Το εάν η ταινία Barbie θα είναι μία από τις καλύτερες τις χρονιάς, καθόμαστε σε αναμμένα κάρβουνα – και λόγω καύσωνα – και περιμένουμε να το δούμε. Εκείνο που είναι απολύτως σίγουρο όμως, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία από την πλατφόρμα IMDb της Amazon, είναι ότι πρόκειται για την πιο αναμενόμενη ταινία του 2023 και, κανονικά, δεν θα έπρεπε να μας κάνει καθόλου μα καθόλου εντύπωση αυτή η πληροφορία.

Είναι αλήθεια πως, στα 64 χρόνια καριέρας, η ξανθή πλαστική καλλονή έχει δει τις μετοχές της τα τελευταία χρόνια να πέφτουν περισσότερο κι από την τιμή του Bitcoin. Όμως, δεν βγαίνουν συχνά ταινίες σαν την Barbie· δεν βλέπουμε δηλαδή και πολύ συχνά τόσο θεαματικές παραγωγές, με τέτοιο προϋπολογισμό, ένα καστ ηθοποιών βγαλμένο από τα πιο τρελά εφηβικά μας όνειρα και την υπογραφή μιας δημιουργού όπως η Greta Gerwig, με τα φεμινιστικά της διαπιστευτήρια, τη σκηνοθετική της φερεγγυότητα και τις πολλαπλές της υποψηφιότητες για Όσκαρ.

Είναι σαφές πως όλη αυτή η αναμονή ενισχύθηκε τα μάλα και από μια πολύ επιθετική στρατηγική μάρκετινγκ διαρκείας, την οποία κατέστρωσαν από κοινού Mattel και Warner Bros. Και δια του λόγου το αληθές, είναι αδύνατον να ανοίξει κανείς μια πλατφόρμα στα social media και να μην πέσει πάνω σε ένα ακόμα teaser, ένα ακόμη #Barbiecore TikTok, ένα στιγμιότυπο από την ταινία ή έναν σύνδεσμο που να οδηγεί σε μια συνέντευξη μίας ή ενός εκ των συντελεστών.

Όλη αυτή η «επιχείρηση», από τη στιγμή που ανατέθηκε από τους παραγωγούς στη Greta Gerwig να κάνει τη Barbie κι εκείνη δέχτηκε μέχρι σήμερα που απομένουν ώρες μόνο μέχρι την παγκόσμια ταυτόχρονη διανομή της στις κινηματογραφικές αίθουσες, στήθηκε προκειμένου η άλλοτε βασίλισσα των παιχνιδιών να επιστρέψει στο zeitgeist και μαζί της η μαμά εταιρία Mattel να εκπληρώσει τη νέα φιλοδοξία της να γίνει Disney.

Η Mattel ήθελε ένα άκρως καλοκαιρινό blockbuster για να εγκαινιάσει τη νέα σειρά ταινιών της που θα διευρύνουν τη μπράντα της. Η Greta Gerwig όμως ήθελε να έχει λόγο στην τεράστια και επί μακρόν συζήτηση γύρω από το φαινόμενο Barbie, μιας και όπως πρόσφατα εξομολογήθηκε στους New York Times, ήταν κάτι που την απασχολούσε για χρόνια. Αναλογιζόταν από καιρό την παράδοξη σχέση που είχε αναπτυχθεί ανάμεσα στον άνθρωπο και τις κούκλες, πώς δηλαδή ένα ανθρώπινο δημιούργημα όπως αυτό έχει τη δύναμη να επηρεάζει τόσο πολύ τον ίδιο το δημιουργό του, τον άνθρωπο, καθώς και να διαμορφώνει μια ολόκληρη κουλτούρα.

Αυτό είναι το μυστικό όπλο της νέας αυτής ταινίας, αυτό που την κάνει εν δυνάμει τεράστια κινηματογραφική και εισπρακτική επιτυχία. Το γεγονός δηλαδή ότι η Gerwig κοίταξε πέρα από την κούκλα και είδε ένα ισχυρό, σύνθετο και γεμάτο αντιφάσεις σύμβολο που βρίσκεται στην καρδιά μιας διαμάχης δεκαετιών για το τι θα πει να είσαι γυναίκα. Γιατί μπορεί η Gerwig να κατανοεί τόσο την αγάπη όσο και την απέχθεια για την Barbie, αλλά πολλοί είναι εκείνοι που ακόμα βλέπουν με απόλυτο τρόπο τη διάσημη κούκλα, βάζοντάς της είτε θετικό είτε αρνητικό πρόσημο.

