Ποια είναι τα όρια του «άξονα φιλίας» Μόσχας – Αγκυρας όπως τον χαρακτήρισε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν; Μόνο ο χρόνος μπορεί να δείξει αν η παραδοσιακή «λυκοφιλία» των δύο χωρών έχει τις δυνατότητες να μετατραπεί σε κάτι βαθύτερο. Ωστόσο ο κ. Ερντογάν, σε μια περίοδο εσωτερικής πολιτικής αστάθειας, οικονομικής αβεβαιότητας, αλλά και έντασης (τουλάχιστον ρητορικής) με την Ουάσιγκτον και την Ευρώπη, έκρινε ότι έπρεπε να προχωρήσει στην ομαλοποίηση των σχέσεών του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, έστω κι αν η Ρωσία έχει αποτελέσει ιστορικά τη «Νέμεση» της Τουρκίας.
Το ερώτημα όμως είναι πόσο ρεαλιστική θα ήταν μια γεωπολιτική στροφή της Αγκυρας προς τη Ρωσία. Η απάντηση αυτή δεν είναι εύκολη. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα των δύο χωρών εμφανίζουν, ιστορικά, μεγάλες αποκλίσεις. Δεν είναι φυσικά η πρώτη φορά που η Αγκυρα στρέφεται προς τη Μόσχα ως απάντηση σε κινήσεις της Ουάσιγκτον που την ενόχλησαν. Αρκεί κανείς να θυμηθεί ότι το 1964, μετά την προειδοποίηση του αμερικανού προέδρου Λίντον Τζόνσον ότι δεν θα παρέμβει σε περίπτωση εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο, η Αγκυρα προσέγγισε την τότε Σοβιετική Ενωση και υπέγραψε τρία χρόνια αργότερα, το 1967, ευρεία Συμφωνία Οικονομικής και Τεχνικής Συνεργασίας. Η Τουρκία παρέμεινε όμως σταθερή στο αμυντικό σύστημα της Δύσης.
Το ζήτημα που ενδεχομένως να καθόριζε μια γεωπολιτική στροφή θα ήταν μια ουσιαστική αλλαγή στάσης της Αγκυρας στο Συριακό. Πρόκειται όμως για ένα θέμα για οποίο οι διαβουλεύσεις Πούτιν – Ερντογάν εκτυλίχθηκαν σε βαθύ παρασκήνιο ώστε να εξαχθούν γρήγορα συμπεράσματα. Οι ενδείξεις πάντως από κορυφαίους διεθνείς παίκτες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία, είναι ότι δεν κρίνουν «καταστροφική» τη ρωσοτουρκική προσέγγιση –τουλάχιστον προς το παρόν. Σε αυτό το πλαίσιο, η επίσκεψη του Τζον Κέρι στην Τουρκία στις 24 Αυγούστου θα ξεκαθαρίσει πολλά. Η παρέμβαση της εκπροσώπου του ΝΑΤΟ ότι «δεν τίθεται ζήτημα για την ιδιότητα της Τουρκίας ως μέλους» της Συμμαχίας καταδεικνύει πως η Ουάσιγκτον θέτει τον τόνο, ενώ ανάλογη παρέμβαση έκανε και το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.
«Είναι η οικονομία, ηλίθιε!»


Το σκηνικό της συνάντησης Πούτιν – Ερντογάν στην πρώην αυτοκρατορική κατοικία στα περίχωρα της Αγίας Πετρούπολης που βλέπει από ψηλά τον Κόλπο της Φινλανδίας ήταν μάλλον το αναμενόμενο. Ο τούρκος πρόεδρος προσφώνησε «αγαπητέ μου φίλε» τον κ. Πούτιν αρκετές φορές, ενώ ο ρώσος ηγέτης ήταν, λόγω και ιδιοσυγκρασίας, πιο συγκρατημένος. Ηταν σαφές ότι ο κ. Ερντογάν ήθελε να στείλει ένα μήνυμα σε Ευρωπαίους και Αμερικανούς ότι είναι δυσαρεστημένος από τη στάση τους έναντι του ιδίου για τα όσα έχουν επακολουθήσει μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου, σε αντίθεση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν που αμέσως του προσέφερε τη στήριξή του. Αυτό δεν θα μπορούσε παρά να ικανοποιεί τον ισχυρό άνδρα του Κρεμλίνου που αρέσκεται να αναζητεί τους αδύναμους αρμούς στη «στρατηγική πανοπλία» της Δύσης (ΕΕ και ΝΑΤΟ).
