Στην κρισιμότερη στιγμή της 69χρονης ιστορίας της βρίσκεται η ΔΕΗ, η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας, η οποία ηλεκτροδοτεί περισσότερα από 7 εκατομμύρια νοικοκυριά, τη συντριπτική πλειοψηφία (97,6%) της εγχώριας βαριάς βιομηχανίας και όλους τους φορείς του Δημοσίου.
Ο γίγαντας της ελληνικής οικονομίας στηρίζεται σε πήλινα πόδια. Οπως έδειξαν τα οικονομικά αποτελέσματα του ομίλου για τη χρήση του 2018, οι ζημιές (μετά από φόρους) μαζί με τις πωλούμενες λιγνιτικές μονάδες άγγιξαν το 1 δισ. ευρώ (903,8 εκατ. ευρώ), οι απλήρωτοι λογαριασμοί κινούνται στα επίπεδα των 2,5 δισ. ευρώ (χωρίς τους διακανονισμούς) και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις έχουν εκτιναχθεί στα 3,6 δισ. ευρώ. Οταν το βραχυπρόθεσμο ενεργητικό της (δηλαδή άμεσα διαθέσιμα εισοδηματικά στοιχεία, αποθέματα, απαιτήσεις, καταθέσεις κ.λπ. για να καλύψει τις υποχρεώσεις) έχει υποχωρήσει στα 2,9 δισ. ευρώ.
Αβεβαιότητα
Αυτό το «έλλειμμα» των 708 εκατ. ευρώ εντόπισε ο ορκωτός λογιστής της εταιρείας, η Ernst & Young, σημειώνοντας στις οικονομικές καταστάσεις την «ουσιώδη αβεβαιότητα» ως προς τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του ομίλου. Και προσθέτει πως οι συνθήκες αυτές, δηλαδή οι υψηλές ζημιές και τα μειωμένα έσοδα, θα συνεχιστούν και τους επόμενους 12 μήνες. Οι πωλήσεις δε του ομίλου βαίνουν διαρκώς μειούμενες και έπεσαν στα 4,7 από 4,9 δισ. ευρώ το 2017.
Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας. Οι προεκλογικές προτροπές στους πολίτες να μην πληρώνουν τους λογαριασμούς ρεύματος βρίσκουν απήχηση… Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές από τα επίπεδα των 1,2 με 1,5 δισ. ευρώ εκτοξεύονται στα 2,5 και 3 δισ. ευρώ. Η υπόσχεση για δημόσιο έλεγχο της ΔΕΗ γίνεται πράξη… με την ακύρωση του νόμου της «μικρής ΔΕΗ». Η τρόικα όμως απαιτεί εναλλακτικά μέτρα απελευθέρωσης της αγοράς, την ίδια στιγμή που εκδίδεται τελεσίδικη απόφαση του Ευρωδικαστηρίου σε βάρος του κρατικού μονοπωλίου στον λιγνίτη.
Απιαστοι στόχοι
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί με τους δανειστές στο μέτρο των ΝΟΜΕ, δηλαδή στη δημοπράτηση λιγνιτικής ισχύος της ΔΕΗ με τιμές εκκίνησης στα επίπεδα των 37 ευρώ ανά μεγαβατώρα, πολύ κάτω από την τιμή χονδρικής που είναι στα επίπεδα των 50 και 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Παράλληλα, η δημόσια εταιρεία δένεται με άπιαστους στόχους μείωσης του μεριδίου της, όπως αυτός του 49% στο τέλος του 2019. Οσο δεν πετυχαίνει τους στόχους, θα επιβάλλεται πέναλτι με περισσότερες δημοπρασίες. Η επιβάρυνση από τα ΝΟΜΕ το 2018 εκτινάχθηκε στα 223,8 εκατ. ευρώ από 151,6 εκατ. ευρώ.
Η κυβέρνηση συμφωνεί επίσης στην πώληση δύο λιγνιτικών σταθμών που αντιστοιχούν στο 40% της σχετικής παραγωγής. Το επενδυτικό όμως περιβάλλον για τον άνθρακα είναι αρνητικό, αφού οι Βρυξέλλες ξεδιπλώνουν πολιτικές απανθρακοποίησης και ενίσχυσης των ΑΠΕ. Οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής αέριων ρύπων στο Χρηματιστήριο έχουν εκτοξευθεί στα 28 ευρώ ο τόνος από μόλις 5 ευρώ το 2017. Η ΔΕΗ δεν πετυχαίνει στον πρώτο διαγωνισμό να πουλήσει τις μονάδες της στη Μελίτη και στη Μεγαλόπολη, ενώ ταυτόχρονα έχει επιβαρυνθεί με 279,5 εκατ. ευρώ από δαπάνες αγοράς δικαιωμάτων CO2. Διπλάσιες σε σχέση με το 2017.
Η μετακίνηση πελατών
Τα μερίδια της ΔΕΗ δεν μειώνονται, καθώς την ίδια στιγμή η κυβέρνηση και η διοίκησή της αποφασίζουν το 2017 τη χορήγηση εκπτώσεων συνέπειας στους πελάτες της, έχοντας προηγουμένως χαλαρώσει τα μέτρα αποκοπής της παροχής ρεύματος στους οφειλέτες. Ετσι, φρενάρει η μετακίνηση πελατών της προς άλλους παρόχους. Η δημόσια εταιρεία έχει μερίδιο στην προμήθεια της τάξης του 80%, ενώ η συμμετοχή της στην παραγωγή λόγω των ΝΟΜΕ και διείσδυσης ΑΠΕ έχει πέσει κάτω από το 50%. Αναγκάζεται για να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες των πελατών να δαπανά και περίπου 2,3 δισ. ευρώ για αγορές ρεύματος από το σύστημα της χονδρεμπορικής.
