«Μου αρέσει να πειράζω τα έργα»


«Φύλαξον το έργο μου το αρχαίο /Και φύλα το να ξαναγίνει νέο /Κάνε την όποια αλλαγή/Κάν’ την μπροστά στον θεατή/Μα εξήγησέ του το γιατί/Για να μπορεί αυτός να κρίνει/Και στο φινάλε να συγκρίνει…»


Το μεγάλο Χ της εφετινής Επιδαύρου προέρχεται από τους «Βατράχους» του Αριστοφάνη, την κωμωδία που επέλεξε ο Δημήτρης Λιγνάδης να μετατρέψει σε «ΒΑΤΡΑ-Χ», διασκευάζοντας και σκηνοθετώντας το αρχαίο κείμενο με στόχο να του προσδώσει τη σημερινή του μορφή. «Υπάρχει ο Αριστοφάνης π.Χ., προ Χριστού δηλαδή, και ο Αριστοφάνης μ.χ., δηλαδή, μετά το χειρουργείο. Ε, λοιπόν, εγώ θέλω να παρουσιάσω και τους δύο» λέει, καθώς μου έχει ήδη «απαγγείλει» τους ομοιοκατάληκτους στίχους που ο ίδιος έγραψε και αποτελούν τον ρόλο του Γιώργου Μαρίνου: ως Ηρακλής, κάνει μια εισαγωγή στο κοινό και παρεμβαίνει κατά τη διάρκεια της παράστασης. «Αν ζητούσα μια ευφρόσυνη συμβουλή για τη θεατρική κωμωδία σήμερα, θα τη ζητούσα από τον Μαρίνο με πρώτο θεατή τον Λάκη Λαζόπουλο… Αυτούς τους δύο τους χωρίζουν ένα… πλατό ποτάμι και διάφορα κανάλια…» συμπληρώνει.


Γιατί όμως θέλησε να ανεβάσει τους «Βατράχους» αλλιώς; «Εχω κάτι που μπορείς να το πεις από διαστροφή ως πειραματισμό. Πειράζω τα έργα. Αλλωστε το πείραμα με το πείραγμα έχουν την ίδια ρίζα. Δυσκολεύομαι να δεχτώ ότι έργο είναι μόνον το γράμμα του κειμένου. Είναι ένα σήμα κωδικοποιημένο που οφείλει ο κάθε αναδημιουργός να αποκωδικοποιήσει. Θα έλεγα ότι ο σκηνοθέτης οφείλει να υποκαταστήσει τον συγγραφέα… Τι νομίζω ότι θες να πεις σήμερα, Αριστοφάνη; Εχει μεγάλη σημασία το επίκαιρο, το χρονικό σημείο. Οι «ΒΑΤΡΑ-Χ» είναι και η πορεία δύο ηθοποιών να το ανεβάσουν». Σαν να κρατά αποστάσεις από το κλασικό: «Αν για κάποιον λόγο θελήσεις να πετάξεις τις φασκιές, μπορεί να φύγουν μαζί και ρούχα. Μπορεί όμως και δέρμα. Αν κλασικό σημαίνει αραχνιασμένο και αρχαίο, εγώ το αντιλαμβάνομαι ζωντανό και ραδιενεργό. Αν ο Αριστοφάνης με τις παραστάσεις του ήθελε να κάνει εφέ για να κερδίσει το βραβείο, το ίδιο θα κάνω κι εγώ». Και ο τίτλος; «Αυτά είναι και λίγο εξυπνάδες. Κι εγώ δεν θα ήθελα να μείνω στο εξυπνακίστικο. Η δουλειά μου πρέπει να πουληθεί. Πρόθεσή μου είναι η παράσταση να έχει τη δική μου ταυτότητα, αλλά ζήτησα ένα θέατρο δέκα χιλιάδων θέσεων όχι για να κάνω παράσταση για πεντακόσιους… Ζητάω την Επίδαυρο για να επικοινωνήσω με όλους».


Ο θίασος δείχνει να διαθέτει και το εμπορικό του στίγμα. Διαφωνεί: «Κι ας μην με πιστεύει κανείς, οι επιλογές μου δεν ήταν με εμπορικά κριτήρια. Η Ελλάδα έχει και Μακ Ντόναλντ και πεύκα – και τα δύο είναι ωραία. Το θέατρο δεν είναι έκφραση. Είναι η επικοινωνία της έκφρασης». Και ο ίδιος αναζητεί και διεκδικεί τη θέση του μέσα σε αυτό: «Φυσικά και θα ήθελα να αφήσω τη σφραγίδα μου. Κάνω αυτή τη δουλειά για να με αποδέχεται ο κόσμος, για να λένε τι καλός που είμαι. Κι αν θελήσουν να μου στήσουν και ανδριάντα, πολύ ευχαρίστως. Το θέμα είναι τι μέσα θα μετέλθω… Αν έχω κάποιο κίνητρο σε αυτή μου την πορεία, είναι το εκπαιδευτικό. Θέλω να μεταδώσω τις ερωτήσεις μου – πέρα από την αυταρέσκεια και τη ματαιοδοξία μας. Ισως όλο αυτό να κρύβει τις επιρροές από τον πατέρα μου και ακόμη την αίσθηση ότι άμα το μοιραστώ φεύγει ένα βάρος από πάνω μου».


Ο Δηγμήτρης Λιγνάδης ανήκει σε εκείνους που διατηρούν έντονο μέσα τους το δέος για την Επίδαυρο – και αν εφέτος σκηνοθετεί για πρώτη φορά, έχει παίξει στην ορχήστρα της στο παρελθόν. Ξέρει όμως ότι το αρχαίο θέατρο έχει τις απαιτήσεις του, και είναι τεράστιες. «Δεν θα σταματήσω ποτέ να νιώθω δέος και μου αρέσει η επιδαυρίτιδα που έχουν όλοι οι ηθοποιοί. Δεν μοιάζει με κανένα άλλο θέατρο. Θέλω να κρατήσει τον μαζικό λαϊκό της χαρακτήρα, την τουριστική της παράμετρο, το φολκλόρ, μια ζωντανή, ανανεούμενη διάθεση. Ολα πρέπει να υπάρχουν στην Επίδαυρο» εξηγεί. Ο ίδιος πάντως νιώθει προστατευμένος για την πρώτη του κάθοδο, μια που του το επιτρέπει η «ανοιχτωσιά» προς το καινούργιο του Γιάννη Χουβαρδά. «Οσο για την κριτική, και με προβληματίζει και με επηρεάζει».


«ΒΑΤΡΑ-Χ» από το Εθνικό Θέατρο. Πρεμιέρα στους Δελφούς (4/7, Θέατρο Φρύνιχος). Παραστάσεις στην Επίδαυρο (11-12/7), στις 21.00.