Η ομαλοποίηση των σχέσεων Μόσχας – Αγκυρας έχει μια οικονομική πτυχή που είναι εμφανής και μια στρατηγική πτυχή που είναι πολύ πιο ευαίσθητη. Η Τουρκία δεν έχει την πολυτέλεια να αγνοήσει τη Ρωσία στον οικονομικό τομέα και για τον λόγο αυτόν, στην πρώτη ευκαιρία, ο κ. Ερντογάν επεδίωξε το «λιώσιμο των πάγων» που ακολούθησε την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού από την τουρκική Πολεμική Αεροπορία τον Νοέμβριο του 2015 στη Συρία. Το πρόσφατο αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της εφημερίδας «Hurriyet» για τη μυστική διπλωματία που οδήγησε στην αποκατάσταση των ρωσοτουρκικών σχέσεων στα τέλη Ιουνίου (με βασικό διαμεσολαβητή τον επιχειρηματία Τσαβίτ Τσαγκλάρ και κρίσιμους παίκτες τον εξ απορρήτων σύμβουλο του Ερντογάν Ιμπραήμ Καλίν, τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου στρατηγό Χουλούσι Ακάρ και τον πρόεδρο του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ) καταδεικνύει πόσο πολύ ήθελε η Αγκυρα να κλείσει αυτό το μέτωπο.
Στον οικονομικό τομέα υπήρξαν σαφείς αποφάσεις, αν και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους μένει να φανεί. Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα, οι δύο άνδρες συμφώνησαν στην ίδρυση ενός κοινού επενδυτικού ταμείου, στην άρση των απαγορεύσεων που περιορίζουν το διμερές εμπόριο, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αφορούν τις εξαγωγές τουρκικών γεωργικών προϊόντων, στην κατάργηση της βίζας για τους Ρώσους που επισκέπτονται την Τουρκία και στη δημιουργία τριμερούς μηχανισμού Ρωσίας – Τουρκίας – Αζερμπαϊτζάν. Σημαντική θα είναι επίσης η πλήρης αποκατάσταση των πτήσεων τσάρτερ προς την Τουρκία, καθώς το πρώτο εξάμηνο του 2016 ο αριθμός ρώσων τουριστών μειώθηκε κατά 87%.
Η υπόθεση Turkish Stream


Αν και ολιγόλογος, ο κ. Πούτιν έδωσε πάντως τον τόνο χαρακτηρίζοντας «κλειδί» την ενεργειακή συνεργασία. Δύο είναι τα βασικά σχέδια στην ενέργεια. Το πρώτο, στο οποίο ο κ. Ερντογάν υποσχέθηκε ότι θα προσδώσει το καθεστώς της στρατηγικής επένδυσης, είναι η κατασκευή του πυρηνικού σταθμού στο Ακούγιου. Την κατασκευή έχει αναλάβει η Rosatom που έχει ήδη επενδύσει περίπου 2,7 δισ. ευρώ. Το δεύτερο ενεργειακό σχέδιο αφορά την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream, με τον οποίο η Μόσχα θεωρεί ότι μπορεί να παρακάμψει την εξαγωγική οδό μέσω Ουκρανίας.
