Οι εφημερίδες, ειδικά οι κυριακάτικες, κάνουν κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες το ίδιο προσεγμένο αφιέρωμα που έχει πάντα τίτλο «Τι χρονιά θα είναι αυτή που έρχεται» – για την ακρίβεια, συνήθως ο τίτλος είναι «Τι να περιμένουμε» ή «Τι μας περιμένει» τη νέα χρονιά. Δεν αναφέρομαι σε αστρολογικές προβλέψεις: τα συγκεκριμένα αφιερώματα είναι πάντοτε σοβαρά. Σχετίζονται κυρίως με την οικονομία αλλά και με την τεχνολογία – συχνά και με την επιστήμη, που είναι κάτι ευρύτερο. Είναι καλογραμμένα και αναλυτικά και γραμμένα όχι αποκλειστικά από Ελληνες. Τα διαβάζω. Προσπαθώντας σε όλες τις περιπτώσεις να καταλάβω σε τι ακριβώς θα διαψευστούν στη συνέχεια.

Ο άνθρωπος έχει μια παράξενη βεβαιότητα ότι το μέλλον διαβάζεται. Ανέκαθεν παρατηρούσε τα άστρα ψάχνοντας οιωνούς. Εκανε θυσίες. Μελετούσε γραφές για να βρει τα σημάδια της επικείμενης Αποκάλυψης. Πίστευε σε μαντεία – ακόμα και σε καφετζούδες και χαρτορίχτρες. Αν αυτά νομίζετε ότι τα κάνουν μόνο οι ελαφρόμυαλοι, απατάσθε: οι πιο φανατικοί με τη λογική άνθρωποι έμαθαν την ανάλυση και την έχουν θεοποιήσει. Οι προβλέψεις που δημοσιεύονται στην αρχή κάθε νέου χρόνου δεν έχουν πια να κάνουν με δοξασίες, αλλά με λογικά συμπεράσματα. Και αναγνώσεις δεδομένων. Και κρίσεις πριν από τις κρίσεις. Και σχεδόν πάντα σε μοντέλα μαθηματικά. Που κυρίως οδηγούν σε συμπεράσματα στέρεα. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε, για να ικανοποιήσουμε την ανάγκη μας να δούμε αυτό πού έρχεται. Η ανάγκη, εν προκειμένω, λειτουργεί σταθερά σχεδόν ηδονοβλεπτικά. Η ανάλυση είναι μια μεγάλη κλειδαρότρυπα. Αλλά μπορείς από την κλειδαρότρυπα να δεις κάθε εικόνα; Αμφιβάλλω πολύ.

Διαβάζω παντού ότι το 2023 μπορεί να είναι μια δύσκολη χρονιά – για την ακρίβεια, όλοι εκφράζουν τη βεβαιότητα πως θα είναι μια δύσκολη χρονιά. Οι ίδιοι αναλυτές είχαν προβλέψει πως θα ήταν εξαιρετικό το 2021, γιατί θα αφήναμε πίσω μας την πανδημία, και ακόμα καλύτερο το 2022, γιατί θα είχαμε μεγάλη ανάπτυξη. Κανείς τους δεν μπόρεσε ποτέ να προβλέψει πως ο Πούτιν θα έκανε επίθεση στην Ουκρανία, όπως κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει ότι ο ιός που τον Δεκέμβριο του 2019 ταλαιπωρούσε την Κίνα θα προκαλούσε παγκόσμιο lockdown ελάχιστους μήνες αργότερα. Τα μοντέλα διαψεύσθηκαν οικτρά από συνθήκες απρόβλεπτες. Διότι η πραγματική ζωή είναι κάτι που μπορείς να αναλύσεις, αλλά δυστυχώς μόνο εκ των υστέρων. Παρ’ όλα αυτά, ουδείς παραιτήθηκε από την ηδονή της πρόβλεψης – υπάρχουν άνθρωποι που ζουν για αυτή.

Σε όλο αυτό υπάρχει πάντα ένα βίτσιο: η αυτoεπιβεβαίωση του ειδικού που συνήθως δουλειά του είναι να μας προσγειώνει. Γι’ αυτό μην τρομάζετε μπροστά σε δυσοίωνες ετήσιες προβλέψεις. Το λέω γιατί οι εφετινές είναι τέτοιες – αν ήταν ευχάριστες θα σας ζητούσα να μη χαίρεστε. Ο ειδικός που τις κάνει μιλάει για αυτόν, όχι απαραίτητα για εμάς. Ακόμα και οι σοβαρότερες αναλύσεις μπορεί να τιναχτούν στον αέρα από το ασήμαντο – με αυτό παλεύουν και αυτές και εμείς. Και όπως και να έχουν τα πράγματα, η γενική πρόβλεψη για την πορεία της οικονομίας π.χ. έχει ολοένα και μικρότερη σχέση με τη ζωή του καθενός μας. Δεν το λέω γιατί η όποια ανάπτυξη σπανίως πλέον βελτιώνει τη ζωή του απλού εργαζομένου: το λέω γιατί το αν θα γίνει η ζωή μας καλύτερη ή χειρότερη την επόμενη χρονιά έχει να κάνει με τα μικρά, αυτά που για την ανθρωπότητα είναι ασήμαντα, αλλά που για εμάς δεν είναι. Oταν θα μας τύχουν μπορεί να αλλάξουν τη ζωή μας κι ας μην έχουν σχέση με τα μακροοικονομικά μεγέθη και τους παγκόσμιους δείκτες.