Κυβέρνηση και διοίκηση της ΔΕΗ με τις επιλογές τους, όπως καταγγέλλει η αντιπολίτευση, πήραν μια εταιρεία με κεφαλαιοποίηση στα 2,5 δισ. ευρώ το 2014 για να τη ρίξουν στα επίπεδα των 300 εκατ. ευρώ. Το χειρότερο όμως είναι πως έχουν ναρκοθετήσει τη μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας για την επόμενη κυβέρνηση με δισεκατομμύρια χρέη και με ελάχιστες διαθέσιμες λύσεις για τη διάσωσή της.
Μια ζωή διά πυρός και σιδήρου η επιχείρηση
Οι ρουσφετολογικές προσλήψεις από όλες τις κυβερνήσεις, ο αρνητικός ρόλος της ΓΕΝΟΠ και οι προσπάθειες διατήρησης ενός μονοπωλίου που χανόταν
Η ΔΕΗ δεν είναι η πρώτη φορά που περνά κρίσεις. Αυτές, όμως, ξεσπούσαν πάντα σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας. Οπως για παράδειγμα το 2005 η μεγάλη κόντρα μεταξύ του προέδρου Ιωάννη Παλαιοκρασσά και του διευθύνοντος συμβούλου Στέργιου Νέζη, με τον πρώτο να κατηγορεί επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή τον δεύτερο για υποτιθέμενα σκάνδαλα που αφορούσαν αναθέσεις έργων. Ή λίγα χρόνια μετά, το 2008, όταν ο τότε επικεφαλής της εταιρείας Τάκης Αθανασόπουλος ερχόταν αντιμέτωπος με τις εφόδους των επί χρόνια «συνδιοικητών» της ΔΕΗ, τους συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ, οι οποίοι αντιδρούσαν στις προσπάθειες του για τη συμμαχία με τη γερμανική RWE και την αναδιάρθρωση του ομίλου.
Παρεμβάσεις
Η ιστορία του μεγαλύτερου και ισχυρότερου κρατικού μονοπωλίου της χώρας είναι επίσης πλούσια από κυβερνητικές παρεμβάσεις, όπως ρουσφετολογικές προσλήψεις, χορήγηση παχυλών επιδομάτων και προνομίων στους διοικητές, στους εργαζομένους και κυρίως στους συνδικαλιστές. Οι τελευταίοι, με την απειλή του κατεβάσματος των διακοπτών των μονάδων παραγωγής ρεύματος, κέρδιζαν όλο και περισσότερα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ολες οι διενέξεις και οι κόντρες στα 69 χρόνια της ζωής της ΔΕΗ είχαν όμως έναν κοινό παρονομαστή, ιδίως μετά το 1997: την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την αναδιάρθρωση της ΔΕΚΟ, ώστε να αποκτήσει χαρακτηριστικά ιδιωτικής και εξωστρεφούς επιχείρησης.
Το 1997 η ΕΕ νομοθετεί το άνοιγμα του ανταγωνισμού, δηλαδή τη δραστηριοποίηση και ιδιωτών στην παραγωγή και προμήθεια ρεύματος. Οι πρώτες προσπάθειες υιοθέτησης των ευρωπαϊκών οδηγιών και κανονισμών από την κυβέρνηση Κώστα Σημίτη σκοντάφτουν πρωτίστως σε υπουργούς του και ακολούθως σε διοικητές και συνδικαλιστές της ΔΕΗ.
Το σπάσιμο
Με νομοθετικά μπαλώματα και τεράστια εμπόδια, γύρω στο 2009 και 2010 κατασκευάζονται οι πρώτες ιδιωτικές μονάδες παραγωγής ρεύματος φυσικού αερίου με επενδύσεις 1,5 δισ. ευρώ από την Ηρων της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, την Elpedison (ΕΛΠΕ – Edison- Ελλάκτωρ) και τη Μυτιληναίος. Ωστόσο, η αγορά δεν ανοίγει αφού η ΔΕΗ διατηρεί το μονοπώλιο στις χαμηλότερου κόστους πρώτες ύλες παραγωγής ρεύματος, τον λιγνίτη και το νερό. Ακόμη και οι πρώτες μνημονιακές κυβερνήσεις των Γιώργου Παπανδρέου και Αντώνη Σαμαρά δεν καταφέρνουν να περάσουν ή να υλοποιήσουν σχέδια ή αποφάσεις που προέβλεπαν το σπάσιμο της ΔΕΗ. Επί διακυβερνήσεως ΠαΣοΚ ο τότε υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπακωνσταντίνου επιδιώκει να θεσμοθετήσει τη δημιουργία δύο «μικρών ΔΕΗ» που θα πωλούνταν στον ανταγωνισμό.
H ευκαιρία
Ο υπουργός Ενέργειας Γιάννης Μανιάτης το 2014 επί συγκυβερνήσεως ΝΔ – ΠαΣοΚ νομοθετεί τη «μικρή ΔΕΗ», ένα χαρτοφυλάκιο που αντιστοιχούσε στο 30% των μονάδων παραγωγής ρεύματος, του πελατολογίου και δανεισμού. Η δημόσια εταιρεία είχε την τελευταία της ευκαιρία να αφήσει πίσω της ομαλά και αναίμακτα την εποχή του μονοπωλίου, βάζοντας μάλιστα στα ταμεία της όπως έχουν πει ο κ. Μανιάτης και ο πρώην πρόεδρος της ΔΕΗ Αρθούρος Ζερβός έσοδα 1,5 με 2 δισ. ευρώ.