Ο ρώσος υπουργός Ενέργειας Αλεξάντρ Νόβακ επανέλαβε στις 9 Αυγούστου μια παλαιότερη δήλωσή του ότι αν όλα πάνε καλά, τότε ο αγωγός θα μπορούσε να είναι επιχειρησιακός τον Δεκέμβριο του 2019. Πρόκειται για τον αγωγό που σύμφωνα με τον αρχικό ρωσικό σχεδιασμό, όπως είχε ανακοινωθεί το 2014, θα μπορούσε να συνεχίσει την πορεία του προς την Ελλάδα. Η Ρωσία και η Τουρκία δεν υπέγραψαν την απαιτούμενη διακρατική συμφωνία, καθώς υπήρξε διαφωνία μεταξύ της Gazprom και της τουρκικής BOTAS για το αν η κατασκευή του αγωγού συνδέεται ή όχι με τη μείωση της τιμής του αερίου που είχε ζητήσει η δεύτερη.
Ωστόσο η Μόσχα ακολουθεί στο θέμα του Turkish Stream μια τακτική «ζεστού – κρύου». Προτιμά να διατηρεί όλες τις επιλογές της ανοιχτές και είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις τέσσερις ημέρες πριν από την επίσκεψη Ερντογάν ο κ. Πούτιν είχε επικοινωνία με τον πρωθυπουργό της Βουλγαρίας Μπόικο Μπορίσοφ εξετάζοντας το ενδεχόμενο αναβίωσης του South Stream. Στις 8 Αυγούστου συμμετείχε επίσης σε τριμερή συνάντηση στο Αζερμπαϊτζάν με τον αζέρο πρόεδρο Ιλχάμ Αλίγεφ και τον ιρανό πρόεδρο Χασάν Ρουχανί στην οποία τα ενεργειακά κυριάρχησαν.

Μηχανισμός συνεργασίας
Το «κλειδί» του Συριακού, οι Κούρδοι και η στάση των Δυτικών

Στο πολιτικό σκέλος είναι ξεκάθαρο ότι το βασικό σημείο συζήτησης των δύο πλευρών ήταν το Συριακό. Η σημαντικότερη εξέλιξη ήταν η δημιουργία ενός μηχανισμού συνεργασίας σε επίπεδο διπλωματικό, στρατιωτικό και πληροφοριών με την πρώτη συνάντηση αντιπροσωπειών να λαμβάνει χώρα στις 11 Αυγούστου. Κομβικό ρόλο από τουρκικής πλευράς θα έχει ο επικεφαλής της ΜΙΤ Χακάν Φιντάν. Επιπλέον, θα επαναλειτουργήσει η απευθείας γραμμή επικοινωνίας μεταξύ των δύο Γενικών Επιτελείων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Μόσχα αντιλαμβάνεται ότι στο Συριακό έχει το «πάνω χέρι». Ανάμεσα στα θέματα που θα συζητηθούν στο πλαίσιο του νέου μηχανισμού είναι το άνοιγμα ανθρωπιστικών διαδρόμων, η επίτευξη εκεχειρίας και η πολιτική μετάβαση. Ο κ. Ερντογάν αναγνώρισε επίσης πρόσφατα ότι η Ρωσία είναι «ο σημαντικότερος και πρωταρχικός δρώντας για την ειρήνη στη Συρία». Αυτή η αλλαγή τόνου υπέρ της Μόσχας θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Αγκυρα είναι διατεθειμένη «να ρίξει νερό στο κρασί της» σε ό,τι αφορά το μέλλον του Μπασάρ αλ Ασαντ ή την υποστήριξη των ανταρτών που τον μάχονται, ώστε να κερδίσει σε άλλα μέτωπα, όπως η μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους και κυρίως μια απόφαση της Ρωσίας να πάψει να υποστηρίζει τους Κούρδους της Συρίας. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε πάντως ότι η ομαλοποίηση των ρωσοτουρκικών σχέσεων δεν πρέπει να ιδωθεί ως μήνυμα προς τη Δύση. Σημείωσε ότι η βάση του Ιντσιρλίκ λειτουργεί πλέον κανονικά και η Τουρκία θα συνεχίσει να συμμετέχει στις επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