Το όνομα Μπέι Ντάο σημαίνει «Βόρειο Νησί» σε μια χώρα που τα νησιά της είναι κυρίως στα νότια. Οπως ο ίδιος ο ποιητής έχει εξηγήσει, το λογοτεχνικό αυτό ψευδώνυμο του απονεμήθηκε αυθόρμητα από κάποιον φίλο στη διάρκεια μιας ποδηλατάδας και καθώς συζητούσαν για την έκδοση του περιοδικού «Τιντζιάν» («Σήμερα», 1978-1980). Δεν ήταν το μόνο ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε, αλλά με αυτό υπέγραφε τα ποιητικά του κείμενα για τα οποία και τελικά καθιερώθηκε εξαιτίας της αρνητικής κριτικής που δέχθηκε ως «σκοτεινός» ή «ομιχλώδης» ποιητής. Αν το σκεφτεί κανείς, το όνομα «Βόρειο Νησί» χαρακτηρίζει πολύ εύστοχα κάποιον που ζει απομονωμένος σε μια χώρα με περιόδους λογοκριτικού ελέγχου και αποκλεισμού των συγγραφέων (είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την «Εκστρατεία ενάντια στην Πνευματική Ρύπανση» του 1983-1984 απαγορεύτηκε στους ποιητές να δημοσιεύουν).

Προσωπική διαδρομή

Από τα παραπάνω γίνεται ήδη προφανές ότι πέρα από το σπουδαίο ποιητικό έργο, η περιπετειώδης προσωπική διαδρομή του Μπέι Ντάο καθρεφτίζει κατά κάποιον τρόπο την ιστορία της εποχής μας και τον καθιστά ιδανικό υποψήφιο για το βραβείο Νομπέλ, στις λίστες των υποψηφίων του οποίου το όνομά του κατέχει περίβλεπτη θέση τα τελευταία χρόνια. Στη νεανική του ηλικία, εργάζεται για έντεκα χρόνια ως οικοδόμος, περνά από τους κομματικούς ερυθροφρουρούς και συμμετέχει στο κυνήγι των βιβλίων σε σπίτια και κλειστά βιβλιοπωλεία, κάτι που μας θυμίζει το Φαρενάιτ 451 του Ρέι Μπράντμπερι και του Φρανσουά Τριφό. Στη συνέχεια χάνει το ενδιαφέρον του για την Επανάσταση, όταν γνωρίζει τον εξαθλιωμένο κόσμο της υπαίθρου που το Κόμμα παρουσίαζε εξιδανικευτικά, οπότε και εντάσσεται σε παράνομες ομάδες μελέτης της λογοτεχνίας. Από αυτές προκύπτει, κατά την περίοδο διεκδίκησης της εξουσίας μετά τον θάνατο του Μάο, και το «Τιαντζίν», το οποίο διανέμουν ως περιοδικό αλλά και αφισοκολλούν στους τοίχους με κίνδυνο να συλληφθούν. Οταν υποχρεώνονται να διακόψουν την έκδοσή του, μια καινούργια γλώσσα έχει γεννηθεί, μια γλώσσα διαφορετική από τον ξύλινο λόγο των κομματικών εντύπων, της οποίας ο «αντιστασιακός» χαρακτήρας ανανεώνει το ενδιαφέρον του κόσμου για την ποίηση.

Μπέι Ντάο – Το ρόδο του χρόνου

Μετάφραση Αναστάσης Βιστωνίτης.

Εκδόσεις Καστανιώτη, 2021, σελ. 208, τιμή 14 ευρώ

Αντίστοιχα, ο Μπέι Ντάο, μαζί με άλλους ποιητές, κατηγορείται από τα επίσημα έντυπα ως «σκοτεινός», «ακατανόητος» και «υποκειμενικός» ποιητής, ωσάν η ποίηση να πρέπει να είναι αντικειμενική! Από το 1989 αναγκάζεται να ζήσει εξόριστος – το ποίημά του «Η απάντηση» (με τους χαρακτηριστικούς στίχους: «Ασε με κόσμε να σου πω: / Εγώ -δεν- πιστεύω») απαγγελλόταν από τους φοιτητές κατά την εξέγερση στην πλατεία Τιανανμέν, ενώ λίγους μήνες πριν είχε υπογράψει μια έκκληση για απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων. Ο ίδιος βρισκόταν στο Βερολίνο όταν του απαγορεύτηκε η επιστροφή στην Κίνα. Περιπλανήθηκε, ως το 2012 που του επιτράπηκε να επιστρέψει, σε έξι διαφορετικές χώρες πριν καταλήξει στις ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες αλλά και μια λογοτεχνική κρίση, καθώς βρέθηκε μακριά από το πνευματικό περιβάλλον που τον είχε διαμορφώσει, άγνωστος μεταξύ αγνώστων σε αλλόγλωσσους τόπους. Το αίσθημα της μοναξιάς γίνεται φανερό σε αρκετά ποιήματά του: «Μιλώ κινέζικα στον καθρέφτη / το πάρκο έχει το δικό του χειμώνα / βάζω μουσική / ο χειμώνας είναι ελεύθερος μυγών / φτιάχνω καφέ χωρίς βιασύνη / οι μύγες δεν καταλαβαίνουν τι θα πει γενέθλιος τόπος / προσθέτω λίγη ζάχαρη / ο γενέθλιος τόπος είναι ένα είδος τοπικής προφοράς / ακούω το φόβο μου / στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής» («Τοπική προφορά»).

