Παρατηρώντας την τάση του γιου μου Ερμή για τη μουσική σκεφτόμουν κάτι απλό: εάν πράγματι έχει ταλέντο, τι γίνεται μετά: Πώς μπορεί αυτό το ταλέντο να αποδώσει καρπούς; Κάθε καλλιτέχνης αναρωτιέται τι είναι το ταλέντο. Είναι ένα θείο δώρο; Είναι κληρονομικό; Το βέβαιο είναι ότι είναι δώρο. Ενα δώρο που πρέπει να το συντηρήσεις, να το καλλιεργήσεις. Σαν ένα λουλούδι που αν δεν το ποτίσεις, αν δεν το περιποιηθείς, θα μαραθεί.

Μόνο μέσα από τη φροντίδα και τη δουλειά θα ανθίσει και θα βγάλει καρπούς. Η ύπαρξη του ταλέντου δεν οδηγεί δεδομένα σε κάτι μεγάλο. Ο,τι μας δόθηκε οφείλουμε να το σεβόμαστε.

Πριν από κάποιο διάστημα είχα μια νομίζω ενδιαφέρουσα ιδέα για ένα παιδικό βιβλίο. Επέμενε, με τσιγκλούσε, δεν με άφηνε. Κάποια στιγμή ενέδωσα. Ωραία λοιπόν, προχωράω. Πώς θα την έκανα βιβλίο τώρα; Εκεί αρχίζει η περιπέτειά του, η περιπέτειά μου και η περιπέτεια των ηρώων. Ο Ευγένιος Τριβιζάς λέει πως τα παιδιά με το τίποτα, με ένα σπιρτόκουτο, μπορούν να είναι χαρούμενα. Αν το σκεφτούμε λίγο, είναι μια θαυμαστή λειτουργία του νου, διότι για το παιδί μία κορδέλα μπορεί να είναι ένα ποτάμι, οι πορτοκαλόφλουδες, καραβάκια και ένας χάρακας, σπαθί. Ενα εικονογραφημένο κείμενο είναι κάτι που θα εξάψει τη φαντασία ενός πλάσματος που είναι ολόκληρο φαντασία. Ενός πολυπρισματικού ιλιγγιωδώς εξελισσόμενου όντος που του αρκεί το επίπεδο μηδέν για να υπάρξει σε αυτόν τον κόσμο.

Γράφει η Μαρία Κατσιροπούλου: Η παιδική λογοτεχνία είναι ένας όρος σχετικά νέος που ανθεί τα τελευταία χρόνια και αποτελεί ένα είδος καλλιτεχνικής έκφρασης που καλλιεργείται από ενήλικες και απευθύνεται σε παιδιά. Είναι τα αισθητικά δικαιωμένα λογοτεχνικά κείμενα που είναι σε θέση να φέρουν το παιδί́ σε επαφή με τον χώρο της Τέχνης και ειδικότερα της Λογοτεχνίας (Γιάκου, 1993). Πρόκειται για κείμενα που συμβάλλουν στην ψυχαγωγία των παιδιών, στην πνευματική τους καλλιέργεια και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους. Η σχέση του παιδιού με το βιβλίο μπορεί να ξεκινήσει ήδη από τους πρώτους μήνες κύησης μέσω της μουσικής ανάγνωσης των παραμυθιών (Παπαδάτος, 2009). Η προσχολική ηλικία είναι η καλύτερη περίοδος επαφής του παιδιού́ με το βιβλίο γιατί αρχίζει και ξεχωρίζει το αληθές με το φαντασιακό και παράγει ένα πλήθος διανοητικών και ψυχικών εικόνων (Παναγιωτόπουλος, 2001).

Αυτά δεν είναι τωρινές «ανακαλύψεις». Οι κανονισμοί των σχολείων του ύστερου μεσαιωνικού και των πρώιμων σύγχρονων σχολείων, για παράδειγμα, σίγουρα δείχνουν ότι τα παιδιά θεωρούνταν ότι χρειάζονται χρόνο για παιχνίδι και φαντασία (Pieter Bruegel the Elder, Children’s Games, 1560).

Οι αρχαιολόγοι που εργάζονται σε χώρους σχολείων στην Ολλανδία ανακάλυψαν στοιχεία παιδικών παιχνιδιών που έπαιζαν χωρίς τη συμβολή των ενηλίκων και χωρίς να προσπαθούν να μιμηθούν τη συμπεριφορά τους. Σταδιακά μερικοί συγγραφείς, για την εκπαίδευση πρότειναν ότι η μάθηση έπρεπε να είναι ελκυστική για τα παιδιά. Αυτή η «προοδευτική» άποψη για την ανάπτυξη των παιδιών αποδίδεται συχνά στον John Locke.

