Διάβαζα στο «Lifo» της περασμένης εβδομάδας μία ενδιαφέρουσα στήλη για την άνοδο και την πτώση των ελληνικών κόμικς. Στη στήλη αυτή, λοιπόν, ο Λευτέρης Σταυριανός, εκδότης της Jemma Press, υποστηρίζει ότι «Το graphic novel είναι ένας αδόκιμος όρος, που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον όρο κόμικς μ’ ένα πιο φανταχτερό “περιτύλιγμα”». «Κι ο όρος κόμικς», συνεχίζει ο Σταυριανός, «μπορεί να είναι αδόκιμος –όλα τα κόμικς δεν είναι κωμικά- αλλά τουλάχιστον είναι ένα όρος καθιερωμένος κι έχει διαρκέσει σχεδόν έναν αιώνα. Ευτυχώς, αυτή δεν είναι μόνο δική μου θέση αλλά και πολλών σημαντικών δημιουργών, όπως ο Νιλ Γκέιμαν και ο Άλαν Μουρ». Χμ.

Η αλήθεια είναι οι γνώσεις μου περί κόμικς ούτε κατά διάνοια πλησιάζουν αυτές του Σταυριανού. Αναρωτιέμαι, όμως, αν ο Αρτ Σπίγκελμαν, δημιουργός του Maus και γκουρού του είδους, συμφωνεί με τους έτερους γίγαντες, Γκέιμαν και Μουρ. Ο λόγος, ο εξής ένας: το σπουδαίο City of Glass, η προσαρμογή της νουβέλας του Πολ Όστερ σε graphic novel (;) / κόμικ (;), την οποία εμπνεύστηκε ο Σπίγκελμαν και δημιούργησαν οι Πολ Καράσικ και Ντέιβιντ Ματσουκέλι.

Το City of Glass του Πολ Όστερ δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1985, ενώ την επόμενη χρονιά ακολούθησαν το Ghosts και το The Locked Room. Οι τρεις αυτές νουβέλες αποτελούν την περίφημη Τριλογία της Νέας Υόρκης, βιβλίο-σταθμό στη σύγχρονη αμερικανική πεζογραφία, μετα-αστυνομικό μυθιστόρημα, και σίγουρα ένα από τα σπουδαιότερα βιβλία που έχω διαβάσει. Στο City of Glass, ο Ντάνιελ Κουίν, παραιτημένος συγγραφέας σε υπαρξιακή κρίση, λαμβάνει ένα μυστήριο λάθος τηλεφώνημα. Το τηλεφώνημα αυτό, το οποίο απευθύνεται στον «Πολ Όστερ, το συγγραφέα», ρίχνει τον Κουίν σε μία ανελέητη παρακολούθηση, ενώ ο ίδιος ολοένα και βυθίζεται στο λαβύρινθο της ταυτότητάς του, της ταυτότητας της έρευνάς του, αλλά και στους δαιδαλώδεις λαβυρίνθους της Νέας Υόρκης.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, λοιπόν, ο Αρτ Σπίγκελμαν, παλιόφιλος του Όστερ, είχε μία ιδέα: να κάνει το City of Glass κόμικ. Όχι ο ίδιος, φυσικά. Αφού έψαξε πολύ, και γνωρίζοντας τις δυσκολίες του πυκνού κειμένου και δυσνόητων εννοιών με τις οποίες αρέσκεται να παίζει ο Όστερ, βρήκε τους κατάλληλους. Ο Πολ Κουράσικ, φοιτητής του Σπίγκελμαν στο New York’s School of Visual Art, και ο Ντέιβιντ Ματσουκέλι, διάσημος τότε για το Batman: Year One του Φρανκ Μίλερ (και εσχάτως για το εξαιρετικό Asterios Polyp), ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας τη δύσκολη αποστολή.

Με σχέδιο ασπρόμαυρο και απλό, με τη χρήση λίγων αλλά καίριων αποσπασμάτων του κειμένου του Όστερ, οι δύο εικονογράφοι απέδωσαν με απίστευτο τρόπο το City of Glass: τα λογοπαίγνια, τα σχόλια του Όστερ για τη γλώσσα, την ταυτότητα, τα αέναα αδιέξοδα του μυαλού και της πόλης.
Δεν ήμουν ποτέ καλή με τα λογοτεχνικά είδη. Κάποια δεν έμαθα ποτέ να τα ξεχωρίζω, και σίγουρα μου λείπουν πολλές βασικές γνώσεις. Δε γνωρίζω τη διαφορά μεταξύ graphic novel και κόμικ. Στο δικό μου δαιδαλώδες μυαλό, πάντως, το City of Glass είναι μία μετα-νουβέλα με εικόνα, που δικαίως ανήκει στο μετά-αστυνομικό είδος. Κι αν όλα αυτά είναι πολύ μετα-δύσκολα, τότε εγώ προτιμώ μία λέξη που χρησιμοποίησε στην εισαγωγή του βιβλίου ο ίδιος ο Αρτ Σπίγκελμαν: Ikonologosplatt.