100% Ραπτόπουλος
Ενας πεζογράφος της γενιάς του 1980 εξομολογείται και αυτοβιογραφείται
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Το 2012, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος, έχοντας πίσω του δυο δεκάδες βιβλία, σενάρια ταινιών και μεταφράσεις, παραχώρησε, σε ηλικία μόλις 53 ετών, το αρχείο του στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη προνοώντας για την υστεροφημία του. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το αυτοβιογραφικό Η υψηλή τέχνη της αποτυχίας (Ικαρος, 2012), μια εκτενής συλλογή προσωπικών κειμένων. Υστερα από δύο μυθιστορήματα που αναμετρώνται με την Ιστορία και τα Δεκεμβριανά (Η πιο κρυφή πληγή, Ικαρος, 2012) και την πρόσφατη οικονομική κρίση (Ο άνθρωπος που έκαψε την Ελλάδα, Κέδρος, 2018), συμπληρώνει τη σκιαγράφηση του εαυτού με τον τόμο Ο,τι καλύτερο μου έχει συμβεί (Κέδρος, 2021).
Τα 36 σύντομα κείμενα του βιβλίου εκτείνονται σε όλους τους κύκλους του ατομικού: τη σχέση με τον εαυτό και τον χρόνο, την υγεία, την ευζωία, τους γονείς, τη σύζυγό του δημοσιογράφο Σταυρούλα Παπασπύρου και την κόρη του Κατερίνα («… αναμφισβήτητα ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί γενικά στη ζωή μου»), με τις δημιουργικές ενασχολήσεις, αλλά και με θέματα της πολιτικής και της κοινωνικής επικαιρότητας. Αναμνήσεις και ανεκδοτολογικά επεισόδια σκιαγραφούν τις σχέσεις του με τον μέντορά του Μένη Κουμανταρέα, με τον έτερο μέντορα και κουμπάρο του Δημήτρη Νόλλα, την εκδότρια του Κέδρου Κάτια Λεμπέση και τον σκηνοθέτη Νίκο Παναγιωτόπουλο που μετέφερε με εμπορική επιτυχία τον Εργένη στον κινηματογράφο. Την προσωπογραφία του συγγραφέα συμπληρώνουν σχόλια για τη σχέση του με το κοινό και την κριτική και αναφορές στα πρώτα διαβάσματα (Καζαντζάκης και Ιούλιος Βερν, λαϊκά αναγνώσματα και κόμικς) και τα κρυφίως διαβασμένα από την πατρική βιβλιοθήκη Θα φτύσω στους τάφους σας του Μπορίς Βιάν και Λολίτα του Ναμπόκοφ, που άφησαν το αποτύπωμά τους στα δικά του «σεξουαλικά γραπτά».
Ο επαγγελματίας συγγραφέας
Η αφήγηση ιδιωτικών ιστοριών ηδονιστικού ή σκοτεινού «ροκ» ατομισμού και το σεξ ήταν στοιχεία της (ανδρικής κυρίως) πεζογραφίας της γενιάς του 1980, στην οποία ανήκει ο Ραπτόπουλος. «»Ο θρίαμβος της πορνογραφίας», όπως το έθεσε επί λέξει ο Ηλίας Πετρόπουλος, έβαλε τη σφραγίδα του στον ύστερο 20ό αιώνα. Το ζήσαμε ακόμη και στην Ελλαδίτσα μας στη δεκαετία του ’90, όπου κυριάρχησαν lifestyle περιοδικά σαν το διαβόητο Κλικ. Μια εποχή που, από την άποψη αυτήν, εκφράζεται λογοτεχνικά κυρίως με το μυθιστόρημά μου Λούλα», εξηγεί σήμερα αναδρομικά («Ζωικοί χυμοί»).