Δεν αμφισβητώ το γενικό συμπέρασμα: το ξέρω ότι η ύφεση φέρνει πάντα προβλήματα. Απλώς δεν είναι πια δεδομένο πως η ανάπτυξη τα λύνει. Και από τη στιγμή που δεδομένα δεν υπάρχουν, οι λογικές προβλέψεις θα φλερτάρουν πάντα με τη διαβολεμένη την αμφιβολία. Μια δουλειά που κάνεις μπορεί πάντα να καταστραφεί από μια λάθος επιλογή. Eνα σχέδιο μπορεί να τιναχτεί στον αέρα γιατί κάτι απλό δεν το έχεις μετρήσει σωστά. Μια αποτυχία μπορεί να προκύψει ξαφνικά και απροσδόκητα και να οφείλεται, για παράδειγμα, σε ένα ατύχημα. Και από την άλλη, ακόμα και στις χειρότερες οικονομικές συνθήκες, μπορεί να γνωρίσεις έναν τεράστιο έρωτα ή να γίνεις αύριο πατέρας ή μητέρα ή να θεραπευτείς από μια ασθένεια ενώ ήσουν σχεδόν ξεγραμμένος. Ποιος είπε ότι όλα αυτά είναι λιγότερο σημαντικά από τους οικονομικούς δείκτες που διαβάζουν οι Κασσάνδρες-οικονομολόγοι;

Η ζωή μας είναι πια τελείως περίπλοκη ώστε να μπορούμε να έχουμε τη βεβαιότητα των προβλέψεων. Τα τελευταία χρόνια είναι πιο εύκολο να προβλέψεις τα δυσάρεστα από όσο τα ευχάριστα. Ειδικά στην οικονομία, το δυσάρεστο το νιώθεις, ενώ το ευχάριστο το φαντάζεσαι. Η αύξηση του πληθωρισμού, λόγου χάριν, κάνει τους πάντες φτωχότερους, ενώ η μείωσή του δεν τους κάνει όλους πλουσιότερους. Είναι πιο εύκολο να προβλέψεις τις οδύνες ενός πολέμου παρά τις ευεργετικές συνέπειες του τέλους του. Είναι πιο απλό να εξηγήσεις γιατί κάτι δεν μπορεί να γίνει, παρά γιατί κάτι μπορεί να γίνει. Είναι πιο ασφαλές να μιλάς για τα μεγάλα παρά για τα μικρά – το κακό είναι ότι τα μικρά (δηλαδή τα δικά μας) είναι αυτά που μας προβληματίζουν και περισσότερο. Ολες αυτές οι μεγάλες αναλύσεις και οι πολυσυζητημένες προβλέψεις μοιάζουν ολοένα και συχνότερα να αφορούν κάποιους άλλους – έναν κόσμο παράλληλο, σαν τα παράλληλα σύμπαντα στα οποία γίνεται χαμός στα περιοδικά κόμικς. Οσο πιο hi-tech γίνεται η ζωή μας τόσο πιο πολύ ξεχωριστή περίπτωση γίνεται ο καθένας από εμάς: αν είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε μόνοι μας τι είδους χρονιά θα έχουμε, πώς, διάβολε, να σταθούμε σοβαρά στις προβλέψεις των ειδικών που ούτε καν μας ξέρουν; Με ποιον άραγε οικονομικό δείκτη μετριέται η αισιοδοξία ή η δύναμη της καρδιάς, που είναι για εκατομμύρια ανθρώπους απαραίτητη;

Ας δεχτούμε τις προβλέψεις σαν να αφορούν άλλους. Δεν προτείνω να αφοσιωθούμε στη γοητεία της αυταπάτης αδιαφορώντας για τη δυσκολία της πραγματικότητας – μιλάω για συνειδητοποίηση. Οσο πιο πολύ συνειδητοποιούμε πως κανένας δεν μπορεί να προβλέψει ειδικά τη δική μας χρονιά τόσο πιο πολύ ωριμάζουμε. Σε τελική ανάλυση, η κάθε είδους μελλοντολογία ποντάρει και λίγο στον φόβο μας για το αύριο. Οσο λιγότερος είναι αυτός ο φόβος τόσο καλύτερα για όλους μας.