Πότε καταλάβατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με το θέατρο;

«Ημουν 23 ετών. Τρίτο έτος στη Θεολογία. Είχαμε φτιάξει μια θεατρική ομάδα. Ανεβάσαμε την «Αντιγόνη» του Ανούιγ. Επαιζα και σκηνοθετούσα μαζί με έναν συμφοιτητή μου. Αυτή η εμπειρία της πρεμιέρας… Ηταν επτά παιδιά κάτω από τη σκέπη μου. Να τους δίνω κουράγιο, να διώχνω την αγωνία τους. Το παιδί που έπαιζε τον Αίμονα έχασε τα λόγια του επί σκηνής. To «σώσαμε». Στα καμαρίνια ήρθε και με βρήκε κλαίγοντας. «Mαρία, σου κατέστρεψα το έργο» είπε. Τον αγκάλιασα. Και εκείνη τη στιγμή, μετά από χρόνια «βασανισμού», ήξερα επιτέλους τι ήθελα να κάνω».

Και δώσατε εξετάσεις στο Εθνικό. Ηταν η μόνη σχολή που σας ενδιέφερε;

«Δεν είχα επιλογή για κάτι άλλο. Δούλευα για να συντηρώ τον εαυτό μου, δεν μπορούσα να πληρώσω δίδακτρα. Ηταν η μόνη λύση. Δεν πέρασα με την πρώτη. Δοκίμασα και δεύτερη. Ημουν 24 ετών, υπήρχε ηλικιακό όριο και αυτή ήταν η τελευταία ευκαιρία. Προετοιμάστηκα μόνη μου. Ηθελα να φέρω την αποκλειστική ευθύνη. Θυμάμαι την ημέρα που βγήκαν τα αποτελέσματα. Είδα το όνομά μου γραμμένο στους επιτυχόντες από 50 μέτρα απόσταση. Δάκρυα ευτυχίας κύλησαν στα μάτια μου. Και έπειτα μια κραυγή χαράς».

Εφέτος συναντάτε την Τερέζ Ρακέν, την εμβληματική ηρωίδα του Εμίλ Ζολά από το ομώνυμο μυθιστόρημα, σε σκηνοθεσία και διασκευή της Λίλλυς Μελεμέ.

«Είναι ένα καταπληκτικό έργο. Μαύρο, σκοτεινό: ένα ερωτικό τρίγωνο, πάθος, μοιχεία, το στοιχείο του υπερφυσικού, της ενοχής. Μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής. Η ηρωίδα μου από παιδί έχει μάθει να υπηρετεί τον άρρωστο εξάδελφό της, καταπιέζοντας τα πάθη της. Η θεία της θα την αναγκάσει να τον παντρευτεί. Και όταν θα μετακομίσουν στο Παρίσι, εκείνη θα γνωρίσει έναν φίλο του. Η ερωτική έκρηξη μεταξύ τους είναι ακατανίκητη. Θα δολοφονήσει τον σύζυγό της μαζί με τον εραστή της. Και ύστερα το μαρτύριό της ξεκινά από την αρχή».

Τι σας συγκινεί σε εκείνη;

«Οτι αυτό το κορίτσι μέχρι τα 27 του χρόνια δεν είχε ζήσει ούτε μία ημέρα χαράς. «Ησυχία, μην ξυπνήσεις τον ξάδελφό σου. Μην κάνεις θόρυβο». Χάρηκε για οκτώ μήνες μόνο τη ζωή της. Kαι ύστερα πάλι συντριβή. Δεν επιλέγω ποτέ αμοραλιστές ήρωες. Θέλω να πιστεύω ότι οι άνθρωποι δεν γεννιούνται κακοί. Νομίζω ότι οι ήρωες που ενσαρκώνω με κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Σαν μια ψυχοθεραπεία. Γίνομαι πιο τρυφερή, κατανοώ πιο εύκολα».