Ακριβώς αυτή η έκρηξη του Τύπου και των εκδόσεων τη δεκαετία του 1990 μαζί με την ελεύθερη ραδιοφωνία και την ιδιωτική τηλεόραση επέτρεψε την ανάδυση του ευπώλητου συγγραφέα και του επαγγελματία συγγραφέα. O συγγραφέας των Διοδίων (1982), των Τζιτζικιών (1985) και του Εργένη (1993), που εμφανίστηκε σε ηλικία 20 ετών με τα Κομματάκια (1979), ανήκει στη γενιά των πεζογράφων του 1980 που βιοπορίζονται γράφοντας, συνεργαζόμενοι με το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση και τον Τύπο της εποχής. Πολλά από τα κείμενα αυτού του τόμου θα μπορούσαν άλλοτε να είχαν δημοσιευθεί σε περιοδικά. Κάποια είναι πολιτικά σχόλια, για τον ευρωπαϊκό Νότο και τη σημερινή Ελλάδα, ορισμένα πλατειάζουν εξομολογητικά επί προσωπικού, άλλα είναι συγγραφικά αυτοσχόλια. Κάποια άλλα έχουν καθολικότερο ενδιαφέρον, όπως στην περίπτωση που ο Ραπτόπουλος αναλογίζεται τη θέση της γενιάς του στο συνεχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας: «…ίσχυε μια αίσθηση σκυταλοδρομίας και νιώθαμε ότι παραλαμβάνουμε τη σκυτάλη ή, αλλιώς, τα σκήπτρα από τους προηγούμενους… Νιώθαμε ότι υπάρχει μια διαδικασία διαδοχής» λέει για τη σχέση των συνοδοιπόρων του με τους μεταπολεμικούς συγγραφείς. Τώρα, «Η αίσθηση σκυταλοδρομίας έχει κάνει φτερά και οι νέοι λογοτέχνες αντιμετωπίζουν τους προηγούμενους σαν να είναι αόρατοι, έχοντας ριχτεί με τα μούτρα στον διαγκωνισμό, στον ανταγωνισμό μεταξύ τους. Κι έτσι παρατηρεί κανείς αγέλες νέων συγγραφέων, που ορισμένες φορές συγκεντρώνονται γύρω από κάποιες ιστοσελίδες, να αλληλολιβανίζονται και να μη βλέπουν παρά μόνο τον εαυτό τους ή την παρέα τους στον καθρέφτη» παρατηρεί με κάποια πικρία («Φωνές βοώντων εν τη ερήμω»).
Ως συγγραφέας μιας γενιάς που είχε την εξαιρετική ικανότητα να εκφράζει τις κυρίαρχες τάσεις στην κοινωνία και στη γραφή, αποτυπώνει και σε αυτά τα πρωτοπρόσωπα κείμενα τα ρεύματα της εποχής μας. Πώς το καφές και τσιγάρα, σεξ, απιστίες και ο ατομισμός των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα έχουν δώσει τη θέση τους στην υγιεινή ζωή και στην οικογένεια, το πρότυπο βίου του Νόρμαν Μέιλερ σε εκείνο του Χαρούκι Μουρακάμι: «το κολυμβητήριο και οι υπόλοιπες δραστηριότητες που σχετίζονται με το σώμα μου, από τον χορό μέχρι την πεζοπορία, είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί τελευταία» θα γράψει ο Ραπτόπουλος. Οσο για τις τρέχουσες τάσεις στη γραφή, είναι κι εδώ αποκαλυπτικός: «ο 20ός αιώνας μάς δίδαξε ότι και οι αυτοβιογραφίες δεν είναι παρά μυθοπλασίες, εξ ου και ο σχετικά νεοπαγής όρος «αυτομυθοπλασία»» («100% Ραπτόπουλος»).
{SYG}Βαγγέλης Ραπτόπουλος{SYG}{TIT}Ο,τι καλύτερο μου έχει συμβεί{TIT}{EKD}Εκδόσεις Κέδρος, 2021, σελ. 168, τιμή 11 ευρ{EKD}ώ