Η Barbie αποδοκιμάστηκε από τις φεμινίστριες του δεύτερου κύματος ως η απόλυτη ενσάρκωση του ανδρικού βλέμματος που προωθείται εδώ και γενιές σε όλα τα νεαρά κορίτσια ως το πρότυπο της γυναίκας που θα έπρεπε να φιλοδοξούν να γίνουν. Μάλιστα, η Gloria Steinem, Αμερικανίδα δημοσιογράφος, ακτιβίστρια και εκπρόσωπος του φεμινιστικού κινήματος στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και αρχές ’70, στο πρόσφατο ντοκιμαντέρ «Tiny Shoulders» υποστηρίζει ότι η Barbie «είναι όλα όσα το φεμινιστικό κίνημα προσπαθεί να αποφύγει».

Παραδόξως όμως, η γυναίκα που εμπνεύστηκε και δημιούργησε την πρώτη κούκλα Barbie ήταν μία πρώτης τάξης φεμινίστρια πολύ πριν την εμφάνιση του φεμινιστικού κινήματος. Η Ruth Handler ήταν μια ανεξάρτητη γυναίκα με όραμα και μια επίμονη επιχειρηματίας που εμπιστευόταν το ένστικτό της. Μαζί με τον σύζυγό της, Elliot, ίδρυσαν την εταιρεία παιχνιδιών Mattel σε ένα γκαράζ στη Νότια Καλιφόρνια το 1945. Οι σχεδιαστικές ικανότητες του Elliot σε συνδυασμό με τον ενθουσιασμό της Ruth για τις πωλήσεις αποτέλεσαν τα θεμέλια μιας ισχυρής ομάδας.

Η νεοσύστατη Mattel κατασκεύαζε και πωλούσε πλαστικά έπιπλα για κουκλόσπιτα και άλλα παιχνίδια. Η επιχείρηση ήταν σταθερή, αποφέροντας κέρδος, αλλά σύντομα επρόκειτο να γίνει μία από τις μεγαλύτερες εταιρίες κατασκευής παιχνιδιών στον κόσμο χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο της Ruth Handler, η οποία παρατήρησε ότι οι κούκλες με τις οποίες έπαιζαν ως τότε τα νεαρά κορίτσια όπως η κόρη της Barbara  ενθάρρυναν τη φροντίδα και τη μητρότητα και διαιώνιζαν την ιδέα ότι το μέλλον ενός κοριτσιού ήταν να γίνει μητέρα και νοικοκυρά.

Η Barbie γεννήθηκε από την επιθυμία της Ruth Handler να δώσει στα κορίτσια κάτι περισσότερο. «Η φιλοσοφία μου σχετικά με τη Barbie», γράφει η Handler στην αυτοβιογραφία της, «ήταν ότι μέσω της κούκλας, ένα μικρό κορίτσι μπορούσε να γίνει ό,τι ήθελε. Η Barbie αντιπροσώπευε πάντα το γεγονός ότι μια γυναίκα είχε επιλογές». Έτσι, η Handler δεσμεύτηκε να καλύψει αυτό το κενό. Χρειάστηκαν τρία χρόνια, ένα ταξίδι στην Ελβετία και η τυχαία ανακάλυψη ενός πιθανού πρωτοτύπου για την δημιουργία της πρώτης κούκλας Barbie, η οποία έκανε το ντεμπούτο της στην ετήσια Έκθεση Παιχνιδιών της Νέας Υόρκης πριν από 64 χρόνια.

Αν και αμφισβητήθηκε συχνά, ήδη από τα γεννοφάσκια της, η Barbie ενέπνευσε πολλά μικρά κορίτσια να τολμήσουν να εξερευνήσουν τις δυνατότητές τους. Στα επιχειρήματα όσων διατείνονται πως η Barbie είναι ένα θετικό φεμινιστικό πρότυπο περιλαμβάνεται το γεγονός ότι η διάσημη κούκλα είχε το ολόδικό της σπίτι ήδη από το 1962, όταν οι γυναίκες συστηματικά αποκλείονταν από τη λήψη στεγαστικών δανείων και την έκδοση πιστωτικών καρτών· το 1963, όταν ελάχιστες γυναίκες σπούδαζαν στο πανεπιστήμιο, η Barbie ήταν απόφοιτος κολεγίου· το 1973 ήταν χειρουργός· το 1965, σχεδόν 20 χρόνια πριν η Sally Ride γίνει η πρώτη γυναίκα από τις ΗΠΑ στο διάστημα, η Barbie πήγε στο φεγγάρι και, σε αντίθεση με οποιαδήποτε πραγματική Αμερικανίδα, έχει διατελέσει και πρόεδρος. Η Barbie έχει στα 64 χρόνια της ζωής της ακολουθήσει πάνω από 200 καριέρες. Όμως, δεν έγινε ποτέ μητέρα. Το γιατί παραμένει άγνωστο.