Μόλις βγαίνει λοιπόν το δεύτερο παιδικό μου βιβλίο. Πριν ασχοληθώ με αυτό έκανα μια έρευνα. Διάβασα πράγματα έξυπνα αλλά και άλλα απλούστατα σαν εκείνα που κατακλύζουν τους οδηγούς δημιουργικής γραφής. Τα περισσότερα παιδικά βιβλία με εικόνες είναι 32 σελίδων, συμπεριλαμβανομένης της σελίδας των τίτλων, των πνευματικών δικαιωμάτων, του μπροστινού και του πίσω θέματος.

Το πρότυπο 32 σελίδων δεν είναι κακή ιδέα για ένα πρώτο παιδικό βιβλίο. Ωστόσο, εάν δεν θέλει κανείς ή δεν μπορεί να επιμείνει σε αυτόν τον αριθμό, η συμβουλή είναι να προσπαθήσει το βιβλίο του να έχει συνολικό αριθμό σελίδων πολλαπλάσιο του 8 (24, 32, 40, 48 κ.τ.λ.)

Οπως και ο αριθμός σελίδων, ο αριθμός των λέξεων είναι επίσης κάτι που πρέπει να γνωρίζει κανείς, καθώς μορφοποιεί το βιβλίο. Τα περισσότερα παιδικά βιβλία με εικόνες είναι συνολικά κάτω από 500 λέξεις. Λίγο παραπάνω μπορεί να μην είναι μεγάλη υπόθεση, αλλά η μορφοποίηση δεν είναι μόνο η τοποθέτηση ενός βιβλίου στον φυσικό του χώρο, έχει να κάνει με τη διάθεση ενός βιβλίου που έχει τις καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Μην ξεχνάμε και τον συγκερασμό των τεχνών. Το παιδικό βιβλίο, σαν μορφή τέχνης βασίζεται στην αλληλεξάρτηση της εικόνας με τον λόγο. Σ’ ένα βιβλιοπωλείο ο χώρος των παιδικών βιβλίων είναι μια πολύχρωμη γωνιά, ένα καλειδοσκόπιο χρωμάτων που παραπέμπει σε δράση και παιχνίδι.

Ο,τι διαβάσατε στις προηγούμενες παραγράφους μην τα πάρετε ως θέσφατο. Μπορεί μεν να είναι αποτέλεσμα προγραμμάτων, αλγορίθμων κ.τ.λ. αλλά πλέον παράγει πανομοιότητα βιβλία, βιβλία πατρόν, βιβλία που επιβεβαιώνουν έναν (σωστό κατά βάση) τρόπο σχεδιασμού μιας αφήγησης.

Το παιδί όμως δεν είναι ο όποιος αναγνώστης.

Η ανάγνωση του ανοίγει έναν τελείως άλλον κόσμο. Βοηθάει στη συναισθηματική ανάπτυξή του, εξοικειώνεται με εκείνα των ηρώων που διαβάζει. Επίσης κατανοεί και τα δικά του. Εκτονώνει συναισθήματα και επιθυμίες που στην πραγματικότητα ίσως να μην μπορούσε να βιώσει. Ζει εκ τους ασφαλούς κάποιες εμπειρίες, κάποιες περιπέτειες και πλουτίζει – θρέφει – την ψυχή του με αυτές.

Μερικά από τα πράγματα που αγαπάμε περισσότερο για τα βιβλία που διαβάζουμε ως παιδιά είναι κάποιες σταθερές «μαγικές μεταμορφώσεις» ότι τα ζώα μπορούν να μιλήσουν, να τραγουδήσουν, να περπατήσουν στα δύο πόδια και να κάνουν κάθε λογής καταπληκτικά πράγματα. Ο «εξανθρωπισμός» των ζώων βοηθάει στην οικοδόμηση ενσυναίσθησης και δεσμών μεταξύ των παιδιών και των φίλων μας που ζουν στη φύση.

Κλείνω με κάποιες απόψεις του μεγάλου έλληνα συγγραφέα παιδικών βιβλίων, Ευγενίου Τριβιζά:

Δεν πρέπει να υποτιμάμε τα παιδιά, ούτε να τους φερόμαστε συγκαταβατικά. Καταλαβαίνουν πολύ περισσότερα απ’ όσα θέλουμε να πιστεύουμε. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν να ξεπερνούν την πραγματικότητα, όχι μόνο να την υπηρετούν. Προσαρμόζοντας το παιδί στη δική μας πραγματικότητα, δολοφονούμε την ικανότητά του να ονειρεύεται.

Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.