Το θέατρο δεν εκτρέφει τον ναρκισσισμό;

«Δεν με ενδιαφέρει το μπροστά. Εγινα ηθοποιός για να σκηνοθετήσω. Και θα το κάνω του χρόνου. Οταν είμαι στη σκηνή, περνάω δύσκολα. Στο χειροκρότημα υποφέρω. Παλαιότερα όταν είχα να δώσω μια συνέντευξη είχα άγχος όλη την εβδομάδα. Για τις φωτογραφίσεις δεν το συζητώ. Νομίζω ότι είμαι καλύτερη στο να οργανώνω τα πράγματα, να δίνω θετική ενέργεια, να προσφέρω. Η σκηνοθεσία θα με γεμίσει περισσότερο».

Κουβαλάτε όμως και ένα βραβείο Μελίνα Μερκούρη…

«Μου έδωσε απίστευτη χαρά. Ηταν δώρο. Την ημέρα που κέρδισα το βραβείο συμπληρώνονταν ακριβώς πέντε χρόνια από τον θάνατο του πατέρα μου. Σαν κάπως όλα να γίνονται σημαδιακά. Γιατί τον έχασα στην πρώτη μου πρεμιέρα στο θέατρο. Εφυγε μέσα σε έναν χρόνο από καλπάζουσα λευχαιμία. Το πρωί πήγα στην κηδεία του και το βράδυ έπαιξα στο θέατρο. Πήγα γιατί ήταν το μοναδικό πράγμα που θα μου έκανε καλό. Δεν βάζω την τέχνη πάνω από τον άνθρωπο».

Την καρφίτσα της Μελίνας τη φορέσατε;

«Οχι όσο θα ήθελα. Είναι ευθύνη. Κι αν τη χάσεις; Θυμάμαι είχα μόλις μετακομίσει, τα πράγματά μου ήταν σε κούτες όταν μου τηλεφώνησαν για να την επιστρέψω. Λέω: «Παναγία μου, κι αν δεν τη βρω;». Και έβαλε ο Θεός το χέρι του και στην πρώτη κούτα που άνοιξα ήταν μέσα».

Πιστεύετε στον Θεό;

«Πιστεύω στον Θεό της αγάπης. Γράφει ο Καζαντζάκης: «Πιστεύω στα αναρίθμητα, εφήμερα προσωπεία που πήρε ο Θεός στους αιώνες και ξεκρίνω πίσω από την άπαυτη ροή του την ακατάλυτη ενότητα». Kαι θέλω να προσφέρω. Με βασανίζει αυτό. Λέω: «Τι κάνεις; Παίζεις θέατρο. Kαι τι έγινε;». Aπό την άλλη, αυτό το τάλαντο μου έδωσε ο Θεός».

Ο γάμος σάς αφορά;

«Ναι. Αλλά μη φανταστείς γάμους σε κτήματα και τέτοια. Να γίνει πάνω στην τρέλα. Εγώ, ο γαμπρός, ο παπάς και ένας κουμπάρος».

Ποια πολυτέλεια επιτρέπετε στον εαυτό σας;

«Το ταξί και το ντελίβερι. Δεν αντέχω πλέον τα ΜΜΜ. Από έξι ετών τα έχω φάει με το κουτάλι. Με τα λεφτά που κέρδισα από το βραβείο Μερκούρη αγόρασα μια «γουρούνα». Κυκλοφορούσα με αυτήν στην πόλη φορώντας τα φορεματάκια μου. Υστερα από δύο χρόνια μού την έκλεψαν. Επεσα να πεθάνω. Σαν να μου στέρησαν την ελευθερία μου. Η μόνη σκέψη που με παρηγόρησε είναι ότι αυτό συνέβη για κάποιον λόγο: για να γλιτώσω από κάτι».

INFO

«Τερέζ Ρακέν»: Θέατρο Ροές, (Ιάκχου 16, Γκάζι), Πέμπτη έως Κυριακή.