Οι διατάξεις που εξαιρούν ταμεία από την ένταξή τους στον ΕΟΠΥΥ προέκυψαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή, απαντά ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Λοβέρδος στην επιστολή του Ματίας Μορς, στελέχους της Κομισιόν στην αντιπροσωπεία της τρόικας, που ζητούσε κατάργηση των εξαιρέσεων.

Ο κ. Λοβέρδος, σε επιστολή του προς τον κ. Μορς που δημοσιοποιήθηκε την Τετάρτη, επικρίνει επίσης το απαξιωτικό ύφος της επιστολής του αξιωματούχου λέγοντας πως «συντάχθηκε σε λάθος ύφος και δημοσιοποιήθηκε σε λάθος χρόνο, λίγο πριν από τις εκλογές».

«Η προαναφερθείσα διάταξη δεν ήταν στα σχέδιά μου, αλλά προέκυψε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στη Βουλή, μετά την ενσωμάτωση του Οίκου Ναύτου στον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) και υπό την πίεση μεγάλων κινητοποιήσεων και απεργιών, που οδήγησαν στη διακοπή των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών της χώρας, τις κρίσιμες για τον τουρισμό ημέρες του Πάσχα» αναφέρει ο Ανδρ.Λοβέρδος.

Τονίζει επίσης πως η κυβέρνηση «παραμένει σταθερή στην πολιτική της όπως την έχουμε συμφωνήσει, και όλοι οι Κλάδοι Υγείας των Ταμείων συγχωνεύονται στον ΕΟΠΥΥ και υπάγονται στην εποπτεία του Υπουργείου Υγείας». «Είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσουμε την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος και την ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας» συνεχίζει ο κ. Λοβέρδος.

Ο υπουργός Υγείας αναφέρει πως τον Φεβρουάριο του 2011 ψηφίστηκε ο νόμος για την ίδρυση του ΕΟΠΥΥ και την ενοποίηση των κλάδων υγείας των τεσσάρων μεγαλύτερων ασφαλιστικών ταμείων (ΙΚΑ, ΟΑΕΕ, ΟΠΑΔ, ΟΓΑ), που καλύπτουν περίπου το 90% του συνόλου του πληθυσμού, χαρακτηρίζοντάς το «την σπουδαιότερη μεταρρύθμιση που έχει επιτελεσθεί στον τομέα της υγείας τις τελευταίες δεκαετίες».

Με μετέπειτα διατάξεις (άρθρα 13 και 17 του ν. 4052/1-3-2012) προβλέπεται να ενταχθούν στον ΕΟΠΥΥ οι κλάδοι υγείας τριών ακόμη Ταμείων (Οίκος Ναύτου, ΤΑΥΤΕΚΟ, ΕΤΑΑ) την 1η Απριλίου, 1η Μαΐου και 1η Ιουνίου, συνεχίζει ο κ. Λοβέρδος, σημειώνοντας πως οι διατάξεις αυτές «ψηφίστηκαν με αυξημένη πλειοψηφία που ξεπέρασε τα 2/3 του όλου αριθμού των βουλευτών του ελληνικού κοινοβουλίου».

«Η ένταξη, λοιπόν, όλων των κλάδων υγείας των Ταμείων στον ΕΟΠΥΥ καθώς και η μεταφορά της εποπτείας των Ταμείων αυτών από το Υπουργείο Εργασίας στο Υπουργείο Υγείας ήταν εξαρχής δική μου πρόταση, με την οποία συμφωνήσατε όλοι, αξιολογώντας την ως την βέλτιστη πολιτική για την εφαρμογή της μεταρρύθμισης στον τομέα της Υγείας. Οι θεσμικές αυτές αλλαγές αποτέλεσαν μέρος του δεύτερου προγράμματος, το οποίο ενέκρινε η Βουλή των Ελλήνων και το οποίο εφαρμόζω με απόλυτη συνέπεια και αποφασιστικότητα» αναφέρει ο Ανδρ.Λοβέρδος.

ΣΧετικά με τις επίμαχες διατάξεις, βάσει των οποίων δύναται να εξαιρεθούν ταμεία από την ένταξή τους στον ΕΟΠΥΥ, ο κ. Λοβέρδος αναφέρει πως «πρόκειται για μία δυνατότητα που δίδεται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τα Ταμεία θα αποδείξουν την βιωσιμότητά τους με αναλογιστική μελέτη».

Σε αυτή την περίπτωση, αναφέρει στον κ. Μορς ο Ανδρέας Λοβέρδος, τα Ταμεία μετατρέπονται, βάσει της αναλογιστικής, αυτομάτως σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και παύουν να δικαιούνται κρατικής χρηματοδότησης και συνεπώς το κράτος δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν μελλοντικά ελλείμματα των συγκεκριμένων Ταμείων.

«Ακόμα και εάν προκύψουν, επ’ ουδενί δεν αποτελούν μέρος του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό» βάσει των προτύπων που χρησιμοποιούνται, αναφέρει ο υπουργός Υγείας, προτείνοντας διαμεσολάβηση της Eurostat «εάν τίθεται κάποιο θέμα».

«Κατόπιν τούτων, τα μόνα Ταμεία που παραμένουν εκτός ΕΟΠΥΥ είναι τέσσερα: ο κλάδος υγείας του Ταμείου των δημοσιογράφων και οι κλάδοι υγείας των τριών Ταμείων στα οποία ασφαλίζεται το 70% των εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα» συνεχίζει ο υπουργός, λέγοντας πως «τα ταμεία αυτά λειτουργούν με τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου, δηλαδή ως ιδιωτική ασφάλιση, από το 1930 -άλλωστε, η ιδιωτική ασφάλιση αποτελεί όχι μόνο ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αλλά μία ασφαλιστική σταθερά σε όλο τον σύγχρονο κόσμο, που προβλέπεται και από τον ασφαλιστικό νόμο» του 2010.

«Ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε να λειτουργήσει και το υπόλοιπο 30% των εργαζομένων στον τραπεζικό τομέα, κατόπιν συμφωνίας εργοδοτών και εργαζομένων και φυσικά υπό την προϋπόθεση ότι θα αποκλειστούν από την κρατική χρηματοδότηση και θα αποδείξουν, έως 31-12-2012, με αναλογιστική μελέτη, την βιωσιμότητά τους στις επόμενες δεκαετίες» καταλήγει ο Ανδρ.Λοβέρδος, αναφέροντας στην επιστολή του προς τον Μ.Μορς πως «πρόκειται μόλις για 65.000 εργαζομένους».