«Η εξορία του λόγου άρχισε», δήλωνε το 1989, όταν ξεκινούσε το περιπετειώδες ταξίδι του μετά την έξοδό του από την πατρίδα. Παρ’ όλα αυτά ο ίδιος προτιμά να χαρακτηρίζεται αντικομφορμιστής και όχι επαναστάτης, είναι επιφυλακτικός με τον χαρακτηρισμό «φωνή του λαού», όχι μόνο γιατί η έννοια του «λαού» στην Κίνα έχει συγκεκριμένες συνδηλώσεις, αλλά κι επειδή ο ποιητής-καταναλωτικό/μαζικό φαινόμενο μπορεί εύκολα να παρεξηγηθεί. Προτιμά, όπως δηλώνει, να είναι ένας ιδιώτης που αναζητεί έναν νέο εκφραστικό δρόμο. Η οπτική του, όπως παρατηρεί στο ποίημά του «Επαναστάτης», είναι πιο υπαρξιακή: «Εδώ είναι το τέλος της Ιστορίας / έχουν παραιτηθεί οι θεοί, είναι κλειδωμένοι οι ναοί / δεν είσαι παρά / ένα ιδεόγραμμα που έχασε τον ήχο του».

Ο Μπέι Ντάο είναι αναμφίβολα μοντέρνος, η σύνταξή του παρουσιάζεται ελλειπτική, ο λόγος του ιδιαίτερα πυκνός, κρυπτικός και με πλάγιες αναφορές στην παγκόσμια ποίηση

Μοντέρνα ποίηση

Η κινεζική ποίηση, προϊόν μιας μακραίωνης παράδοσης, έχει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που τη διαφοροποιεί από τη δυτική: παραμένει στα μάτια μας, ακόμα και στη μοντέρνα εκδοχή της, όπως τη βλέπουμε στην ποίηση του Μπέι Ντάο, ελεγειακά φυσιολατρική και έντονα υπαινικτική. Την ίδια στιγμή, όμως, ο ποιητής είναι αναμφίβολα μοντέρνος, η σύνταξή του παρουσιάζεται ελλειπτική, ο λόγος του ιδιαίτερα πυκνός, κρυπτικός και με πλάγιες αναφορές στην παγκόσμια ποίηση (τη σχέση του με συγγραφείς όπως οι Γκίνσμπεργκ, Τρανστρέμερ, Σόνταγκ κ.ά. την καταγράφει στο αυτοβιογραφικό Μπλε σπίτι). Η λυρική του ευαισθησία χρησιμοποιεί μια ευφάνταστη εικονοποιία για να εκφράσει την εσωτερική του περιπέτεια, όπως λ.χ. στο ποίημα «Για την αιωνιότητα»: «Κάτω από μιαν ακτινοβολία νοικιασμένη από τ’ άστρα / δρομείς μεγάλων αποστάσεων διασχίζουν την πόλη του θανάτου // μιλώντας εγκάρδια με τα πρόβατα / μοιραζόμαστε ένα ωραιότατο κρασί / και το έγκλημα κάτω απ’ το τραπέζι // η ομίχλη παρασύρεται μες στο νυχτερινό τραγούδι / κι η φωτιά στη θερμάστρα σαν φήμη παντοδύναμη / χαιρετάει τον άνεμο // αν ο θάνατος είναι η αιτία της αγάπης / αγαπάμε το άπιστο πάθος / αγαπάμε τους ηττημένους / τα μάτια εκείνα που κοιτούν επίμονα μέσα στο χρόνο».

Μετά τις έκτακτες σελίδες του για το Πεκίνο και τη μετάφραση των ποιημάτων του Λι Χο, ο έμπειρος Αναστάσης Βιστωνίτης προβαίνει σε μια εκτενή ανθολόγηση του έργου του Μπέι Ντάο από τις αγγλικές του μεταφράσεις και ως ποιητής μάς παραδίδει με αρτιότητα και στον σωστό τόνο τον Μπέι Ντάο στα χέρια μας. Ο Μπέι Ντάο τιμήθηκε πρόπερσι με το Βραβείο Barbara Fields-Siotis του Κύκλου Ποιητών, αλλά εκκρεμεί η απονομή του βραβείου καθώς λόγω της πανδημίας δεν κατέστη εφικτό να ταξιδέψει στη χώρα μας. Ευκαιρία, λοιπόν, να τον ακούσουμε σύντομα στην Αθήνα να απαγγέλλει ποιήματα από το Ρόδο του χρόνου.

Ο κ. Δημήτρης Αγγελής είναι ποιητής, διευθυντής του περιοδικού «Φρέαρ», καθηγητής στα εκπαιδευτήρια Γείτονα.