Τέλος στα βαριά χειρουργεία και τις μεγάλες τομές για την αντιμετώπιση της καρδιακής ανεπάρκειας και αντικατάστασή τους με χαμηλού κινδύνου και άμεσης ανάρρωσης παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται μέσω μιας μικρής οπής στον μηρό, υπόσχεται η διαδερμική επεμβατική θεραπεία που αναπτύσσεται στο Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης.

Την πρώτη στον κόσμο διαδερμική αντικατάσταση μιτροειδούς βαλβίδας πραγματοποίησε τον Απρίλιο του 2022, ο Δρ Βλάσης Νινιός, Διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής στο Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης, ταράζοντας τα «ύδατα» της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας. Ο ίδιος εξηγεί γιατί η διαδερμική επεμβατική θεραπεία είναι το μέλλον στην αντιμετώπιση ακόμα και περίπλοκων καταστάσεων καρδιακής ανεπάρκειας.

Τι είναι η διαδερμική επεμβατική θεραπεία που εφαρμόζεται στο Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης και γιατί θεωρείται ότι φέρνει νέα δεδομένα στην αντιμετώπιση της καρδιακής ανεπάρκειας;

«Η διαδερμική επεμβατική θεραπεία είναι μια ελάχιστα τραυματική διαδικασία που δεν έχει σχέση με τις συμβατικές ανοικτές καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις. Αντί για μεγάλες τομές, ανοίγουμε μια μικρή οπή σε μια φλέβα στον μηρό κι από εκεί έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε πλήθος παρεμβάσεων, χωρίς ούτε να ανοίξει το στέρνο ούτε να σταματήσει η καρδιά ούτε ο ασθενής να μπει σε εξωσωματική κυκλοφορία. Αυτή ακριβώς η διαδικασία τηρήθηκε και κατά την πρώτη διαδερμική αντικατάσταση μιτροειδούς βαλβίδας που έγινε από την ομάδα μας στο Ιατρικό Διαβαλκανικό τον περασμένο Απρίλιο για πρώτη φορά στον άνθρωπο και στον κόσμο».

Ποια είναι η πορεία των ασθενών μετά από διαδερμική θεραπεία συγκριτικά με συμβατικές προσεγγίσεις;

«Ολοι οι ασθενείς μας είναι καλά, είχαν ταχύτατη ανάρρωση και καταφέραμε να μειώσουμε κατά πολύ τον χρόνο της νοσηλείας τους. Ενδεικτικά, ασθενείς που υπό άλλες συνθήκες θα χρειαζόταν να παραμείνουν για 7-10 ημέρες περίπου στο νοσοκομείο και να καταστούν λειτουργικοί μετά από ένα διάστημα περίπου ενός μηνός, χάρη στη διαδερμική μέθοδο καταφέραμε να νοσηλευτούν για μόνο 3-4 ημέρες και να επανέλθουν άμεσα στις καθημερινές στους συνήθειες».

Τι αντίκτυπο έχει κάνει αυτή η προσέγγιση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα;  Αληθεύει ότι προσέρχονται στη Θεσσαλονίκη μεγάλα κεφάλια της Επεμβατικής Καρδιολογίας και της Καρδιοχειρουργικής προκειμένου να δουν τη μέθοδο και να εκπαιδευτούν σε αυτή;

«Υπήρχε μια συνέχεια σε αυτές τις επεμβάσεις: πραγματοποιήθηκαν άλλες δύο στο Ιατρικό Διαβαλκανικό κι άλλες πέντε στην Ευρώπη, ενώ τέλη Φεβρουαρίου ξεκινάμε τις επεμβάσεις πλέον και στις ΗΠΑ με σκοπό να εκπαιδεύσουμε συναδέλφους στη μέθοδο. Αυτό αντανακλά το έντονο ενδιαφέρον που υπάρχει στα μεγάλα κέντρα του εξωτερικού. Ενδεικτικά, κατά την τελευταία επέμβαση που έλαβε χώρα πρόσφατα στο Ιατρικό Διαβαλκανικό παρευρέθησαν για να την παρακολουθήσουν οι Paul Sorajja και Vinnie Bapat, καθηγητής Επεμβατικής Καρδιολογίας και Καρδιοχειρουργικής αντίστοιχα στο Minneapolis Heart Institute των ΗΠΑ, δηλαδή δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα στον χώρο. Δύο καθηγητές ενθουσιάστηκαν και αποφάσισαν να ξεκινήσουν και αυτοί τις ίδιες επεμβάσεις με την καθοδήγησή μας».

Τι είδους υποδομή απαιτείται για αυτού του είδους τις επεμβάσεις;

«Η απαραίτητη υποδομή είναι κρίσιμης σημασίας για την επιτυχή διενέργεια τόσο πρωτοποριακών επεμβάσεων. Το νοσοκομείο χρειάζεται να διαθέτει μια «ομάδα καρδιάς» ειδικά οργανωμένη και στελεχωμένη καθώς και ανάλογο τεχνολογικό εξοπλισμό. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ομιλος Ιατρικού Αθηνών εξοπλίζει το Ιατρικό Διαβαλκανικό με καινούργιες χειρουργικές αίθουσες, εκ των οποίων η μία είναι υβριδική. Είναι δηλαδή μία αίθουσα που μπορούν ταυτόχρονα να εργαστούν ο επεμβατικός καρδιολόγος και ο καρδιοχειρουργός πραγματοποιώντας από κοινού επεμβάσεις με απόλυτη ασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, ο τεχνολογικός εξοπλισμός που εγκαταστάθηκε είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Στην Ευρώπη, μόνο το Ιατρικό Διαβαλκανικό και ένα ακόμα κέντρο στη Βαρκελώνη διαθέτουν τόσο εξελιγμένα μηχανήματα».