Στην Ευρώπη η ασφάλιση κατέχει υψηλή θέση ανάμεσα στις υπηρεσίες που συνειδητά και αυτονόητα «αγοράζει» ένας ενήλικος, όπως το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού και η απόκτηση διπλώματος οδήγησης. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η ασφαλιστική συνείδηση είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη συγκριτικά με την Ελλάδα, με τα ασφάλιστρα να αποτελούν το 9% περίπου ως ποσοστό του ΑΕΠ, τη στιγμή που στη χώρα μας είναι κοντά στο 2,5%.
Ο κυριότερος λόγος για το γεγονός ότι ο θεσμός της ασφάλισης στην Ελλάδα δεν χαίρει της αναγνώρισης που του αξίζει είναι η ως πρόσφατα εκτεταμένη κάλυψη ασφαλιστικών αναγκών όπως η σύνταξη και η υγεία από το κράτος, που για χρόνια απέτρεπε τους καταναλωτές ακόμη και να αναρωτηθούν αν οι παροχές τους θα ήταν επαρκείς σε βάθος χρόνου και κυρίως αν ήταν προσαρμοσμένες στις δικές τους ατομικές ανάγκες. Σύνταξη και υγεία σήμαινε κράτος. Εκτός αυτού, υπήρχαν βέβαια και άλλες αιτίες για την περιορισμένη διείσδυση της ασφάλισης στην ελληνική κοινωνία, μεταξύ των οποίων στρεβλώσεις που αντιμετώπισε η αγορά στο παρελθόν αλλά και φαινόμενα ελλιπούς ελέγχου που πλέον έχουν εξαλειφθεί.
Σήμερα ωστόσο που η οικονομική συγκυρία έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο σκέψης, αξιολόγησης και προτεραιοποίησης των ζητημάτων τα οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και έχει αναδείξει ελλείμματα και δυσλειτουργίες του παρελθόντος ο Ελληνας αναθεωρεί εκ βάθρων παλιές συμπεριφορές και συνήθειες και στρέφεται προς πιο υπεύθυνες και συνειδητοποιημένες επιλογές για την κάλυψη των αναγκών και των υποχρεώσεών του. Το έδαφος είναι πλέον πρόσφορο για να μιλήσουμε για την αναγκαιότητα της ασφάλισης και τη λειτουργία της ως εργαλείου οικονομικού προγραμματισμού του νοικοκυριού, της επιχείρησης, του κράτους.
Η ασφάλιση αφορά τη μεταφορά ενός κινδύνου έναντι αντιτίμου από την οικονομική μονάδα στους πολλούς με εγγύηση τα ασφαλιστικά κεφάλαια. Υπάρχουν κίνδυνοι οι οποίοι είναι βέβαιον ότι θα επέλθουν και άλλοι που ναι μεν δεν είναι βέβαιον, ωστόσο το οικονομικό κόστος που θα επέφεραν θα ήταν καταστροφικό για την οικονομική μονάδα. Παραδείγματα τέτοιων κινδύνων είναι η ανεπαρκής σύνταξη, η ακάλυπτη υγεία, ένας σεισμός, ένα αυτοκινητικό δυστύχημα. Είναι προφανές ότι μια ζημιά καλύπτεται ευκολότερα από κάποιον ο οποίος έχει την οικονομική επιφάνεια και πολύ δυσκολότερα από κάποιον ο οποίος δεν την έχει.
Πολλώ δε μάλλον στην παρούσα οικονομική συγκυρία που τα οικονομικά αποθέματα νοικοκυριών, τραπεζών, κράτους και οικογενειακών δικτύων είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Ο Ελληνας της κρίσης, λοιπόν, ο ανασφάλιστος Ελληνας της οικονομικής κρίσης, καθίσταται πολλαπλά εκτεθειμένος απέναντι στους κινδύνους: είναι ανασφάλιστος, δεν έχει τα κεφάλαια για να καλύψει τη ζημιά (ούτε ο ίδιος ούτε οι δικοί του άνθρωποι) και την ίδια στιγμή το κράτος δεν έχει τα μέσα να τον στηρίξει όπως έκανε ως σήμερα. Καθίσταται επομένως σαφές ότι το ασφαλιστικό προϊόν δεν είναι ένα προϊόν πολυτελείας αλλά ένα βασικό εργαλείο διαχείρισης οικονομικού κινδύνου. Το να είσαι ανασφάλιστος είναι επικίνδυνο.
Στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται η ελληνική ασφαλιστική αγορά θωρακίζεται και εκσυγχρονίζεται ώστε να αναλάβει τον ρόλο της. Υπό τον σοβαρό έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος και το αυστηρό θεσμικό πλαίσιο του Solvency II, το οποίο θέτει όχι μόνο υψηλές κεφαλαιακές απαιτήσεις αλλά και ποιοτικές αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των ασφαλιστικών εταιρειών, διασφαλίζεται πλέον η αξιοπιστία και η φερεγγυότητα του συνόλου της αγοράς, εταιρειών και διαμεσολαβούντων.
Επιπλέον η ελληνική αγορά διαθέτει την τεχνογνωσία, την εμπειρία και την κατάλληλη υποδομή (ανθρώπινο δυναμικό, κεφάλαια και τεχνολογία) ώστε να στηρίξει τις αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού της χώρας και να καλύψει το έλλειμμα της κρατικής ασφάλισης που αναδείχθηκε από την κρίση, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας και των συντάξεων.
Η Πολιτεία, αντιλαμβανόμενη τα ελλείμματα των κρατικών ταμείων και την αδυναμία του ασφαλιστικού συστήματος να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών, ήδη προχωρεί στη λήψη μέτρων για την προστασία των καταναλωτών. Υπάρχουν ωστόσο ακόμη πολλά να γίνουν όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο, την παροχή κινήτρων στους πολίτες και ακόμη πιο συγκεκριμένα στους τομείς των συντάξεων και του σεισμού. Κυρίως όμως εκεί όπου εντοπίζεται το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι στην ασφαλιστική συνείδηση του Ελληνα. Και σε αυτό θα πρέπει όλοι μαζί, η Πολιτεία, οι εταιρείες, οι διαμεσολαβούντες, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να επικοινωνήσουμε στους καταναλωτές την αξία της ασφάλισης, το επικίνδυνο της απουσίας της, ξεκινώντας από τα σχολεία και φθάνοντας ως την καθημερινή μας επαφή με τους συνεργάτες μας.
Ο κ. Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου είναι πρόεδρος της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