτα από δύο σκληρά χρόνια ανεργίας».

