Ως τις 10 Νοεμβρίου το νερό «ζούσε» σχεδόν όλο το Γκριντάβικ. Παραθαλάσσιο ψαροχώρι 3.500 κατοίκων, διακρινόταν για τους δεινούς αλιείς και τις κάμποσες επιχειρήσεις υδατοκαλλιέργειας που δραστηριοποιούνταν στις ακτές του. Πιο πέρα, σε απόσταση μόλις 5 χλμ, βρίσκεται και η γεωθερμική, άκρως τουριστική, εγκατάσταση Blue Lagoon!

Σήμερα, λίγο πριν συμπληρωθούν τρεις μήνες, η δωδέκατη σε πληθυσμό πόλη της Ισλανδίας είναι ένας παντελώς ερημωμένος, από την εγκατάλειψη, τόπος. Το πολύτιμο και σχεδόν ιερό νερό δεν αρκούσε για να τη σώσει από τη φωτιά της λάβας που εισέβαλε μέχρι τα σπίτια, έχοντας ήδη καταστρέψει παντελώς κάποια εξ αυτών.

Γιατί εκκενώθηκε το Γκριντάβικ

Αρκετά πριν από τις πρώτες εκρήξεις του ηφαιστείου Sundhnukur, στα μέσα Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση της Ισλανδίας είχε δώσει εντολή εκκένωσης του Γκριντάβικ. Οι διαδοχικές σεισμικές δονήσεις, που είχαν αρχίσει να γίνονται αισθητές στα τέλη Οκτωβρίου, είχαν θορυβήσει τις αρμόδιες Αρχές με αποτέλεσμα η κωμόπολη να τεθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να ληφθούν μέτρα.

Υπήρχαν ενδείξεις πως το μάγμα είχε ήδη συγκεντρωθεί κάτω από την πόλη και υπήρχε σοβαρός κίνδυνος για τους κατοίκους.

Μόνο στις 10 Νοεμβρίου είχαν καταγραφεί σχεδόν 800 σεισμοί, διαφόρων εντάσεων και βάθους, όπως είχε ενημερώσει η Μετεωρολογική Υπηρεσία, γεγονός που έφερε την Πολιτική Προστασία σε θέση μάχης απέναντι στην έντονη αυτή δραστηριότητα. Αμέσως μετά την εκκένωση της πόλης προκλήθηκαν οι πρώτες φθορές στο οδικό δίκτυο και σε διάφορες άλλες εγκαταστάσεις από τη διαρκή μετακίνηση στρωμάτων στο υπέδαφος.

Οι ντόπιοι πίστεψαν πως το ξερίζωμα θα ήταν προσωρινό. Μάταια ήλπιζαν, όπως αποδείχθηκε, ότι τα φαινόμενα θα καταλαγιάσουν και θα εγκατασταθούν ξανά στις περιουσίες τους. Οι Αρχές ύψωσαν κανονικά τείχη για να προστατεύσουν την πόλη, αλλά τη λάβα δεν τη σταμάτησαν όταν η γη άνοιξε στα δύο και κρατήρες γεννήθηκαν σε διάφορα σημεία της. Ιδίως από τα μέσα του Γενάρη η εικόνα υπήρξε κοσμογονική.

Σύμφωνα με τις μετρήσεις των επιστημόνων επρόκειτο για τις πιο εκτεταμένες φυσικές καταστροφές στην Ισλανδία για παραπάνω από μισό αιώνα.

«Καλύτερα να είχε καεί το σπίτι μου»

Ουδείς κάτοικος έχει επιστρέψει ακόμη. Άπαντες έχουν διασκορπιστεί σε διάφορα σημεία της χώρας, διαμένουν σε ξενοδοχεία κι άλλα καταλύματα λαμβάνοντας προσωρινά το στεγαστικό επίδομα του κράτους. Δεν τους αρκεί.

«Μέχρι στιγμής, όλες οι ενέργειες χαρακτηρίζονται από βιασύνη και σύγχυση. Οι πληροφορίες που δίνονται στους κατοίκους του Γκρίνταβικ έχουν προκαλέσει σύγχυση αντί να επιλύσουν τα προβλήματα» παραμονέθηκε κάτοικος του Γκριντάβικ.

«Έχουν μεσολαβήσει ογδόντα ημέρες από την εκκένωση και σε αυτό το διάστημα οι κάτοικοι του δεν έχουν. Η κοινότητά μας πονάει και δεν έχουμε ιδέα τι μας επιφυλάσσει το μέλλον», υποστήριξε άλλη κάτοικος που ευχήθηκε το σπίτι της να είχε ήδη καεί.

Κι αυτό γιατί «θα έμπαινε ένα τέλος στην αβεβαιότητα. Θα αποζημιωνόμουν και θα μπορούσα να χτίσω μια νέα ζωή, Αισθάνομαι ότι πολλοί κάτοικοι συμφωνούν ότι η αβεβαιότητα είναι ο χειρότερος εχθρός», συμπλήρωσε.

Η τύχη του Γκριντάβικ είναι άγνωστη, εντελώς θολή κι ας έχει διαλυθεί ο καπνός που έβγαινε από τους κρατήρες. Οι ντόπιοι ελπίζουν πως θα επιστρέψουν σύντομα εκεί που ζούσαν για χρόνια, αλλά οι επιστήμονες αφήνουν όλες τις εκδοχές ανοικτές. Δεν είναι σε θέση να προβλέψουν πότε θα υπάρξει η επόμενη έκρηξη στη χερσόνησο Ρέικιανες. Μερίδα αυτών συμφωνεί πως δεν είναι θέμα υπόθεσης, γιατί θα συμβεί εκ νέου, απλώς χρόνου.

Άρα το Γκριντάβικ είναι πιθανό να μην κατοικηθεί ποτέ ξανά.