Ο πόλεμος διά αντιπροσώπων του Ιράν με το Ισραήλ εξελίχθηκε σε απευθείας, πολυήμερη σύγκρουση το 2025 με μεγάλης κλίμακας βομβαρδισμούς, μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας από εκείνους της προηγούμενης χρονιάς, παράλληλα με τις συγκρούσεις στη Λωρίδα της Γάζας και στο νότιο Λίβανο.
Το Ιράν βγήκε βαριά τραυματισμένο από τη σύγκρουση, με κατεστραμμένη αεράμυνα και με πληγωμένο το πυρηνικό πρόγραμμα – άγνωστο ακόμα σε ποιον βαθμό. Το Ισραήλ επικράτησε με τη στήριξη των ΗΠΑ έχοντας διαπιστώσει ότι δεν είναι άτρωτο σε μαζικά βαλλιστικά πλήγματα, όμως ο πρωθυπουργός Νετανιάχου έγραψε στο ενεργητικό του μια μεγάλη νίκη επί του καθεστώτος των μουλάδων που επί δεκαετίες απειλούσαν ότι θα σβήσουν από τον χάρτη το εβραϊκό κράτος.
Ο αποκαλούμενος και «Πόλεμος των 12 Ημερών» ξεκίνησε με μια αιφνιδιαστική ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στις 13 Ιουνίου εναντίον στρατιωτικών βάσεων, πυρηνικών εγκαταστάσεων, Ιρανών επιστημόνων και αξιωματούχων. Το Ιράν απάντησε εξαπολύοντας επιθέσεις κατά κύματα με βαλλιστικούς πυραύλους και drones, που σε ορισμένες περιπτώσεις διαπέρασαν την ισραηλινή ασπίδα πλήττοντας αστικά κέντρα όπως το Τελ Αβίβ και στρατιωτικές βάσεις.
Στις 22 Ιουνίου ενεπλάκησαν άμεσα στον πόλεμο οι Ηνωμένες Πολιτείες που βομβάρδισαν τα υπόγεια πυρηνικά εργοστάσια σε Φόρντο, Ισφαχάν και Νατάνζ, «καταστρέφοντάς ολοσχερώς» τις εγκαταστάσεις με βόμβες μεγάλης ισχύος όπως διακήρυξε ο πρόεδρος Τραμπ. Ο πόλεμος σταμάτησε στις 24 Ιουνίου μετά από μια προαναγγελθείσα πυραυλική επίθεση των Ιρανών εναντίον της αμερικανικής βάσης στο Κατάρ, που ήταν άκαρπη αλλά επέτρεψε στο καθεστώς της Τεχεράνης να σώσει τα προσχήματα, κυρίως στο εσωτερικό της χώρας.
Ακόμα και αν σώθηκε ένα μέρος του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος για στρατιωτικούς σκοπούς, αυτό είναι θαμμένο στα έγκατα της γης ή έχει διασκορπιστεί σε άλλες τοποθεσίες στο Ιράν. Η κυβέρνηση δεν έχει επιτρέψει την πρόσβαση επιθεωρητών της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Παράλληλα με τα οξύτατα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, το καθεστώς επανεξοπλίζεται με τη βοήθεια εταίρων όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Βόρεια Κορέα. Ιρανικά μέσα ενημέρωσης κάνουν λόγο για μεγάλης κλίμακας παραγγελίες οπλικών συστημάτων από αυτές τις χώρες, που άρχισαν ήδη να υλοποιούνται.
Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση του Ισραήλ θεωρεί ότι κατάφερε να μεταθέσει για αρκετά χρόνια, το σχέδιο των Ιρανών να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα. Επίσης, ότι κατάφερε να αποδυναμώσει σε σημαντικό βαθμό την φιλοϊρανική οργάνωση Χεζμπολάχ στο Λίβανο μέσω των βομβαρδισμών αλλά και χάρη στην κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία. Οι Ισραηλινοί εκτιμούν ότι είναι ζήτημα χρόνου η περαιτέρω αποδυνάμωση και των φιλοϊρανών ανταρτών Χούθι στην Υεμένη, που έχουν δεχτεί και αυτοί καίρια πλήγματα από την ισραηλινή πολεμική αεροπορία.
Ο κίνδυνος νέας σύγκρουσης είναι υπαρκτός, στο βαθμό που το Ισραήλ θα επιχειρήσει ένα τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών ή το καθεστώς του Ιράν θεωρήσει πως αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή. Επιπλέον, υπάρχει ο αστάθμητος παράγοντας Τραμπ, ο οποίος κομπάζει ότι έβαλε τέλος και σε αυτόν τον πόλεμο, όμως λέει πως δεν θα διστάσει να αντιμετωπίσει δυναμικά τυχόν νέα ιρανική απειλή.