Η Greta Gerwig θέλησε από την πρώτη στιγμή να καλύψει με αυτή την ταινία όλο το εύρος της συζήτησης γύρω από το θέμα. Δεν ήθελε επουδενί να κάνει μια ταινία σκέτη καταναλωτική προπαγάνδα. Γι’ αυτό και στο ερώτημα «ποια είναι τελικά η ιστορία της 64χρονης κούκλας;» η Gerwig αποφάσισε να απαντήσει με ειλικρίνεια. Η ιστορία της Barbie είναι όλη αυτή η αντιπαράθεση γύρω από τη Barbie.

Η ταινία ξεκινά με τη Barbie της Robbie να ξυπνά στο σπίτι των ονείρων της (εκείνο από το 1962) και να χαιρετά όλες τις υπόλοιπες Barbie που βρίσκονται στα δικά τους αντίστοιχα ονειρεμένα σπίτια, τα οποία παρεμπιπτόντως δεν έχουν τοίχους – οι Barbies δεν έχουν τίποτα να κρύψουν γαρ. Όλες οι Barbie ζουν σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία που διοικείται από Barbies, ενώ οι Kens, οι οποίοι είναι επίσης πολλοί και διαφορετικοί, δεν κατέχουν καμία θέση, κανένα αξίωμα, κανενός είδους εξουσία ή δύναμη. Όλη τους η δραστηριότητα περιορίζεται σε μια παραλία και είναι αρκετά ασαφές το τι ακριβώς κάνουν όλη μέρα.

Οι Barbies γνωρίζουν ότι είναι κούκλες – ότι η Mattel τις δημιούργησε, ότι υπάρχει ένας πραγματικός κόσμος όπου μικρά κορίτσια παίζουν μαζί τους – όμως κατά τα άλλα πιστεύουν ότι ο πραγματικός κόσμος είναι ακριβώς όπως και η Barbieland και πως οι ίδιες έχουν συμβάλλει στη διάδοση του φεμινισμού και την επίτευξη της ισότητας μεταξύ των φύλων.

Κάθε μέρα στη Barbieland είναι μια καλή μέρα. Μέχρι που ο μηρός της Barbie εμφανίζει μια λακουβίτσα κυτταρίτιδας και – σαν να μην έφτανε αυτό – οι πατούσες της, που από τη φύση τους είναι έτοιμες να γλιστρήσουν μέσα σε ένα χαριτωμένο φούξια γοβάκι ανά πάσα στιγμή, ξαφνικά γίνονται φλατ. Η 64χρονη κούκλα αποφασίζει να αφήσει την αγαπημένη της Barbieland προκειμένου να ανακαλύψει τι είναι αυτό που προκαλεί αυτές τις «δυσλειτουργίες» στο σώμα της.

Και κάπως έτσι η Barbie μεταμορφώνεται σε μια ιστορία ενηλικίωσης από εκείνες που μας έχει συνηθίσει η Gerwig. Η Barbie δεν συναντά τίποτα από όσα περίμενε στον πραγματικό κόσμο. Αντί για λατρεία, εισπράττει περιφρόνηση, αντικειμενοποιείται, την κάνουν να αισθανθεί σαν να μην έχει καμία ικανότητα για αυτενέργεια. Αλλά η ταινία φροντίζει αμέσως να επισημάνει πως αυτό δεν έχει να κάνει με το γεγονός ότι η ίδια είναι μια πλαστική κούκλα, αλλά με το γεγονός ότι είναι γυναίκα. Η Barbie παρακολουθεί ένα ταχύρρυθμο πρακτικό μάθημα στον σύγχρονο μισογυνισμό και γίνεται μια αντανάκλαση του πόσο δύσκολο είναι το να είσαι γυναίκα – οποιαδήποτε γυναίκα.

Μετά από 64 ολόκληρα χρόνια ανησυχίας για το εάν και κατά πόσο μπορεί μια κούκλα να διαιωνίζει ένα είδος εξιδανικευμένης θηλυκότητας, η Gerwig κάνει τη Barbie μία από εμάς. Το εάν τελικά θα πετύχει τους στόχους της η ταινία – να διευρύνει τη δημογραφική απήχηση της Barbie, δίνοντάς της ξεκάθαρα φεμινιστική χροιά, και να φέρει την άνοιξη στη μαμά εταιρία Mattel – μένει να το δούμε επί της οθόνης.